και ας μην ξέρω τι καρτερώ
πέφτω, σηκώνομαι μα επιμένω
κυλάει ο χρόνος σαν το νερό.
τα όνειρα μου με προσπερνούν
δέντρ' ανθισμένα τα καλοκαίρια
και τα φθινόπωρα φυλλοροούν..
μες στο ποτάμι τα παίρν' η βροχή
κι έρχεται η άνοιξη και μου γελάνε
και ξαναρχίζω απ την αρχή.
τι περιμένω, το ξέρω θαρρώ...
κάτι άπιαστο κι' αγαπημένο
όνειρο άνοιξης αλαργινό....
που να χωράει μόνο εσένα…
Να μετράει τα βήματα σου
Να ξετυλίγει ανεξιχνίαστα ίχνη
Ματωμένα πόδια ανήμπορα
να τρέχουν στις ταχύτερες διαδρομές
Χέρια αδύναμα να σφίγγουν παλμό
Καρδιά πονεμένη σε ασύστολους κτύπους
Σφραγισμένο χαμόγελο
Μαυριδερά μάτια χωμένα στις λέξεις…
Άσπρα μαλλιά κρυμμένα σε ψάθινα καπέλα
Ένα σκυφτό κεφάλι να μετράει σοκάκια
Ανύπαρκτα παπούτσια…
έτσι κι αλλιώς θυμάμαι,
ξυπόλυτο σε γνώρισα…
Λυρικός στίχος θα γίνεσαι
σε κάθε μου γιορτή
Υστερα, το πιο όμορφο τραγούδι!
Κι εγώ εδώ, να σε αφουγκράζομαι
ως τα πέρατα της Γης…
με αγγίζει το φως.
Φεύγει μετά, πάντα αθόρυβα.
Τι νιώθω δεν ξέρω.
Κι ούτε την αίσθηση εμπιστεύομαι.
Ασύστολα, ασύστολα, ασύστολα
με διαμελίζει το φως.
Εισχωρεί μετά, πάντα ασύστολα.
Τι μένει δεν ξέρω.
Ίσως μια επίγνωση μοίρας.
Ανεσπέρα, ανεσπέρα, ανεσπέρα
με ζεσταίνει το φως.
Λιώνει μετά, πάντα ανεσπέρα.
Για την σκιά σου δεν ξέρω.
Φυσάω και σβήνει.
Απογοήτευση / Κλεοπάτρα Μακρίδου
σε άγνωστη θάλασσα
να θρέψεις τα παιδιά σου ήθελες.
Μα τα νερά ήταν μολυσμένα
και τα ψάρια νεκρά.
Ολο κι ήλπιζες πως μια μέρα
τα ψάρια θα σου έρθουν ζωντανά.
Ενώ η θάλασσα σε κοιτούσε λυπημένα
γνωρίζοντας πως τον κόρφο της
ο θάνατος έκαμε φωλιά!
[Εκεί που χύνονται οι στήμονες] της Αντριάνας Περικλέους – Ονουφρίου
κι η μυρωδιά αντρειεύει,
ένα άνθος η ζωή που απ
την αγάπη κλέβει.
Τρέχει διαβαίνει, χάνεται.
Ξεφάντωμα οι αισθήσεις.
Η όραση τρελάθηκε, χάνεται
στον τοκετό της μέρας.
Γυμνή η όσφρηση ασπάζεται
το δάκρυ. Τραγουδά η ψυχή
ερωτικό πρελούδιο.
Αφή ηδονική, γεύση μελωδία.
Τρέχουν τα σύννεφα νέκταρ
να τρυγήσουν. Απ' του Θεού
παράθυρο να δουν την
γέννηση τους.
Κι έγινε η μελωδία όνειρο
χωμένη στο χορτάρι. Άγιο λίκνο
άσβεστο ζωής μαργαριτάρι.
Άρωμα κλέβω και σκορπώ
σε πέλαγο χειμώνα.
Το όνειρό μας / Μαρούλλα Πανάγου
Πατρίδα όπου του εχθρού, ανοίξανε τις πύλες.
Πολλοί οι εφιάλτες μας, κι εμείς τόσο ολίγοι,
σκοτάδι μόνο βρίσκεται, γύρω που μας τυλίγει,
Αδύναμο πολύ το φως και πως μπροστά να δούμε;
Μας έκλεισαν τα μάτια μας, κι οι εχθροί καραδ0κούνε
'Όλοι μαζί το “δεν ξεχνώ” θυμόμαστε και κλαίμε
με χαμηλά την κεφαλή, τα χάλια μας να λέμε .
Για πότε θα ξυπνήσουμε, κι ολόρθοι στις επάλξεις,
για να την προστατεύσουμε, απ 'όποιον την πειράξει;
Στην νάρκη μας το “φτάνει πια”, καιρός για να το πούμε
και το κεφάλι μας ψηλά, πάλι να το κρατούμε .
