Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φίλοι της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού Λάρνακας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φίλοι της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού Λάρνακας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 22 Αυγούστου 2020

Φίλοι της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού Λάρνακας συναντούν, την ποίηση και τη μνήμη




Κατά αλφαβητική σειρά:

Χρήστος Αργυρού
Δημήτριος Γκόγκας
Ιωσήφ Ιωσηφίδης
Αγγέλα Καιμακλιώτη
Κώστας Κατσώνης
Δέσποινα Κωνσταντίνου
Ιωάννα Παπαντωνίου
 ***

Χρήστος Αργυρού

Περί μνημείων και μνήμης:

Τα μνημεία (μνημείο: από τις λέξεις «μνήμα» + κατάληξη -ήιος / -είος, με την έννοια αντικειμένου που προκαλεί ανάμνηση προσώπου, ή γεγονότος), και πόσο μάλλον αρχιτεκτονικά αριστουργήματα, όπως η Αγία Σοφία - ένα εκκλησιαστικό μνημείο που συνδέεται με πλήθος προσώπων και γεγονότων του μεσαιωνικού και νεότερου Ελληνισμού - εκπέμπουν την αύρα του ιστορικού παρελθόντος, είναι φορείς αισθητικών και ανθρωπιστικών αξιών και συνομιλούν με τον άνθρωπο κάθε εποχής βοηθώντας τον να νοηματοδοτήσει το παρόν του και να δει με αισιοδοξία το μέλλον του.
Η εκ νέου μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, η οποία εξυπηρετεί την πολιτική ατζέντα του ανασφαλούς Προέδρου της Τουρκίας, δεν αναιρεί τον πιο πάνω ρόλο που επιτελεί ένα τόσο σημαντικό μνημείο. Ας μην ξεχνάμε ότι ούτε ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής κατόρθωσε την αναίρεση αυτή. Για τους Έλληνες και για την ανθρωπότητα η Αγία Σοφία θα συνεχίσει να αποτελεί παγκόσμια αρχιτεκτονική κληρονομιά, σύμβολο πνευματικότητας και ανθρωπισμού, σημαντικό επίτευγμα του ανθρώπινου πολιτισμού. Αυτό δεν μπορεί να το αλλάξει καμιά πολιτική. Αυτή είναι άλλωστε και η δύναμη της τέχνης.
Με αυτές τις σκέψεις παραθέτω ένα απόσπασμα από τη μεσαιωνική μου μυθιστορία "Ο Άνθρωπος του Βασιλέως" (Εκδόσεις Βιβλιεκδοτική, Λάρνακα 2009). Στη φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι η μακέτα της Αγίας Σοφίας, σχολική εργασία της μαθήτριας Πάνης Σιαμπή (μαθητικό περιοδικό Λυκείου Βεργίνας, 2018-2019).
"[...] Καθώς προχωρούσε αποσβολωμένος που του συνέβαιναν όλα τούτα τα μαγικά γύρω του, σ’ ένα στρίψιμο του ανηφορικού δρόμου, ξεπρόβαλε ωραία και μεγαλόπρεπη η Αγία Σοφία, η Μεγάλη Εκκλησία, το καύχημα των Ορθοδόξων Ρωμαίων, η εκκλησία μας. Ο τρούλος της με ένα μεγάλο σταυρό με πλατιές κεραίες, γήινος θόλος να εγγράφεται στον ουράνιο θόλο και να συνομιλεί με τους ανέμους, τα πετούμενα και τ’ άστρα. Μπροστά από το μεγαλόπρεπο ναό απλωνόταν μια μεγάλη αυλή σε σχήμα αυγού. Στο κέντρο της ήταν στημένη μια εντυπωσιακή σκαλισμένη μαρμάρινη βρύση που συγκέντρωνε αρκετό κόσμο και τον ξεδιψούσε. Σαν πλησίασε ο Νικήτας για να νικήσει κι αυτός τη δίψα του, παρατήρησε εντυπωσιασμένος πως το νερό χυνόταν ολόδροσο από τα στόματα δώδεκα λιονταριών που την περιέβαλλαν. Στα δυτικά της αυλής υψωνόταν ένας παράξενος πύργος που τράβηξε ευθύς την προσοχή του απορημένου Νικήτα. Κάτι τέτοιο δεν είχε ξαναδεί. Είκοσι τέσσερις θύρες κοσμούσαν το κατασκεύασμα. Καθεμιά αντιστοιχούσε στις ώρες της μέρας και της νύχτας. Μόλις τελείωνε μια ώρα, αυτόματα άνοιγε η επόμενη κι έβγαινε ένα αγαλματάκι που παρέμενε έξω μέχρι την