Κυριακή 23 Μαΐου 2021

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


Η μελεαγρίνη η μαργαριτοφόρος
όταν ερεθιστεί
κάνει μαργαριτάρι.
Ένα ερέθισμα παρακαλώ.

ΕΜΠΡΟΣ / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


Εμπρός λοιπόν ας πάρουμε λείψανα των αγίων
που χρόνια τώρα βρίσκονται εντός των υπογείων.
Τα λάβαρα ας σηκώσουμε των ένδοξων προγόνων
που εξισούνται άνετα με βόμβες μεγατόνων.
Να πορευθούμε Βόρεια να πάμε στην Κερύνεια
χωρίς μπαζούκας, πύραυλους, κανόνια και μαρτίνια.
Οι άγιοι θα κάνουνε το θαύμα τους και πάλι
και θα ‘ναι της Ανάστασης μέρα πολύ μεγάλη.
Μπροστά ναν’ ο Χρυσόστομος, ο ένας αλλά λέων·
άχθος αρούρης να ‘μαστέ δεν το μπορούμε πλέον.
Και την Κωνσταντινούπολη αφήνουμε γι’ αργότερα
όταν θα αποκτήσουμε λείψανα περισσότερα.

ΜΕΤΑΛΛΩΡΥΧΟΙ / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


Εχθές, προχθές και σήμερα ο κόσμος ομιλεί
γι’ αυτό που εσυνέβηκε στη μακρινή Χιλή.
Σηκώνεται η τρίχα μου και μόνο που το γράφω
γιατί στο νου μου έρχεται το «η Ζωή εν Τάφω».
Για τόσες μέρες έμειναν στα έγκατα της γης
και μόνο που το σκέφτεσαι μπορεί να εκραγείς.
Καλύτερα να τρέφομαι με κρόμμυα κι ελαίας
και να βαδίζω στας οδούς με μόνον τας σκελέας,
παρά να είμαι έγκλειστος κάτω στα μεταλλεία
ή στα αμπάρια ζωντανός σε βυθισμένα πλοία.
Καλύτερα να τρέφομαι μονάχα με κριθάρι
κι ακόμα ας με λακτίζουνε πεντέξι γαϊδάροι,
αλλά να ‘μαι στο έδαφος, εις την στεριά επάνω
κι ας τρώγω άρτον και ελιάν, τίποτε παραπάνω!

ΜΟΥ ΦΑΓΑΤΕ ΤΟ ΕΦΑΠΑΞ / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


Λάθη πολλά εκάνατε πλειστάκις κι όχι άπαξ,
και τελικά μου φάγατε, κύριοι, το εφάπαξ.
Τριάντα χρόνια δούλευα και κάτι παραπάνω
και τώρα με το κλείσιμο όλα σχεδόν τα χάνω.
Μία ζωή την έφαγα επάνω εις την έδρα
και τώρα μ’ αποστέλλετε εκεί ένθα απέδρα.
Σαράντα χρόνια Λαϊκή και αποταμιεύσεις
δεν έπρεπε ν’ αξιωθώ τοιαύτης, λέω, γεύσης.
Με πείσατε και άφησα τα χρήματα κοντά σας
και έτσι εκατάντησα μπατίρης ο μπαγάσας.
Φάγατε ό,τι μάζεψα μετά μεγάλου κόπου·
να ‘χετε την κατάρα μου κι εκείνη του Πισκόπου

Σάββατο 22 Μαΐου 2021

ΠΗΝΕΛΟΠΕΣ / Γαλανού Αλεξάνδρα

 


Οι Πηνελόπες
πέταξαν τους αργαλειούς στη θάλασσα.
Δεν υφαίνουν πια
ούτε κεντούν τα βράδια.
Κατεβαίνουν στον κήπο από το παράθυρο.
Ανοίγουν την καγκελόπορτα,
προχωρούν στην παραλία.
Κάθονται σε μπαράκια σκοτεινά,
ανοιγοκλείνουν τα μάτια και χαμογελούν
ενώ οι ναύτες τραγουδούν το «Μαραμπού».

