Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

Λαλεί το η καρκιά μου / Κωνσταντίνου Μάτσιου Κατερίνα

Tζιαι της μέρας 
μα τζιαι της νύκτας
εν θέλω να χάννω
τούντες λαλιές
τες μυρωθκιές
τζιαι τα χρώματα
του περβολιού
Τούντου περβολιού 
που αναγιώθηκα
πού 'παιξα
που οραματίστηκα
που το θωρώ τζιαι 
σιέρεται η καρκιά 
τζι΄ η ψυσιή μου
Τούντου περβολιού 
που τωρά θέλουν 
με το εσιέκκιπιν 
να το χαλάσουν.
Να γυρευτούν αλλού 
εν θα τους περάσει
τους άρκους
Γιατί τωρά λαλεί το
η καρκιά μου...

Ελπίδα

Μην ξεχνάτε την ελπίδα 
μόνο αυτή απέμεινε
όσα χρόνια εν να ζιούμε 
θα την περιμένουμε 

Η ελπίδα εν η μόνη
που μα δίνει τα φτερά 
μέσα στην ψυχή μας είναι 
διαρκώς φελλοπετά. 

Η ελπίδα στην κασέλλα
έμεινε η τελευταία 
μην την διώξετε ποτέ σας
βάρτε τη μες τες καρδιές σας. 

Για να μας κρατά στο πόδι 
να στεκόμαστε όρθιοι 
η ελπίδα εν το μέλλον 
είναι επιδόρτιη 

Όνειρα πως θε να κάμεις 
χωρίς νάχεις τη ελπίδα;
Η ζωή σου θάναι πάντα 
όπως μία τρικυμία . 

Πάρτ΄την ΄ νε λοιπόν και χόστην 
στης καρδιάς τα τρίσβαθα
θησαυρός σου πάντα νάναι
στης ζωής τα κύμματα.

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Ξενιτεύομαι μ’ ένα φωνήεν (απόσπασμα) / Νικολαΐδης Παναγιώτης

ανοίγει φόβος
και φτερό Μάτι φιδιού
ο χρόνος

++
ξυπνά η μάνα
με ξυπνά
ψήνει καφέ να σηκωθεί
οχιά ο χρόνος

++
δίχως επίθετο
τη θράκα του θανάτου
θωπεύω

++
έμπης τζ’ ο τόπος έφεξεν
εστάξαν φως τα δέντρα
++
σε τούτο το βάραθρο βάση μου είναι η Στιγμή
ο Σολωμός κομήτης

++
 δίχως πατρίδα
περπατώ στον χρόνο πόνο
πόντο

++
 η πένα μου βαθιά
φλεβίτιδα
βάφει το ποίημα μαύρο

++
 χρόνια εμπορευόμαστε
το φως
κι όμως σκοτάδι
ασάλεφτο

++
 με φυσικό αέριο
ορύσσουμε
ξανά
την ιστορία

++
 όταν ο άνθρωπος πεινά
το μάτι του ζώου
βαθαίνει

++
 μ’ ένα στενό ντουφέκι
πενθώ
τα τρομαγμένα κοπάδια

++
 με φως σφαλίζουμε τα μάτια
των νεκρών
++
 σε εποχή τετράγωνη
θάνατος και ζωή
εξέχουν

++
 πεθαίνοντας έρχεται η ποίηση
++
το ποίημα
δεν είναι αλήθεια
δεν είναι ψέμα
είναι το ουράνιο τόξο
του ποιητή 

++
 
φύτρωσα

στην πέτρα και στον φόβο

++

 
χωρίς βροχή μεγάλωσα

 λιθάρι φως σκοτάδι

++

 
στη γλώσσα μου

 κλίνεται η ψυχή
 σ' όλες τις πτώσεις

++

 
όταν τα σύμφωνα φλέγονται

 ξενιτεύομαι μ' ένα φωνήεν

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Ο μουγκός ποιητής / Καλλίνος Χριστόδουλος

Ο μουγκός ετούτος ποιητής,
που τον βαραίνει η οργή των τρομερών ανέμων
η θλίψη των κλειστών παραθυριών
των ερημωμένων δρόμων η οδύνη.
ο μουγκός ετούτος ποιητής
που τον βαραίνει η σιωπή,
η αδικία των αιώνων,
ο μουγκός ετούτος ποιητής,
δεν θα μιλήσει…