επόμενη ώρα που θα το αντικαθιστούσε το επόμενο. Επρόκειτο λοιπόν για ένα ωρολόγιο, μια εφεύρεση που άφησε κατάπληκτο το νέο επισκέπτη. Πόσες άλλες αναπάντεχες ευχάριστες και θαυμάσιες εκπλήξεις να έκρυβε άραγε τούτη η πολιτεία! Μπήκε συγκινημένος στη μεγάλη εκκλησία από τη δυτική είσοδο και βρέθηκε από τον στενό και απέριττο εξωνάρθηκα στον ευρύ και ψηλό εσωνάρθηκα της εκκλησίας, που καλυπτόταν με σταυροθόλια. Οι τοίχοι του, ενδεδυμένοι με πολυτελείς ορθομαρμαρώσεις, φωτίζονταν από εκατοντάδες κεριά που άναβαν οι προσκυνητές. Πέρασε από την ψηλή κεντρική βασιλική πύλη που οδηγούσε στον κυρίως ναό. Η πύλη με δυο βαριά χάλκινα θυρόφυλλα στεφανωνόταν πάνω από το ανώφλι της με έναν ψηφιδωτό Χριστό καθισμένο στον πολυτελή του θρόνο και στα πόδια του ένας γονυπετής αυτοκράτορας να τον προσκυνά. Σαν διάβηκε την πύλη, ο Νικήτας ζούσε ένα θαύμα θαυμάτων, ένα πρωτόγνωρο βίωμα, για το οποίο ήδη τον προϊδέασε ο εξωνάρθηκας. Άξαφνα ένοιωθε το σώμα του να συμπιέζεται και να μηδενίζεται στο χώρο, ενώ τα πόδια του λες και βούλιαζαν στις τεράστιες λευκές μαρμάρινες πλάκες του δαπέδου. Δεν ήξερε αν βρισκόταν σε έναν επίγειο ναό αφιερωμένο στη σοφία του πάντα εν σοφία ποιήσαντος Θεού ή στον επουράνιο κόσμο των αγγέλων. Αν γίνοταν η Δευτέρα Παρουσία, ήταν σίγουρος τώρα πως ο Κύριος θα θρονιαζόταν σε τούτο το θεϊκό κτίσμα για να δικάσει δικαίους και αδίκους. Το μεγάλο δάπεδο του ναού φάνταζε σαν τους τεράστιους σιτοβολώνες της Θράκης και της Μικράς Ασίας και σου δινόταν η εντύπωση πως μέσα σε αυτόν τον αχανή ναό κλεινόταν όλο το σύμπαν. Τα μάτια της ψυχής του Νικήτα δεν μπορούσαν να εστιάσουν κάπου συγκεκριμένα, αλλά τρέχοντας πέρα δώθε διάβαιναν τον άπειρο μα και συνάμα ενιαίο χώρο, που δημιουργούσε μια ανεπανάληπτη φαντασμαγορία: ψηλοί μαρμάρινοι κίονες, που επιστέφονταν από πολυτελή ολόγλυφα, χρυσά κιονόκρανα με τα μονογράμματα του κτήτορα του ναού και μεγάλου βασιλέα Ιουστινιανού, στήριζαν τα υπερώα, στα οποία η αυτοκρατορική οικογένεια και οι συν αυτή παρακολουθούσαν τις λειτουργίες και τις άλλες επίσημες τελετές. Θα ορκιζόσουν πως τούτες οι καλλίγραμμες κολόνες βαστιόνταν μεταξύ τους σαν κοριτσόπουλα με όμορφα πράσινα και κόκκινα φορέματα και καταστόλιστα καπέλα σε έναν αέναο μαγικό χορό! Τοίχο γυμνό δεν έπιανε το μάτι. Όλες οι επιφάνειες ήταν επενδυμένες με ψηφιδωτά και στιλβωμένες ορθομαρμαρώσεις που ακτινοβολούσαν στο φως και δημιουργούσαν συνεχείς ιριδισμούς. Ανάμεσο στα ψηφιδωτά, που απεικόνιζαν ιεράρχες και αγίους, διέκρινες και τα πορτραίτα διαφόρων αυτοκρατόρων – αναθήματα στην εκκλησία - για να μείνουν εσαεί στη μνήμη των υπηκόων της Αυτοκρατορίας. Η ψυχή του Νικήτα, αλαφρωμένη ανυψωνόταν προς τα ουράνια, προς το μετέωρο τρούλο του εξαϋλωμένου ναού, ο οποίος έφερε ραβδώσεις που κατέληγαν σε τοξωτά παράθυρα. Μέσα από τα παράθυρα του τρούλου ορμούσαν και διασταυρώνονταν σαν φωτεινά βέλη οι ακτίνες του ήλιου σε ένα αέναο παιχνίδι φωτός, δίνοντας την εντύπωση πως ο πάμφωτος τρούλος δεν πατούσε σε τέσσερα τόξα, αλλά ήταν ένα ουράνιο σώμα που αιωρείτο κι αυτό ανάμεσα στα αδέλφια του τ’ αστέρια. Οι ψυχές των ανθρώπων σε αυτόν τον αποπνευματωμένο χώρο μπορούσαν να ενωθούν με το θείο.
Βγήκε έξω από την Αγία Σοφία αλαφροπάτητος, σαν να είχε δύο φτερά αγγέλου φυτεμένα στους ώμους […]"