Αν είναι για ν' αλλάξουμε, πάλι την ιστορία
μας φτάνει πια τόσος καιρός, στην τόση απραξία
Σε ξένα χέρια φτάνει πια, να κρέμεται η πατρίδα .
Μες στην καρδιά μας, ζωντανή πάντοτε η ελπίδα
Αν είναι για ν'αλλάξουμε, καινούργια αρχή να βρούμε
να γίνουμε' όλοι μια γροθιά, πάλι ν' αντισταθούμε.
Στους ξένους η πατρίδα μας, ξένη... δεν την πονάνε ,
και θέλουν ότι απόμεινε, σαν γύπες να το φάνε
Για μας είναι κομμάτι μας, απ’ την ψυχή παρμένη
με βία την κουρσέψανε, κι ακόμα μοιρασμένη.
Φύλλο μας χρυσοπράσινο και καταπονεμένο
Το μόνο που ποθούμε εμείς, πάλι λευτερωμένο,
Βορράς και νότος άφραγοι, λεύτεροι σαν και πρώτα
κι όλοι μας να διαβαίνουμε, δικαιοσύνης πόρτα .
Να φύγουν οι παρείσακτοι, μόνους να μας αφήσουν
Σαν περιβόλι να γενείς και τα δεντρά θ'ανθίσουν .
Θα βγάλουνε νέους ανθούς, καινούργια παραπούλια
νάσαι στολίδι σαν παλιά, στον ουρανό σαν πούλια.
Θάλασσα / Αδελαίδα Παπαγεωργίου
μυστικά μηνύματα
στο αυτί των κογχυλιών
ανεβάζουν της ψυχής
τη φουσκονεριά
σκορπίζοντας μυστικά
στα κρυφά γυρίσματα
σπάζει στα βράχια η ελπίδα
μα σκιρτούν τα όνειρα
στα αεικίνητα νερά σου
χάνονται μες την λάμψη
των λευκών αφρών σου…
ΘΥΜΗΣΤΕ ΜΟΥ / Δέσπω Πηλαβάκη
γάργαρα η φωνή σου να κυλάει
ρυάκι με καθάρια τα νερά
την ομορφιά κανείς να μη χαλάει
Θυμήστε μου πώς είναι η χαρά
χελιδόνι να πετά μέσα στα στήθεια
μάτια που λάμπουνε να έχουν τα παιδιά
και μέσα τους να βλέπεις την αλήθεια
Θυμήστε μου πώς είναι ο Θεός
η πίστη στην καρδιά να βασιλεύει
ο άνθρωπος να έχει ανθρωπιά
στο σφάλμα του , συγνώμη να γυρεύει
Κάποιοι σκοτώνουν τη ζωή και τη χαρά μας
και λάκκο σκάβουν να τη θάψουνε βαθειά
κόλαση κάνανε τη γη μας
και την ελπίδα μας σκοτώνουν με σπαθιά
Αφθονία / Αθηνά Τέμβριου
Έφερες τόσες πολλές καρποφόρες σκέψεις
σε ένα καλάθι, που κουβαλούσα με καμάρι.
Κάθε φορά που έσβησαν τη δίψα μου,
οι στίχοι γεννήθηκαν από κουκούτσια και σπόρους.
Τα έχω φυτέψει όλα στο δρόμο για την αγάπη
και τα δέντρα τώρα σου έδωσαν σκιά.
Η ταυτότητα μου / Ελένη Τυρίμου
Οι λέξεις με πνίγουν
Κόμπος στο λαιμό
Την ανάσα μου κόβουν
Γιατί, εσύ δεν είσαι εδώ!
Σε προσμένω πάντα
όπως τα ρούχα σου
κρεμασμένα έτοιμα
για το ζεστό σου σώμα
Όπως τα όνειρα που έκανες
σαν ήσουνα παιδί.
Δεν είσαι εδώ,
μα είσαι παντού
Θέλω να δώσω
λίγο από εσένα,
γιατί δεν ήσουν
σαν τόσους και τόσους
Ντρέπομαι, μικρή να φτάσω
στο δικό σου το μπόι
Τα όνειρά σου λευκά περιστέρια
Η τόση σου αγάπη για ζωή
στην ανόθευτη λάμψη σου
πώς να σ’ αγκαλιάσω τώρα
Με ματωμένα ρούχα
Κουρελιασμένα όνειρα
Αυτό είναι άδικο για σένα
Δεν θα τους αφήσω
να σε ντύσουν στα μέτρα τους
Αυτό να το ξέρεις!
Αυτοί που: δεν σε έζησαν
Αυτοί που δεν σε γνώρισαν
Θα πρέπει να μάθουν για σένα
Σε μια φωτογραφία σου
με ρώτησαν
Τι μου είσαι;
Τους είπα η ταυτότητα μου,
Το αίμα στην καρδιά μου
ο σφυγμός μου ,τα όνειρά μου
Το πριν, το μέλλον, το παρόν μου