Οι μνηστήρες, απ’ ό,τι λένε, βαρέθηκαν
τα γλέντια κι έφυγαν.
Όσο για τον Οδυσσέα,
αυτός ακόμη ταξιδεύει.

ΠΟΙΗΣΗ / Τέμβριου Αθηνά

 


Χτύπα, τον στίχο με το σφυρί
να πάρει τη μορφή του κόσμου.
Σπίθες να πετάξουν τα μάτια
να καεί το ξερό δάσος της μνήμης
ν’ αναστηθούν τα κομμένα
δέντρα που αγαπήσαμε
και τα χέρια να σκάψουν τη γη
ώσπου ο σπόρος σου, Ποίηση,
να καρπίσει και να θρέψει
τους πεινασμένους.

Υπόσχεση / 1ο Βραβείο /Νικόλα Ματθαίος


 

ΚΕΡΥΝΕΙΑ / ΔΕΣΠΩ ΠΗΛΑΒΑΚΗ


Κόρη πανώρια ξάπλωσε
σ ήσυχο ακρογιάλι
σαν κόρη που πρωτόγυρε
σ ερωτική αγκάλη
Γύρω γύρω μαζεύονται
χωριά μας σκλαβωμένα
και μοιρολόι αρχινούν
με λόγια πονεμένα
Σε κούρσεψαν Κερύνεια μου
βάρβαροι και φονιάδες
σαν τις δικές σου δεν είδαν
τις τόσες ομορφάδες
Να σε τουρκέψουν προσπαθούν
ν αλλάξουν τη φωνή σου
μα η γλώσσα σου Ελληνική
και το φωνάζει η γη σου
Το χώμα που ποτίστηκε
με αίμα των δικών σου
χαλάλι δεν το κάνουμε
Κερύνεια στον εχθρό σου
Ο θρήνος γέλιο θα γενεί
σαν θάρθουν τα παιδιά σου
θριαμβευτές , περήφανοι
ξανα στην αγκαλιά σου

Ω Ποντίων οδύνη / Χρ.Χαραλάμπους



Θύματα του εθνοτικού μίσους
μιας διένεξης χωρίς τέλος
προδομένοι απ την μάνα τους
παραδομένοι στα χέρια αιμοσταγών θηρίων
που βάλθηκαν να τους αφανίσουν
Μάτωσαν μα δεν λύγισαν
όρθωσαν το ανάστημα τους
μάζωξαν τις πληγές τους
πήραν τον μακρύ δρόμο της ξενιτιάς
αναζητώντας άσυλο σε αφιλόξενα χώματα
και εκεί που κούρνιασαν φώναξαν αλήθειες
λόγια που πικραίνουν τους δυνατούς της γης

Πέμπτη 20 Μαΐου 2021

Οι ποιητές και τα συνέδρια / Παγιάση - Κατσούρη Ντίνα

ΕΝΑ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ 1980

Κι ενώ όλοι εμείς οι ποιητές
καταθέταμε τη φαιά μας ουσία
στην υπηρεσία της ανθρωπότητας
μεσ' από ανεξάντλητες θεωρίες,
ποιητικές σεάνς, μεξικάνικες κιθάρες,
vino rosso, ψειρολογίες, τρίχες και σκατά, εκεί,
μπροστά στον τάφο
ενός σφαγμένου Γιουγκοσλάβου αντάρτη
μας ήρθε το μήνυμα:
πώς εσύ ανενόχλητος
φλερτάριζες πάλι
με τους αγωνιστές και τους οδοιπόρους,
πώς εσύ ανενόχλητος
έστηνες,
κόπου εκεί στα βουνά της πατρίδας μας,
μικρά τρελά παιχνίδια
ανάμεσα
Κύπρου, Αφρικής, Λατινικής Αμερικής και Παλαιστίνης,
πώς εσύ ανενόχλητος
υπενθύμιζες «πέραν πόσης λογικής αμφι­βολίας»
την παρουσία σου
στις γειτονιές της Λευκωσίας (παλιές και νέες)
κι έδινες πάλι
μια πρώτη γεύση, μια πρόβα τζενεράλε, ας πούμε,
βίας, τρομοκρατίας και προβοκάτσιας.