***

Δημήτριος Γκόγκας

Αποχωρισμός

Το βλέμμα ρίχνεις χαμηλά στο χώμα
και γω ακόμα που σ΄ είχα υμνήσει,
δειλά στη σκιά σου έχω αφήσει
κερί που λιώνει πάνω σε στρώμα.

Καρφιά και γυαλιά γλυκά αφημένα
πάνω στα στήθη που έχω ακουμπήσει,
Στα χείλη σου φιλί έχει δύσει
και δύο λόγια από πόνο βγαλμένα.

Τι θλίψη μου σε φεγγάρια βυθίζω.
Το νου ραντίζω με σκέψεις που σβήνουν.
Εφιάλτες τις νύχτες τα όνειρα ντύνουν.
Αύρα πελάγους και κυματίζω

Το βλέμμα τυφλό, σεμνά χαμηλώνεις.
Λες πως λυτρώνεις βαθειά τη ψυχή σου.
Νιφάδα που σκα χιονιού η πνοή
Είναι Φλεβάρης και Μάρτης δηλώνεις.

**
Ιωσήφ Ιωσηφίδης


ΤΟ ΧΕΡΑΚΙ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

Το χεράκι του παιδιού δεν ξέρει
πως είναι χέρι· ονειρεύεται
να γίνει λουλούδι ή πουλί.
.
Το αγόρασαν για ώμο πλούσιου.
Τώρα μοιάζει ερπετό αόμματο,
τριγωνικό κεφάλι σκουληκιού,
τα μαλακά νύχια λέπια θολά,
ψαύει, αιωρείται, πίσω, έξω,
μετρά κέρματα, πιέζει κουμπιά,
με σπυριά μικρά ηφαίστεια,
ασφυκτιά σε γάντι σαλονιού,
δεν χαϊδεύει, ούτε γράφει,
ούτε λουλούδι είναι, ούτε πουλί.
.
Πεθαίνει το πλούσιο, το θάβουμε
και βλέπουμε ενεοί στο χώμα μέσα
το χεράκι του παιδιού μικρός Ηρακλής
να πνίγει δυο φίδια, λες κι εκδικείται
την απώλεια του δικού του Παραδείσου.



*

Αγγέλα Καϊμακλιώτη 

 Βαρωσιώτες


Ήτανε μια παρέα γέροντες
σώματα γκρεμισμένα
μιλούσανε για την Ανόρθωση
και για τις παραστάσεις
στο θέατρο της Σαλαμίνας
γελούσαν τραγουδούσαν
και διασκέδαζαν
Ήτανε μια παρέα γέροντες
φαντάσματα προγόνων σε ψυχές εφήβων
Δεν ήθελαν να λένε ιστορίες του πολέμου
στα εγγόνια τους
γι αυτό τις ξέχασαν
Τις Κυριακές περνούν σκυφτοί
τα οδοφράγματα
βυθίζονται στη θάλασσα
και κρυφοκλαίνε
*

