Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

ΜΑΤΑΙΟΠΟΝΙΑ / Πιερίδης Θεοδόσης


Όταν είναι Αύγουστος μήνας και μεσημέρι και σαρανταδύο υπό σκιάν
οι δρόμοι της Λευκωσίας γίνονται ανθρωποφάγοι.
Μασουλούνε παχιές γυναίκες, γερόντους, μωρά,
αποφεύγουν προσεχτικά τους σκληρόπετσους έφηβους,
αγαλλιούν σαν τύχει ποιητής κάτω απ’ το δόντι τους.
Όταν είναι Αύγουστος μήνας και μεσημέρι και σαρανταδύο υπό σκιάν
ο ποιητής που τερματίζει το δρόμο του κόσμου
έσχατος και άδοξος μέσα στους δρόμους της Λευκωσίας
μάταια γυρεύει να επιδείξει έναν αθλοπρεπή διασκελισμό
μάταια εκλιπαρεί ένα έσχατο βραβείο παρηγοριάς
παίρνει μάταιες ανάσες, κοιτάζει τις κερκίδες με μάτια μάταια,
επί ματαίω πασχίζει ν’ ανακαλύψει ένα ψήγμα τρυφερότητας
ξεχασμένο στην άκρη του δρόμου ανάμεσα στ’ απορρίμματα
απ’ τους καιρούς που η τρυφερότητα δεν είχε ολότελα φυλλορροήσει.
Όταν είναι Αύγουστος μήνας και μεσημέρι και σαρανταδύο υπό σκιάν
ο μάταιος ποιητής αναθυμάται δροσιές των ανθρώπων και των νερών
και ματαιοπονεί μέσ’στους ανθρωποφάγους δρόμους της Λευκωσίας.

Τα παιδιά / Πιερίδης Θεοδόσης


Μόνο τα παιδιά ξέρουν να γίνονται ένα με τη θάλασσα.

Οι μεγάλοι κολυμπούνε, κουράζονται 
βγαίνουν, ξαπλώνουν, λαδώνουν την πλάτη τους, 
δυο παίζουνε σκάκι, ένας επιδείχνει το φορητό του ραδιόφωνο, 
ο καθένας έχει τις υποθέσεις του κι όλη τη συνέχεια της 
καθημερινότητας. 
Μόνο τα παιδιά ξέρουν να κάθονται ανακούρκουδα στην άκρη-άκρη
του νερού

να προσηλώνονται σ’ ένα χοχλαδάκι που μαζέψανε 
σε μια στάλα που ιριδίζει στο γόνατό τους 
να γίνονται ένα με την κάθε στάλα της θάλασσας 
να τήνε κλείνουν όλη μέσα στο κουβαδάκι τους 
σα να ’ναι πράμα δικό τους –σα να μεγάλωσε πια και τους έφτασε 
σε τρυφερότητα και σε μπόι

Εδώ κι εκεί / Πιερίδης Θεοδόσης

Κάλλιο απ’ τον πρώτο λόγο να σ’ το πω
προτού κινήσουμε για το σεργιάνι μας τ’ ωραίο
κάλλιο ν’ αρχίσει το τραγούδι μας αυτό
από κείνο που θα κρατούσαμε τελευταίο

Εδώ κι εκεί στον ίδιο το βοριά
στρέφει η ψυχή του ανθρώπου μεθυσμένη
εκεί κι εδώ τη λένε λευτεριά
την πρώτη και στερνή τους ερωμένη

Γιατ’ είπαμε ετούτη τη φορά
να βγούμε άτεχνοι στ’ ωραίο μας το σεργιάνι
να λέμε ανέμελοι χωρίς καμιά σειρά
ό, τι μας τύχει μας αρέσει και μας κάνει

Λογαριάσατε λάθος / Πιερίδης Θεοδόσης


Άσε πλέον φωνή μου τον ανέμελο στίχο
το μεθύσι σου δέσε και τη φλόγα σου κράτα
σφίξε τώρα ζευγάρια την ηχώ με τον ήχο
στρώσε στέρεο το βήμα στράταν ίσια περπάτα
μεγαλόφωνος ύμνος στο φαρί του ας σε πάρει
που ζητά δεξιοσύνη και καλό χαλινάρι