Για τον Φασισμό μιλάμε, φυσικά, για τον Φασισμό.


Ε, όχι, λοιπόν,
Αν η ποίηση, σε οποιαδήποτε περίπτωση
ανέχεται έστω και ψήγματα της παρουσίας σου,
αν η ποίηση, σε οποιαδήποτε περίπτωση
μεροληπτεί για να δικαιώσει την παρουσία σου,
αν η ποίηση, σε οποιαδήποτε περίπτωση
αδιαφορεί για την παρουσία σου
κι ενδίδει σε σένα και στους ποιητές σου,
τότε να τη διαγράψουμε.
Ναι, διάολε, να τη ΔΙΑΓΡΑΨΟΥΜΕ
οριστικά και αμετάκλητα από τη ζωή μας.

Γιατί η ποίηση γίνηκε,
για  να συμπορεύεται με την ανάσα  του πρόσφυγα
την αγωνία του αγνοούμενου
τον θρήνο της μάνας
τον σφυγμό του αντάρτη
την αγάπη της γης
το τραγούδι της νίκης
την αιώνια αλήθεια.
Με λίγα λόγια: τη Λευτεριά.      

Ντίνα Παγιάση Κατσούρη (βιογραφικά στοιχεία )



Η Ντίνα Παγιάση Κατσούρη γεννήθηκε στην Αμμόχωστο το 1941 και απεβίωσε το 2021.  Σπούδασε δημοσιογραφία στην Αθήνα. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της επέστρεψε στην Κύπρο το 1962. Συνεργάστηκε με εφημερίδες και περιοδικά, καθώς και με το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ). Το 1966-1968 εργάστηκε ως λειτουργός Τύπου στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών της Κυπριακής Δημοκρατίας.




 


Ποιητικές συλλογές: 
  • (1964) Ποιήματα. Λευκωσία: Τυπογραφεία Γέκα.

    (1966) Σύνθεσις. Λευκωσία: Βιβλιοθήκη Κυπριακών Χρονικών. 

    (1969) Ο Ηγεμόνας. Αθήνα: Ιωλκός.

    (1978) Υπομνήματα. Λευκωσία: Τυπογραφεία Θεοπρές.

    (1987) Αντι-Θέσεις. Αθήνα: Εκδόσεις Θεμέλιο.

    (1996) Μ' ακουουούς. Λευκωσία: Ωρίων.

    (2006) Της Αφροδίτης και του Άδωνη. Λευκωσία. ΑΝΕΥ.

    (2011) Πενήντα παρά μία ανατροπές. Λευκωσία: ΑΝΕΥ.

    (2013) Τα ποδοσφαιρικά. Λευκωσία: ΑΝΕΥ.

    (2017) Το παγκάκι. Λευκωσία: ΑΝΕΥ.

Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε πολλές χώρες του κόσμου όπως στην Αγγλία, Γερμανία, Ρουμανία , Σερβία, Ρωσία, Ολλανδία κ.α

Μεταφραστικό έργο: 
  • Αφρικανοί πεζογράφοι, «Θεμέλιο», Αθήνα 1979· 
  • Σύγχρονοι Παλαιστίνιοι πεζογράφοι, «Θεμέλιο», Αθήνα 1983.
Συλλογή διηγημάτων:

Παγιάση-Κατσούρη, Κ. Ν., (2001) Μεταξύ Θεού και Αγγέλου. Αθήνα: Εκδοτικό Οίκος Α.Α.Λιβάνη


περισσότερα για την Ποιήτρια:https://www.ucy.ac.cy/psifides-gnosis/el/digital-portfolios/17-gr-articles/top-menu/digital-portfolios/129-dina-katsouri