Κώστας Κατσώνης

14η μέρα του Αυγούστου! Άλλη μια θλιβερή, μαύρη και τραγική επέτειος!Κι ας μην είναι πια πρώτη είδηση κι ούτε καν είδηση στα πρωινά δελτία ειδήσεων του ανιστόρητου ΡΙΚ, που αυτοαποκαλείται κατά τα άλλα ως η "δη,μόσια ραδιοτηλεόρασή μας" (τρομάρα τους!). Εκάς οι βέβηλοι! "Αιδώς Αργείοι!"Τι άλλο μπορούμε να πούμε; Η πανδημία της λήθης και της πλαστογράφησης της Ιστορίας έχει απλώσει πια για καλά τα πλοκάμια της στην ανοχύρωτη-από κάθε άποψη πολιτεία μας! Κι όμως οφείλουμε να θυμόμαστε: Είναι η 46η επέτειος της μεγαλύτερης τραγωδίας που βίωσε ο δύσμοιρος αυτός τόπος στη μακρόχρονη ιστορία του. Ειναι η επέτειος της δεύτερης φάσης της Τουρκικής Εισβολής, η ολοκλήρωση ενός προσχεδιασμένου εγκλήματος. που άρχισε στις 15 Ιουλίου 1974 με το προδοτικό πραξικόπημα και ολοκληρώθηκε με τις δύο φάσεις της εισβολής του Αττίλα, στις 20 Ιουλίου και στις 14 Αυγούστου 1974. Οι χιλιάδες νεκροί, οι αγνοούμενοι, οι μαυροφόρες μάνες, οι πρόσφυγες, οι εγκλωβισμένοι, η κατεχόμενη γη μας και τα παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς γνώση και επίγνωση τιης ιστορίας, είναι πληγές βαθιές, ανεπούλωτες, που πληγώνουν τη μνήμη και την ψυχή μας, καθώς βλέπουμε πια να παγιώνονται τα διχοτομικά τετελεσμένα της ολοένα εντεινόμενης και ανεξέλεγκτης τουρκικής βουλιμίας....στη γαλάζια πατρίδα μας και αλλαχού.... Κι όμως οφείλουμε να θυμόμαστε, να ελπίζουμε και να προσδοκουμε την την απελευθέρωση, την επανένωση,την ειρηνική συνύπαρξη, σ΄έναν τόπο ευλογημένη από τη φύση και καταραμένο από καταχθόνιες, εκγληματικές ραδιουργίες, αλλά και δικές μας ολέθριες, διαχρονικές αστοχίες, αβελτηρίες...αααυτοχειρίες...Θα ρθει κάποτε ο καιρός, καθώς λέει και ο ποιητής για "να λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση"..."Τα θεμέλιά μου στα βουνά/ και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους/ και πάνω τους η μνήμη καίει/ άκαυτη βάτος!" (Οδυσσέας Ελύτης, "Άξιον εστί")



**


Δέσποινα Κωνσταντίνου

Τα φραγκόσυκα

Η Φοίβη ζούσε σ’ ένα σπιτάκι, στην περιοχή με τις πολλές φραγκοσυκιές. Συνήθιζε να βγαίνει προσεκτικά τις νύχτες και να γεμίζει κουβάδες με τα άγρια, ωστόσο γλυκά δώρα της φύσης, τα φραγκόσυκα. Έπειτα τα καθάριζε, τα έπλενε και τα έβαζε μέσα σε μικρότερα δοχεία.Ακολούθως τα φραγκόσυκα έπαιρναν τον δρόμο της αγοράς και η γυναίκα φύλαγε σ’ έναν κουμπαρά τα έσοδα.
Αυτό γινόταν για χρόνια. Σαν ήρθε η ώρα, αποφάσισε να σπάσει τον κουμπαρά. Με το περιεχόμενό του θα βοηθούσε ένα παιδί που πάλευε κι αυτό να φτιάξει κομπόδεμα, διότι λαχταρούσε να μάθει κι άλλα γράμματα.Ήταν γιος της συγχωρεμένης της φίλης της.Η Φοίβη είχε κάποτε πάρει από εκείνη, μέσα στο ψυχρό δωμάτιο κάποιου νοσοκομείου, δύο φιάλες αίμα.


***
Ιωάννα Παπαντωνίου

ΧΑΪΚΟΥ ΦΩΤΟΣ

Ελαίου λίκνο,
ιερό της δέησης
ανασαίνεις φως!
Ηλιοτρόπια,
τους λύχνους του ουρανού,
εσύ σμιλεύεις…
Σελίδες γράφεις,
ημερολογιακές,
ζωής δρώμενα…





Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

Παγκόσμια Ημέρας Ποίησης 21 Μαρτίου 2020 με την σφραγίδα της Πολιτιστικής Κίνησης Λάρνακας (ΦΙΛΟΠΟΛ)

Η δίνη του Πανδημίας είχε σας αποτέλεσμα και την ματαίωση της εκδήλωσης με τίτλο «Ανέκαθεν η Ποίηση» που θα διοργάνωνε  η Πολιτιστική Κίνηση Λάρνακας ΦΙΛΟΠΟΛ σε συνεργασία
με το Μουσείο Πιερίδη και με τη συμμετοχή ηθοποιών του Θεάτρου Σκάλα,