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

ΤΟ ΔΙΑΜΑΝΤΙ ΤΗς ΨΥΧΗΣ

(Και εγένετο Εύη Ζυμπουλάκη)
Το ΔΙΑΜΑΝΤΙ της ψυχής  λατρεία
δάκρυα της γαρδένιας Άνοιξή μου
σούρουπου το φως Εσύ.
Πάνε κι έρχονται τα χελιδόνια
φθινοπώρου μοναξιά
μα η ποίηση της καρδιάς μου
ωρολόγιον μουσικής.
Πρωινού τρισάγιο χρόνου
κρίνοι, γιασεμιά, λευκά τα φούλια
και το γέρικο πουλί
ανασαίνει ανταρσία.
Λιγοστός ο χρόνος
προσευχή ζωής.
Πιάσαμε τα χέρια και τα μάτια εκ βαθέων
το ουράνιο τόξο.
Στη μορφή του ονείρου
τ΄  όνειρο μας ένα.
Ένα Εσύ, Ένα εγώ
και οι γλάροι συντροφιά μας
στο πλατύ η θάλασσα
Το παραπάνω ποίημα του Στέφανου Ζυμπουλάκη γράφτηκε στις 24 Μαίου 2010.

Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Η μαύρη μπαλαρίνα / Νικήτα Δάφνη



Σήμερα πήρε το γράμμα
στα χέρια της
το φως από την υγρή πλατεία με τα ψηλά φανάρια
γλιστρά στο δωμάτιο του πρώτου ορόφου
το κρυστάλλινο πρόσωπο ακουμπάει στην άδεια παλάμη
-πρέπει να σε αφήσω πια-
Το φόρεμά της λάμπει κάτω από τη φωτισμένη ομπρέλα της σκυφτής κάμαρας
τα παπούτσια με τις μαύρες κορδέλες ισορροπούν στις μύτες ανάποδα σε ταβάνι
με αγγέλους και τριαντάφυλλα από μαλακό χαρτί
χορεύει με τα χέρια ανοικτά σε κύκλους
από λευκή κιμωλία και παλιά φαντάσματα
χωρίς μουσική, όμως όλα είναι όμορφα
μόνο ο ήχος της μυστικής ιστορίας οδηγεί τον παράξενο ρυθμό της
-θέλω να πάω εκεί έξω χωρίς εσένα-
Ο χορός δυναμώνει,
το δωμάτιο μεγαλώνει,
το σώμα  αιωρείται τεντωμένο σαν σχοινί,
το γράμμα εκεί
πάνω στο χαμηλό τραπέζι του περσινού ονείρου
όταν η μαύρη μπαλαρίνα σωριάζεται στο πάτωμα,
σε μια λίμνη
από το δάκρυ
μιας ανόητης
νύχτας.

Ο μολυβένιος άνθρωπος / Νικήτα Δάφνη



Και ξαφνικά
απλώνει το χέρι
και πετάει τη χρυσή
επιταγή στο ποτάμι
που στις όχθες του
ανασαίνουν με δυσκολία
ανάμεσα σε βρώμικα σεντόνια
και τυφλά σκυλιά
οι απόκληροι της μολυβένιας χώρας
με τα κλειστά παράθυρα
και τα κρύα μπαλκόνια
Ανεβαίνει στην άκρη του μεγάλου γεφυριού
πετάει από το κεφάλι
το στέμμα του δειλού άρχοντα
ξεριζώνει από το βαρύ παλτό
τα μικρά πολύτιμα εικονίδια της νίκης
ανοίγει τα μακριά του χέρια
και πηδά
στο κενό.

Παγωμένα πουλιά / Νικήτα Δάφνη




Αυτά που μου
δίνεις είναι ψίχουλα για παγωμένα πουλιά 
που κρέμονται τα βράδια στα παράθυρα  των σπιτιών
των ρημαγμένων πόλεων.