Κι ας μην πουν πως τραγούδι σαν κι αυτό δεν ταιριάζει
τέτοια σκότεινη ώρα που τα στήθια σου πνίγει
λέω εκείνο που μένει και που μόνο θ’ αλλάζει
στο καλύτερο πάντα σαν η αγκούσα θα φύγει
γιατί αυτοί θε να φύγουν πες πως κιόλας κινάνε
μα όλα τ’ άλλα θα μείνουν και δικά μας θε να `ναι

Όχι εσάς δε σας θέλει τούτη η γη δε σας ξέρει
όλα εδώ είναι δικά μας τι απ’ το κάθε λιθάρι
απ’ το χώμα απ’ το δέντρο το νερό και τ’ αγέρι
το κορμί μας μια στάλα για να γίνει έχει πάρει
η ψυχή μας επήρε μια πνοή απ’ το καθένα
όλα εδώ είναι δικά μας μα για σας όλα ξένα

Γιατί εσείς είστε ξένοι κι όσα βάγια αν κρατάτε
τούτη η γη δεν πουλιέται δεν της γίνεστε φίλοι
η πατρίδα είναι μάνα έχει μνήμη θυμάται
απ’ τον άγιο της κόρφο ποια βυζάξανε χείλη
κι η γλυκιά μας η Κύπρος ήταν είναι θα μένει
για τα τέκνα της μάνα μα για σας πάντα ξένη

Λογαριάσατε λάθος με το νου σας εμπόροι
δε μτριέται πατρίδα λευτεριά με τον πήχη
κι αν μικρός είναι ο τόπος και το θέλει και μπορεί
τον ασήκωτο βράχο να τον φάει με το νύχι
Τούτη η δίψα δε σβήνει τούτη η μάχη δε παύει
χίλια χρόνια αν περάσουν δεν πεθαίνουμε σκλάβοι

Κύπρος 1958 / Πιερίδης Θεοδόσης


Ήταν οχτώ χρονώ.
Είχε δυο άταχτα πλεξουδάκια
κι αμέτρητα χρόνια ακόμα να ζήσει.
Σκορπίστηκαν όλα, ανακατώθηκαν όλα με τις λάσπες του δρόμου.
Είπανε για μια σφαίρα αδέσποτη.
Γιατί τη λέξη δολοφονία δύσκολα την προφέρνουν οι δολοφόνοι.
Δύσκολα παραδέχονται πως μαζευτήκανε τόσοι άντρες σιδερόφρακτοι
για να σκοτώσουν ένα παιδάκι.

Τρίτη 6 Μαρτίου 2018

Ο ποιητής Σωτήρης Π. Βαρνάβας στην Ι.Π. Μεσολογγίου,Τετάρτη 7 Μαρτίου – ώρα 19.00 στην αίθουσα Συνεδριάσεων του Διοικητηρίου της Ιεράς Πόλεως




ΤΟ ΜΕΤΑΛΛΕ ΙΟ

Σκάβανε βαθιά οι ανθρακωρύχοι
ελπίδες δεμένες στο καλάθι
φόβοι συνοδοί
πριν ξημερώσει
κατέβαιναν στα βάθη
Μονίμως ο ήλιος έγερνε στη δύση
σχεδόν δεν είδανε ποτέ ανατολή.

Κάτω απ’ τη γη οι μεταλλωρύχοι
μάθανε παγκόσμια γεωγραφία
μέθοδο σιωπής
αφαίρεση
αφή
τέλεια εργαλεία
Τόνοι πυρίτιδα στα στήθη
συσκευασμένοι κρότοι στην ψυχή
κινούσανε ολάκερη αμαξοστοιχία
Μετάλλευμα μοναδικό
στοιβάζονταν στην αποβάθρα
πλοία φορτώνανε για την Ευρώπη
μάρτυρες ταραγμένοι ωκεανοί.

Πλάστιγγες
Σταθμά στα τελωνεία
πρώτη εξέταση ανταύγεια
να λάμπει το άγαλμα
συνάμα να έχει και αντοχή

Όπου κοιτάξω σπλάχνα της γης μου
κοσμούνε ξένες λεωφόρους.