και άλλων εκλεκτών Φίλων της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού το Σάββατο 21 Μαρτίου από τις 6:00μ.μ. μέχρι τις 8:00 μ.μ.στις αίθουσες του Μουσείου Πιερίδη στη Λάρνακα. Όμως Η Πολιτιστική Κίνηση ΦΙΛΟΠΟΛ κατόρθωσε μέσω του διαδικτύου να τιμήσει την ποίηση καλώντας τους ποιητές να συμμετάσχουν με ποιητικές αναρτήσεις στις σελίδες της. Ποιήματα που σας παρουσιάζουμε σήμερα μέσα και από το ιστολόγιό μας, όπως και το εισαγωγικό της διαδικτυακής ποιητικής συνεύρεσης της ποιήτριας Αγγέλας Καιμακλιώτη και προέδρου της ΦΙΛΟΠΟΛ. 

ΑΝΕΚΑΘΕΝ Η ΠΟΙΗΣΗ
Η ποίηση είναι η παγκόσμια γλώσσα, μέσω της οποίας οι άνθρωποι ανεξάρτητα από τις διαφορές μας, προσεγγίζουμε την έννοια του θεϊκού στοιχείου στη ζωή. Είναι η συνεκτική ουσία της ταυτότητας των λαών αλλά παράλληλα και το όχημα με το οποίο συναντώνται οι πολιτισμοί.
Γλώσσα και νόηση είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Λέξη και σκέψη αποτελούν τις δύο όψεις του ποιητικού νομίσματος, του ποιήματος. Η λέξη για τον ποιητή δεν είναι μια απλή μορφή έκφρασης αλλά κάτι πολύ περισσότερο. Είναι η ψηφίδα με την οποία θα δημιουργήσει το δικό του ψηφιδωτό, έναν καινούριο εννοιολογικό χάρτη πορείας. Για να αναπτυχθεί το ψηφιδωτό σε έργο ποιητικής τέχνης θα πρέπει ο ποιητής να διαλέξει σωστά τις κατάλληλες ψηφίδες- λέξεις έτσι ώστε στην άλλη όψη του ποιήματος να υπάρχει η σκέψη, το νόημα. Η κολλητική ουσία – καθοριστική για τη στερεότητα του ψηφιδωτού - είναι η ψυχή του ποιητή, αυτό που λέμε νόηση, ας το πούμε ψυχικό αποτύπωμα.
Ποίηση είναι η μαγική στιγμή που η λέξη μεταμορφώνεται. Η μεταμόρφωση αφορά την ουσία του σημαινόμενου, μετασχηματίζει ας πούμε το βλέμμα του εαυτού μεταφέροντας το σε ένα πεδίο εκτός εαυτού όπου επιχειρεί υπερ-οπτικά. Ένα βότσαλο με φτερά που καταφέρνει να πετάξει, έστω και χαμηλά.
Ο κόσμος ζει ποιητικά από την αρχή της ιστορίας. Η πορεία του ανθρώπου στη γη έχει καταγραφεί κι εκφραστεί ανέκαθεν, ποιητικά, μέσα από ύμνους, ψαλμούς, έπη, δημοτικά τραγούδια και μοιρολόγια. Ελπίζω πως θα συνεχίσει να ζει και να πορεύεται ποιητικά εις τους αιώνες.
Το ποίημα που αντέχει στο χρόνο είναι αυτό που δεν χρειάζεται να γνωρίζουμε ή να θυμόμαστε ποιος το έγραψε. Αυτό που σιγοψιθυρίζουμε αυθόρμητα στις μικρές ή στις μεγάλες μας στιγμές, έστω κι αν από αυτό θυμόμαστε μόνο κάποιους στίχους. Τα δημοτικά τραγούδια και τα νανουρίσματα, ας πούμε. Ανθεκτικά και διαχρονικά είναι πρωτίστως τα μεγάλα έργα που άλλαξαν την ιστορία και την ανθρωπότητα.
Είναι εντυπωσιακή η δύναμη της ποίησης. Και είναι πολλά τα παραδείγματα όπου ένα ποίημα ή ένα ποιητικό έργο ξεσήκωσε λαούς και τους οδήγησε στην ελευθερία. Ανέκαθεν λοιπόν η ποίηση, συνοδοιπόρος του λόγου, της ψυχής, του πολιτισμού και της ελευθερίας του ανθρώπου.
Αγγέλα Καϊμακλιώτη
Πρόεδρος της Πολιτιστικής Κίνησης Λάρνακας - ΦΙΛΟΠΟΛ

**

Κωνσταντίνος Καβάφης «Τείχη»

Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ

μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.

Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·

διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.

Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.