Κυριακή 20 Απριλίου 2014

ΠΡΟΣ ΚΥΠΡΙΟ ΠΟΙΗΤΗ


Ως πότε θα στήνεις καρτέρι
στα τραγικά συμβάντα
με απώτερο σκοπό ιδία οφέλη
Ένα ποίημα να έγραφες
για τον αγνοούμενο αρκούσε
Με μια ολόκληρη όμως συλλογή
βεβήλωσες εντέλει τον πόνο
της δικής του αγαπημένης.

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΨΑΧΝΕΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ


Σήμερα που τα ποιήματα
κυκλοφορούνε συστημένα
πρέπει να βρω κι ’γω προξενητή
κι ας τον καλοπληρώσω
αλλιώς θα πρέπει ν’ αρκεστώ
σε δύο ή τρεις ομότεχνους μου
Αν κι αυτοί με απαξιώσουν
το δυσοίωνο μέλλον σου τέχνη
με σκεύος ποιητικής δεν θα επιβαρύνω
Τρόμαξα σαν άκουσα τα πουλιά να κρώζουν.

ΤΟ ΚΑΦΕ ΣΑΚΑΚΙ



Στο μουντό Λονδίνο
τον έδιωξαν από τη δουλειά
γιατί φορούσε καφέ σακάκι.
Χρώμα αντιεπαγγελματικό
όπως του εξήγησαν
Δείλιασε να τους πει
ότι καφέ είναι οι κορμοί των δέντρων
καφέ είναι και η γη που κατοικούμε
Φόρεσε γκρι κουστούμι κι επέστρεψε
επαγγελματίας στη δουλειά
Στη μέσα τσέπη είχε
τα ποιήματα του Κώστα Καρυωτάκη.

ΔΙΑΙΡΕΣΗ


Για τη διαίρεση
από μικρός κουβαλώ τον φόβο
Όταν την έμαθα στην Δευτέρα τάξη
τον τόπο μου διαίρεσαν
σε δύο πράξεις
Τώρα που την μαθαίνω
στο δικό μου το παιδί
Φοβάμαι
Το πηλίκο θα επικυρωθεί.

ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΑΚΡΟΒΑΤΗ


Θα συντάξω βιβλίο σχολικό
χωρίς φασαρίες
Κηπουρό θα προσλάβω
να ψεκάζει τη μνήμη
σαν την ψώρα την άνοιξη
Χαριτωμένα θα συνοψίζω
αιματηρά γεγονότα
σε βωμούς κινουμένων σχεδίων
Υπόσχομαι να ταυτίσω τις δάφνες
με τους Βeat ποιητές
Να συστήνω ασκήσεις ισορροπίας
το σούρουπο
Να περνώ την ιστορία
δυο φορές από το μηχάνημα
κοπής του κιμά
Να φαίνομαι πολίτης του κόσμου
Ποιου κόσμου δε θα ρωτήσω
Διατάξτε κύριε!

ΓΙΑΤΙ ΣΒΗΝΕΙΣ ΑΓΡΙΕΜΕΝΟ



Σ’ έγραψα, σε ξανάγραψα
σε δούλεψα
κι όταν κατάλαβες
ότι σε προόριζα για ποίημα
έγινες έξαλλο.
Δεν ντρέπεσαι μου ’πες
Τόση δουλειά
για να μείνω αδιάβαστο
Πες με στιχούργημα
Δώσε μου μέτρο
Να ’χω ελπίδα τραγουδηθώ
αλλιώς σ’ εγκαταλείπω
Δάκρυσα
Δεν είμαι προϊόν ευαισθησίας
είπες αμείλικτα
πριν σβήσεις αγριεμένο.

ΕΙΝΑΙ ΚΡΙΜΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΜΥΘΟΣ


Είναι κρίμα να γίνουμε μύθος τόσο νωρίς
Είναι κρίμα να γίνουμε μύθος
Να μη ζήσουμε ως κατ’ εξοχή θνητοί
Είναι κρίμα να γίνουν οι μικρές μας χαρές
ξένες χαρές
Είναι κρίμα οι λύπες μας
να αποκτήσουν διαστάσεις εξωπραγματικές
Είναι κρίμα να μην παραμείνει κάτι
καθαρά προσωπικό
Να μην κρατήσουμε μια μας ήττα
εμπιστευτική
ένα μας όραμα υπερρεαλιστικό.

Είναι κρίμα να γίνουμε μύθος
ερήμην της δικής μας ψυχής