                      Σωτήρης Π. Βαρνάβας

                     από τη συλλογή Χρεόγραφο 2013
   

Λόγος κοφτός, ουσιώδης, πλήρης και πολυδύναμος ο οποίος ταυτόχρονα αποπνέει μουσικότητα, ρυθμό και μια απρόσμενη ειλικρίνεια. Αυτά είναι μερικά από τα κύρια χαρακτηριστικά του ποιητικού λόγου του Σωτήρη Π. Βαρνάβα. Ποιητής που έχει επηρεαστεί στα τρυφερά χρόνια της νεότητας από τα τραγικά γεγονότα της Κύπρου, που έζησε την προσφυγιά, τον πόνο του άδικου, το δάκρυ στα μάτια της μάνας που αναζητά το χαμένο στα κατεχόμενα παιδί της, ή εκείνο που έχει μπροστά της νεκρό και έχει μείνει αποσβολωμένη, ανήμπορη… να μη θέλει τη ζωή της άλλο. Μέσα από την επώδυνη αυτή διαδικασία της ψυχής και του πνεύματος ο Σωτήρης Π. Βαρνάβας αντρώθηκε ως ένας από τους πλέον αξιόλογους Κυπρίους ποιητές με πλούσια εργογραφία.
Την Τετάρτη 7 Μαρτίου και ώρα 19.00 παρουσιάζονται οι τέσσερεις ποιητικές του συλλογές στην αίθουσα Συνεδριάσεων του Διοικητηρίου της Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου, οδός Κύπρου 30.
Πρόκειται για τις ποιητικές συλλογές  Ψήγματα Απείρου (2006), Ηχογράμματα (2008), Χρεόγραφο (2013) και Γράμματα Εμπράγματα (2015) από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης.
Την εκδήλωση που διοργανώνουν ο Πολιτιστικός Λαογραφικός Σύλλογος Ι. Π. Μεσολογγίου, το Πνευματικό Κέντρο Ι.Π. Μεσολογγίου και η Αιτωλική Πολιτιστική Εταιρεία θα χαιρετίσει ο κ. Λάμπρος Μπίσσας (Προέδρος του Πολιτιστικού Λαογραφικού Συλλόγου Ι.Π. Μεσολογγίου, ενώ το συντονισμό της εκδήλωσης θα έχει ο καθηγητής κ. Παναγιώτης Κοντός (Πρόεδρος της Αιτωλικής Πολιτιστικής Εταιρείας).
Για το έργο του Σωτήρη Π. Βαρνάβα θα μιλήσουν: Σωκράτης Λ. Σκαρτσής (ποιητής, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών), Χρυσούλα Σπυρέλη (Διδάκτωρ νεοελληνικής φιλολογίας, σχολική σύμβουλος), Δημήτρης Δραγγανάς (φιλόλογος, έφορος Βαλβείου Δημοτικής Βιβλιοθήκης), Χρύσα Γραβάνη Λύρου (δικηγόρος) και Θανάσης Αγάθος (Επικ. Καθηγητής Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Τμήμα Φιλόλογίας Εθνικού Καποδοστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τα σχέδια των βιβλίων έχει φιλοτεχνήσει ο Χρόνης Μπότσογλου.
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Σωτήρης Π. Βαρνάβας γεννήθηκε στη Μηλιά Αμμοχώστου και φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας. Σπούδασε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Φυσιογνωστικές Επιστήμες και στη συνέχεια Γεωλογία. Εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Imperial College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και υπηρέτησε ως καθηγητής στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Είναι μέλος της Επιτροπής της UNESCO Άνθρωπος και Βιόσφαιρα. Είναι μέλος της οργανωτικής επιτροπής του Συμποσίου Ποίησης που πραγματοποιείται στο Πανεπιστήμιο Πατρών και μέλος της οργανωτικής επιτροπής Σεμιναρίων Ποίησης του ίδιου Πανεπιστημίου. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές Ψήγματα Απείρου (2006), Ηχογράμματα (2008), Χρεόγραφο (2013) και Γράμματα Εμπράγματα (2015) από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Είναι συνεπιμελητής της Ανθολογίας Κυπρίων Ποιητών (2008), εκδόσεις Ταξιδευτής. Ασχολήθηκε με τη μελέτη της κυπριακής ερωτικής ποίησης του 16ου αιώνα μέσα από το έργο του άγνωστου ποιητή της ποιητικής συλλογής «Ρίμες Αγάπης», συμμετείχε σε συλλογικά έργα, ενώ δημοσίευσε και μικρά σχόλια για ποιητικές εκδόσεις.

Κυριακή 4 Μαρτίου 2018

Ελεγείο των αποτυχημένων: Ποιητική Συλλογή του Μάνου Κράλη εκδοθείσα το έτος 1938


Θα ’ναι αργά, πολύ αργά –που κουρασμένοι
απ’ το λιμάνι θα γυρίσουν, δίχως λύσεις
διστακτικοί στις μάταιες των βαποριών σειρήνες.