**

ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, «ΤΟ ΕΡΗΜΟΝΗΣΙ»

(από Τα Ρω του Έρωτα, 1972)


Γεια σου Απρίλη
γεια σου Μάρτη
και πικρή Σαρακοστή

βάζω πλώρη και κατάρτι
και γυρεύω ένα νησί
που δε βρίσκεται στο χάρτη.

Το κρατάνε στον αέρα
τέσσερα χρυσά πουλιά
δε γνωρίζω εκεί πέρα
ούτε κλέφτη ούτε φονιά
ούτε μάνα και πατέρα.

Τα λουλούδια μεγαλώνουν
κάθε νύχτα τρεις οργιές
τις ακρογιαλιές ισκιώνουν
και τα δέντρα στις πλαγιές
σαν καβούρια σκαρφαλώνουν.

Μες στης ερημιάς τ’ αγέρι
όλ’ αγιάζουνε μεμιάς
πιάνεις του Θεού το χέρι
και τα κύματα ακουμπάς
σαν αγριοπεριστέρι.

Γεια σας έχτρες γεια σας μίση
και γινάτι καθενός
άμα βρεις το ερημονήσι
όλα τ’ άλλα είναι καπνός
μια φορά να το ‘χεις ζήσει».

**
Τα Αντικλείδια

Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν

τίποτα και προσπερνούνε. ‘Ομως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
‘Ισως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.

Γιώργης Παυλόπουλος
Από τη συλλογή «Τα αντικλείδια»,

**

ΜΙΣΉ ΑΝΟΙΞΗ

Παράθυρο ανοιχτό

ίσως κάποια ξεχασμένη
πυγολαμπίδα
από το κρησφύγετο της
φτερουγίσει
να φαντάξει η νύχτα
Ανύπαρκτη μυρωδιά
Το ζουμπούλι
δεν αναστήθηκε
ούτε η γαρδένια
Μισή Άνοιξη!
Ορφάνεψε ο χρόνος..
Ξέμειναν τα πεφταστέρια
σε άγνωστους ουρανούς
Λίγη θάλασσα
Περίλυπα λιγοστά
χελιδόνια μόνο στο φως της μέρας
Λειψά τα μαγιάτικα στεφάνια
Θα πενθήσει πάλι η Πρωτομαγιά
Κι οι ποιητές έγκλειστοι
στην απόγνωση της χαμένης άνοιξης…

Εύα Γεωργίου

**

Ενθουσιασμένη σε ανακάλυψα Ανάμεσα σε ψυχές νεκρών να παιχνιδίζουν γύρω σου Κι ένιωσα τη γλώσσα σου στο αίμα μου Όλοι μιλούσαν γι’ αυτό το πλεονέκτημα που θα μου αποκαλύψεις
Πες μου λοιπόν από πού βγαίνουν τόσοι νεκροί
Δεν είναι συναίσθημα η μελαγχολ
ία μικρή
Είναι τρόπος να υπάρχεις Όπως όταν ξεκουράζεις το πρόσωπο στα γόνατά σου
Και κοιτάς έξω σαν να ακούς το κύμα
Από εκείνη τη θάλασσα που απαρνηθήκαμε
Κι αν πάλι βρίσκεις ερωτεύσιμες τις πλάνες Πόσο λες να μας πονέσει η ελπίδα
Αν πρέπει να ταχτώ Θα ταχτώ στη φαντασία Εδώ που βρέχει
Κι εσύ είσαι πολύ όμορφη στη φωτογραφία
Φέρεις την Κίνηση
Τη μανία του πανικού
Μα τον εξεγερμένο έρωτά μας Απειλεί η αγάπη ακόμα
Δεν ξέρουμε να λέμε σ’ αγαπώ Χωρίς αλάτι στα χείλη
Θα ζήσουμε ανάμεσα σε δυο καθρέφτες Τι έχει πάει τόσο λάθος μαζί σου
Για να μου αρέσεις τόσο πολύ Θέλω να σε φιλήσω Εκεί που ο θάνατος μοιάζει πιο εύκολος



Νίκος Ειρηνάκης

**

"Ατιτλο" Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκι

Η ποίηση είναι ένα ταξίδι

Σ’ άγνωστη χώρα.
Η ποίηση είναι ταυτόσημη
Με την παραγωγή ραδίου.
Για μια και μόνο λέξη
Λιώνεις χιλιάδες τόνους
Γλωσσικό μετάλλευμα.

**

ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ,Ζ 146-149

«οίη περ φύλλων γενεή,τοίη δέ καί ανδρών.

φύλλα τά μεν τ’ άνεμος χαμάδις χέει,άλλα δε
θ’ ύλη τηλεθόωσα φύει,έαρος δ’ επιγίγνεται ώρη.
ως ανδρών γενεή η μέν φύει η δ’ απολήγει.»