Τρίτη 11 Μαΐου 2021

Σαύλος –Παύλος / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 
          

Για την ακρίβεια ο ένας βοήθησε τον άλλο∙
για την ακρίβεια βρίσκονταν ο ένας μέσα στον άλλο.
Όσο και ν’ αντιστάθηκαν στο διαχωρισμό,
όσο και να πάλεψαν σαν σιαμαίοι να μην επιτρέψουν
αυτό το διαχωρισμό ,μόλις κατάλαβαν τη φοβερή τους
αλληλεξάρτηση ,μόλις διέκριναν το κοινό τους
πεπρωμένο, πήρε καθένας το δρόμο του∙
κι ως εκ συμφώνου, ως από πριν συνεννοηθέντες,
ο Σαύλος έβγαλε τον Παύλο στην έξοδο∙
κι ενώ τον ξεπροβοδούσε, ενώ του εύχονταν
καλή τύχη, έβλεπε τον εαυτό του σιγά σιγά
να μικραίνει μέχρι πλήρους εξαφάνισης∙
κι ενώ ο Παύλος έβγαινε στο δρόμο, ο Σαύλος
με μιαν αντίστροφη φορά περιελίσσονταν
γύρω από τον εαυτό του σε μια κίνηση
κυκλοτερούς εκμηδένισης, μια τελευταία χειρονομία
απόλυτης κένωσης ,μιαν έσχατη πράξη πλήρους
απάρνησης εαυτού!



ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΄΄ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΕΜΝΗΣΟ.. ΄΄ ΕΚΔΟΣΗ 2006

Πορεία προς τη Δαμασκό / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 



Όπου ξάφνου ο παλαιός εαυτός μου

φωτίστηκε με ένα καινούριο καταλυτικό

φως κι αισθάνθηκα όπως φίδι που αποβάλλει

το παλαιό του δέρμα έτσι να μου φεύγει

ο παλαιός εαυτός∙ σα Σαύλος που επιτέλεσε

την αποστολή του, σα γερασμένος Σαύλος

που ξέρει πως δεν έχει πια μέλλον.

Ένας ορμητικός Παύλος δε βλέπει την ώρα

να πηδήσει στο μέσο των Εθνών σαν ιεραπόστολος∙

ένας ασυγκράτητος Παύλος ξεδιπλώνεται μέσα μου

σαν επαναστατική σημαία∙ την ακούω να πλαταγίζει

πάνω από στεριές και θάλασσες ∙την ακούω να φρικιά

πάνω στις ομιχλώδεις στέπες ,πάνω από κάθε γωνιά

της γης ακούω τα βήματα μου να γράφουν με πύρινα

γράμματα τη νέα πορεία του ανθρώπου, όπως γεννήθηκε

από μέσα μου, όπως μια στιγμή μεγάλης περισυλλογής

αναδύθηκε από μέσα μου!

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΄΄ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΕΜΝΗΣΟ.. ΄

ΕΚΔΟΣΗ: 2006

Παύλος , ο Απόστολος των Εθνών / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 



Αν δε σ ε κυνηγούσα,  αν με τόσο πάθος
δε σ’ εδίωκα από πόλη σε πόλη,
από μεθόριο σε μεθόριο, από σταθμό
σε σταθμό, εσύ θα έπρεπε  να στρωθείς
στο κατόπιν μου, εσύ θα έπρεπε να με πάρεις
από πίσω σαν επίμονο ανιχνευτικό σκυλί!
Αν κι εγώ κλεινόμουν στα στενά μου όρια,
σε περιόριζα μεταξύ των ολίγων και εκλεκτών,
τώρα θα ήσουν μια ξεγραμμένη υπόθεση,
θα συγκαταλεγόσουν κι εσύ στους αφανείς
αστέρες  που ούτε κανείς θυμάται τη λάμψη τους.
Αν δε σ’ άρπαζα στα χέρια μου, αν με τα χέρια μου
δε σ’ αναρρίπιζα σαν σημαία και φλάμπουρο,
τώρα θα κειτόσουν άγνωστος στο μνήμα σου,
μη τολμώντας να σηκώσεις κεφάλι
από το χορταριασμένο μνήμα σου!


ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΄΄ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΕΜΝΗΣΟ …΄΄
ΕΚΔΟΣΗ : 2006

Σάββατο 8 Μαΐου 2021

Χριστάκης Χαραλάμπους: Οι ποιητές πεθαίνουν μόνοι διότι έμειναν ριζωμένοι στο χθες...

 


 Άτιτλο

Τον έρωτα τον έχω σιχαθεί
γιατί με ρήμαξε,με έκανε κομμάτια
στα βάθη της κόλασης με έριξε
το νήμα της ζωής μου έκοψε σε μια στιγμή
Την αγάπη όμως την λάτρεψα
χάρην σε αυτήν παθιάστηκα με εκείνη
δεν την βλέπω,δεν ξέρω που γυρνά
μέσα μου όμως σαν φωτιά καίγεται
Είσαι αγάπη μια τρυφερή δοσοληψία
δίνω στο όνειρο χρόνο να διαβεί
και αυτό γλυκά με κατατρώει
τώρα με αγκαλιά την ελπίδα υπομένω
να σιμώσει και η δική μου ανάσταση

**
Παραδίνομαι
Αφήνομαι στα παιχνίδια του μυαλού
σιγοβράζει μέσα μου το παρελθόν
το άδικο μου κατατρώει ανελέητα τα σωθικά
η νύχτα κάνει ότι μπορεί για να με πλανέψει
Ποτέ δεν θα μπορέσω να της αντισταθώ
οι αναμνήσεις ασταμάτητα με ταλαιπωρούν
θα δεχτώ αγόγγυστα την τιμωρία τους
μόλις ηχήσει το σάλπισμα της ήττας μου

***
Νεκροκρέβατο μοναξιάς
Οι ποιητές πεθαίνουν μόνοι
διότι έμειναν ριζωμένοι στο χθες
νοσταλγώντας όσα δεν έζησαν
Άφησαν την φθορά να γίνει το αύριο
και σκεπτόμενοι διαρκώς τα απρόσιτα
υποτάχθηκαν στην δίνη της τρέλας
Δεν γεύτηκαν την αγάπη
και είχαν να δώσουν πολλά
σε εκείνους που πρόσφεραν λίγα
Έκαναν τον πόνο τους στίχους
φώναξαν για τα αιώνια πάθη τους
σε μια εποχή γεμάτη αδιαφορία
Τώρα παρατημένοι στο σκοτάδι
αναζητούν το αέναο φως της ελπίδας
να σβήσουν την δίψα τους με λίγο παράδεισο

****
Αποκαλυπτήρια έννομου πάθους
Σε βλέπω από μακριά και ας ειμαι κοντά σου
να σε αγγίξω προσπαθώ μα είναι αδύνατο
το σκοτάδι ορθώνει τείχος ανάμεσα μας
τι και αν ο καιρός πέρασε ,για μένα ήταν σαν χθες
είσαι ο καημός που στοιχειώνει το παρόν μου
η αγάπη που θέλω να μου χαρίσει το αύριο
Το μυαλό μου κυριεύει η φρίκη των λογισμών
η καρδιά μου φλέγεται από την θύμηση σου
να σε ξεχάσω δεν μπορώ ,ίσως ποτέ να μην μπορέσω
σε φαντάζομαι δοσμένη σε άλλη αγκαλιά και λιώνω
ξύπνα γιατί πεθαίνω,άνοιξε τα μάτια της ψυχής σου
άσε το πάθος μου να γίνει το άγιο φυλαχτό σου
τα φιλιά μου να σβήνουν τις εύμορφες ανάσες σου

*****
Ο αμαρτωλός
Έσφιξε τις γροθιές του από αγανάκτηση
ο πόνος φάνηκε ζωγραφισμένος στο πρόσωπο του
τα μάτια του άρχισαν να αναβλύζουν δάκρυα
πιστά αντίγραφα μιας κακοποιημένης ψυχής
το γέρμα του ήλιου τον πρόλαβε εξω από μια εκκλησιά
έβαλε το σταυρό του και γονάτισε προσευχόμενος
άλλος ένας απόκληρος που τσάκισε η ενάρετη ανθρωπότητα