Ίδιες οι φτωχογειτονιές κι οι δρόμοι
που τα χαμένα βήματα παίρνουν ασυναισθήτως
ίδια τ’ αναιμικά κορίτσια στο μπαλκόνι
με τ’ άδειο βλέμμα τους, το «διανυκτερεύον φαρμακείον»
και το παλιό φεγγάρι απελπισμένο
στα γυμνά κλώνια της πλατέας.

Κι ο χλωροφορμισμένος εαυτός τους
χρόνια πικρά, λουλουδιασμένα χρόνια
από κρεβάτι σε κρεβάτι λαϊκών ξενοδοχείων
(βρόμικες κάμαρες, γυμνές
που περιμένουν τους αυτόχειρες μονάχα
τα ιδρωμένα σώματα που δίνονται 6 γρόσια).

Στην πόλη που αγάπησαν
που κάποτε σχεδίασαν μεγάλες εξορμήσεις
στην πόλη με τις πλάνες τους και τις εγκαταλείψεις
τώρα μοναδική τους περιπέτεια πια θα ’ναι
μια φτωχική, ανώνυμη κηδεία.

Κι όμως πολύ νοστάλγησαν
ώραν πολλή στην προκυμαία έχουνε γλυκά ονειροπολήσει
τα έρημα, κοράλλινα νησιά του Ειρηνικού
που πάνε και πεθαίνουν τ’ άλπατρος μονάχα..

Γεύση θανάτου : Ποιητική Συλλογή του Μάνου Κράλη εκδοθείσα το έτος 1974


Χ

Η πλατεία ήταν έρημη εκείνη τη νύχτα
Με τα κλειστά περίπτερα, τις ξεσκισμένες αφίσες.
Μύριζε καμένο ρούχο, στάχτη, πυρκαγιά.
Πηγαίναμε μαζί μα οι λέξεις στέγνωσαν στα χείλη.
Μόνο κοινό σημείο επαφής ήταν ο φόβος
Εκείνος ο πρωτόπλαστος, απροσδιόριστος φόβος
Που γνώρισε ο άνθρωπος σ’ ένα χωράφι τριβόλων.
Μετρούσαμε τους οβολούς της πίκρας μας
σκαλίζαμε την τέφρα της ψυχής.
Κι άξαφνα πέρασαν με ορμή, μουγκρίζοντας
Τα στρατιωτικά αυτοκίνητα, κατάφορτα κλαδιά των ευκαλύπτων
κι ακακίες,
Κι εχάθηκαν γοργά σ’ ένα πυκνό σκοτάδι.
Όμως σ’ αυτό το ελάχιστο διάστημα, για λίγα δευτερόλεπτα μονάχα
Το μάτι πρόφτασε να ιδεί στο δυνατό το φως των προβολέων
Ένα κεφάλι εφηβικό, που με ανάστροφη ματιά εκοίταζε το χάος
Τα στιβαγμένα σώματα κομμάτια.
– Τι γρήγορα που χάθηκαν τούτα τα νέα παιδιά
Απροετοίμαστα για θάνατο, γι’ αυτό το είδος του θανάτου..



ΧΙΙ
Καθόμαστε πλάι πλάι σε καρέκλες καφενείων
Παίζουμε τάβλι, φυλλομετρούμε τις εφημερίδες
Με τις Γεννήσεις και τους Θανάτους
τους βιασμούς και τις λεηλασίες, πράματα καθημερινά.
Κουβεντιάζουμε, φλυαρούμε σε μια παράξενη γλώσσα
Που κανείς δεν ακούει, δεν την καταλαβαίνει.
Περιμένουμε και ρωτούμε, περιμένουμε και ρωτούμε
Αν φάνηκαν καθόλου τα πανιά
Ας ήτανε και τα ιστία του πένθους

Μάνος Κράλης (Λευκωσία 1914-1989) (βιογραφικό)

Ψευδώνυμο του Γεωργίου Μίνωος. Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Διδασκαλείο και το Διδασκαλικό Κολέγιο Μόρφου και εργάστηκε ως δάσκαλος. Ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση, αλλά δημοσίευσε και κριτική βιβλίου και ζωγραφικής και μεμονωμένα διηγήματα. 

Ποιητικές συλλογές : 
  • "Ταξίδι στη γυμνή χρονιά", 1936·, 
  • "Φθινόπωρο στην κόλαση", 1938  
  • "Επιτάφιος πληρώματος ", 1946. 
  • "Ποιητικά άπαντα 1936-1971" (1973)·  
  • "Γεύση θανάτου" (1974)· 
  • "Εντάφιον έαρ" (1984). 