Θνητές γενιές,σκορπάτε σαν τα φύλλα-
βάζει στη θέση σας άλλα η φύση,
ώσπου κι αυτά μια μέρα θα σκορπίσει
φύσημα ανέμου σαν ανατριχίλα.

**

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΚΑΙ Ο ΤΕΤΑΝΟΣ

Ευτυχώς πέρασε κι αυτή

η μέρα και ζούμε.
Το ‘ζούμε’ σηκώνει πολλή κουβέντα,
αλλά με το θέμα έχουν ασχοληθεί
πολλοί και θεωρείται λήξαν.
(Το «ν» στο τέλος μ’ ενοχλεί.
Αν κάνουμε μερικές αλλαγές
στα γράμματα και στον τονισμό
έχουμε τη λέξη λύσσα που τόσο
ταιριάζει στην περίπτωση.)
.
Το θέμα όμως είναι άλλο.
Λοιπόν, ευτυχώς –επιμένω–
δεν έπαθα τέτανο με τόσες
σκουριασμένες λέξεις που παιδεύομαι.
Και μου ’πε ο ψυχίατρος χτες το βράδυ:
– Βρε Γιάννη, φόρα και καμιά φορά γάντια.
.
Μα γίνονται αυτές οι δουλειές
με γάντια;
.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΝΤΟΣ
.
Από τη Συλλογή ‘Το χρονόμετρο’, εκδόσεις Κέδρος, 1972

**

Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ 




Η ανορεξία της ύπαρξης (2011)


Δεν πεινάω, δεν πονάω, δε βρωμάω
ίσως κάπου βαθιά να υποφέρω και να μην το ξέρω
κάνω πως γελάω
δεν επιθυμώ το αδύνατο
ούτε το δυνατό
τα απαγορευμένα για μένα σώματα
δε μου χορταίνουν τη ματιά.

Τον ουρανό καμιά φορά
κοιτάω με λαχτάρα
την ώρα που ο ήλιος σβήνει τη λάμψη του
κι ο γαλανός εραστής παραδίνεται
στη γοητεία της νύχτας.

Η μόνη μου συμμετοχή
στο στροβίλισμα του κόσμου
είναι η ανάσα μου που βγαίνει σταθερή.

Αλλά νιώθω και μια άλλη
παράξενη συμμετοχή∙
αγωνία με πιάνει ξαφνικά
για τον ανθρώπινο πόνο.

Απλώνεται πάνω στη γη
σαν τελετουργικό τραπεζομάντιλο
που μουσκεμένο στο αίμα
σκεπάζει μύθους και θεούς
αιώνια αναγεννιέται
και με τη ζωή ταυτίζεται.

Ναι, τώρα θέλω να κλάψω
αλλά στέρεψε ως και των δακρύων μου η πηγή.

**

ΣΤΟ ΕΘΝΟΣ ΜΟΥ / Πιέρ Πάολο Παζολίνι

Ούτε λαός αραβικός, ούτε λαός βαλκανικός, ούτε λαός αρχαίος

μα έθνος ζωντανό, έθνος ευρωπαϊκό:
και τι είσαι; Γη των δούλων, των πεινασμένων, των διεφθαρμένων ηγετών
δουλοπάροικων, νομαρχών αντιδραστικών,
δικηγορίσκων πασαλειμμένοι με μπριγιαντίνη και πόδια βρώμικα
φιλελεύθερων λειτουργών, θρασίμια όπως οι φαρισαίοι θείοι,
ένα στρατόπεδο, ένα εργαστήρι, μια ελεύθερη παραλία, ένα πορνείο!
Εκατομμύρια μικροαστών, όπως τα εκατομμύρια των γουρουνιών
βόσκουν σπρώχνοντας κάτω από τα άθικτα αρχοντικά
ανάμεσα στις ξεβαμμένες πια αποικιακές κατοικίες, όπως οι εκκλησίες.
Ακριβώς επειδή υπήρξες, δεν υπάρχεις πια,
ακριβώς επειδή ήσουν συνείδηση τώρα είσαι ασυνείδητη.
Και μόνο επειδή είσαι καθολική, δεν μπορείς να σκεφτείς
πως το δικό σου κακό είναι κάθε κακό: ενοχή κάθε κακού.
Βούλιαξε στην ωραία σου θάλασσα, κι ελευθέρωσε τον κόσμο.