Συγκεντρωτική έκδοση: "Τα ποιήματα (1936-1984)", επιμ. Λ. Παπαλεοντίου, εκδ. "Μικροφιλολογικά", 2005.

Νύχτες / Κράλης Μάνος


Εκύλησε μαζί μας, στο χρυσό το χόρτο
σαν καρπός εξαίσιος, το φεγγάρι.
Κι απ’ τα χείλη της αγάπης φτάνουν
των έρημων παρθένων θαλασσών τα μύρα.
Κάτω από την αίθρια σιωπή των θεών
φθείρονται οι ψυχές αντικριστές και λιώνουν.
Κάθε φιλί μας μόνο σα στερνό
κάθε αγκάλιασμά μας σαν το τελευταίο! 
Με μιαν υπερένταση απέλπιδων φτερών
στα μαραμένα βλέφαρά μας πέρασαν οι ώρες.
Κι όταν τα δάκρυά μας ξεραθούνε μες στο χώμα
κι ο ίσκιος των βημάτων μας θα λείψει μες στον ήλιο,
τούτες οι νύχτες που ευώδιασεν η αγάπη μας
ανάμεσα στο γαλαξία θα γυρνούν και στ’ άστρα

[ΓΥΡΙΣΑ ΠΙΣΩ] / Κράλης Μάνος

Γύρισα πίσω ...
Στις έρημες κάμαρες
που ν΄  απλώσω τα χέρια;
Το κρεβάτι περιμένει σαν τάφος!

ΧΟΡΙΚΟ ΣΕ ΒΑΡΥ ΡΥΘΜΟ / Κράλης Μάνος

ΙΙΙ


Όχι σαν αλαζονικές ψυχές 
όχι σαν τις ψυχές που τεντώθηκαν σαν χορδές
στη μουσική της άνοιξης, των άστρων -
                                                        θυμηθήτε
εσείς που θάρθετε με καλπασμούς αλόγων μέσ΄ στη νύχτα 
όταν τ΄ αγέρι θα στενάζη στ΄Απριλιάτικο 
της πόρτας σας στεφάνι, 
την πληγωμένη ανάσα μας
τα ραγισμένα μάτια 
την έρημη,  παθητική ζωή μας που τελειώνει .....
-θυμηθήτε μας
σαν τα τυφλά πουλιά που σκουντουφλούνε 
στα φωτεινά παράθυρα του χρυσαφένιου θέρους.

Πέρασα τη ζωή μου ψιθυρίζοντας / Κράλης Μάνος

Μάνος Κράλης 

ΙΙ

Πέρασα τη ζωή μου ψιθυρίζοντας 
με τα πουλιά της θάλασσας και τ΄ αραγμένα καράβια, 
με τους νεκρούς θαλασσινούς στον τελευταίο τους βράχο.

Πέρασα τη ζωή μου ψιθυρίζοντας ...

Κύματα η αστροφεγγιά διαβαίνοντας το σκοτεινό γυαλί 
χτυπάει το θαμπωμένο τους μέτωπο
και τα σβησμένα μάτια.
Κύματα- κύματα περνούν με τα γαλάζια τους πανιά 
του απάνω κόσμου οι ξανθές  ημέρες.

Οι άγκυρες βυθίζονται στον ύπνο τους 
το μαύρο βυθό του ύπνου των 
χρυσά χελιδονόψαρα διασχίζουν. 

Κύματα η αστροφεγγιά θαμπώνει το αλλαγμένο τους πεόσωπο 
κοντά στην αλαφρόπετρα και τα χλωμά κοράλλια.


Επτά σφραγίδες στο νερό: 1971

Θεά από μπαλκόνι (εκδόσεις Γαβριηλίδη) : Παρουσίαση του βιβλίου του Κώστα Πατίνιου


την Δευτέρα 19 Μάρτιου 2018 ώρα 7:00μμ στη
Δημοσιογραφική Εστία Λευκωσία (Λεωφόρος ΡΙΚ 12)
Χαιρετισμός από την αντιπρόεδρο της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου Αγγέλα Καϊμακλιώτη
Παρουσίαση του βιβλίου από τον Γιώργο Φράγκο, ποιητή, κρητικό λογοτεχνίας

Ανάγνωση αποσπασμάτων από τους ηθοποιούς Αντρέα Τσούρη και Μανώλη Μιχαηλίδη