**

ΠΟΙΗΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ( ΠΕΡΙ ΛΟΙΜΩΔΩΝ ΝΟΣΩΝ...)Απόσπασμα από τον Κανόνα του Ακαθίστου Ύμνου, ο οποίος γράφτηκε τον
9ο αι.από τον Ιωσήφ τον Υμνογράφο: ''Νεκροί δια σου ζωοποιούνται/ ζωή γαρ την ενυπόστατον εκύησας/ εύλαλοι
οι άλαλοι πρώην χρηματίζοντες/ λεπροί αποκαθαίρονται/ νόσοι διώκονται/ πνευμάτων αερίων τα πλήθη/ήητνται Παρθένε, βροτών η σωτηρία''.

**

ΣΥΝΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ

Δρομολογείται τ’ όνειρο

Εισιτήρια μετ’ επιστροφής
Αδιέξοδα άνευ οδοκαθαριστού
Τα διόδια αναπόφευκτα
Σημειώνω στο ημερολόγιο
ακόμα μια υπενθύμιση
για έξοδο νυχτερινή

Σαν σφαλίσεις τα βλέφαρα
για των ενυπνίων το ταξίδι
θα’ μαι εκεί συνοδοιπόρος
να δαμάζω τα χνάρια
στις επικίνδυνες στροφές
Θ’ αγναντεύω τα ξέφωτα
με της αλήθειας το μίτο
Εκεί!

Εκεί, που οι αποσκευές
περιμένουν στο κεφαλόσκαλο
για τον επόμενο μισεμό
κι ας επιστρέφουμε
από του φεγγαριού
τη στράτα…

Ιωάννας Παπαντωνίου

**

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΕΝΑ ΘΑΝΑΤΟ / ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΓΚΑΣ

Με το μολύβι σβήνει ένα φως.

Έρχεται θάνατος
και σε τυλίγει σαν ένα πελώριο δένδρο με κίτρινα φύλλα.
Δεν στοχάζεται πλην των άλλων
που θα φωνάξουν με δύναμη
και θα πούνε: Αθάνατος
καθώς ένα μικρός λεμονανθός θα σβήνει.

Είναι ο Χειμώνας που λιώνει στην ζωή,
κι ανθίζει η Άνοιξη.
Η προσμονή σέρνεται με το φίδι
ανάμεσα στους στίχους του ευαγγελίου.
Είναι το ίδιο φίδι που μας έδωσε την ζωή να την ζήσουμε
και εάν προλάβουμε να ρωτήσουμε λέμε: την ζήσαμε;

Κι εσύ ζήτησες για μαξιλάρι το μπράτσο μου
και μέσα στο στρατσόχαρτο το όνειρο σου
σύννεφο να στάζει.

Η κραυγή σου πορεύεται
καθώς το ατσάλι σπάει την σιωπή
και το μαύρο την γεύεται.

Το μάτι μου κλείνει σαν πόρτα
Σαν παραθύρι με πόμολο μια πένα
Κι απλώνεται στις λιάστρες να το ξεράνει ο άνεμος.

Μέσα στο μέτρο σκάλισες την καμαρούλα σου
σε διάφανο βάζο η στάχτη κι ένα γαρύφαλλο
στην κεφαλή.

Τότε δεν μπορείς να αποφύγεις τον μέλλοντα.
Ναυαγός στη γραμμή του θανάτου.
Μ΄ ένα μολύβι κουπί ως που να φτάσεις;

**

ΡΟΔΟ ΑΜΑΡΑΝΤΟ

Γεννήθηκες με αυτοκρατορικά προνόμια

ανάδυες σαγήνη υπερκόσμια.
Κι όμως...
επιλογή σου τελική
η σιωπή.
Αφουγκράσου τον άνεμο.
Σε προσκαλεί.

Μαρία Χριστοδούλου

**
"Γέφυρες, γέφυρες, γέφυρες...
οι σκέψεις
μα κι οι πράξεις
ο χρόνος
μα πάνω απ΄όλα η αγάπη
Και κάπου εκεί
εσύ
να ενώνεις τα πάντα
Κάθε λέξη με βουρκώνει
που πάει να πει
πως βρήκα τον δρόμο"

"Ελένη" Στέλιος Στυλιανού

**

Όμορφη που είναι η Άνοιξη
Όμορφη που είναι η ζωή μας
Όμορφος που είναι ο κόσμος μας
Που πήγε όμως η ψυχή μας;
Ανάσα είναι οι σκέψεις μας,
Ανάσα η συνείδηση μας,
Ανάσα είναι οι αξίες μας,
Ανάσα και τα ιδανικά μας,
Έλα Αγάπη φώλιασε βαθιά μες στη ψυχή μας!!!

Χριστιάνα Κοσμά Κυριαζή