Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018

Ο πίνακας / Χρίστος Χατζήπαπας


Ο μέγας αθώος
ο αμνός της προδοσίας
ο ζηλωτής
ο Τσε Γκεβάρα της όλης υπόθεσης
μιαρός κατά το ιερατείο
ουδόλως ξεχώρισε
δυστυχώς
στον πίνακα
«Οι δώδεκα απόστολοι»
του Αντρέα Καραγιάν.
Τη στιγμή που των ζηλωτών
τ’ αγύριστα κεφάλια
κοσμούν έκτοτε
τον κρανίου τόπο.

Το σπίτι / Σωκράτης Αντωνιάδης


Το σπίτι έγινε καφετέρια
μ’ επίπλωση να θυμίζει ευαισθησίες παλιάς κοπής.
Λίγο μετά το πυρπόλησαν
λόγοι αντιζηλίας, είπανε.
Αλλά το ξέρω καλά αυτό το σπίτι.
Κάποτε είχε μια ψυχή γαλήνια
χωνεμένη στα παλιά έπιπλα
στην άμιλλα των ευγενών ψιθύρων.
Ίσως και ν’ αυτοπυρπολήθηκε
μη αντέχοντας στον τόσο θόρυβο
και στην τόση κωμωδία των συναθροιζομένων.

"Ο Άγγλος φωτογράφος" (απόσπασμα) / Αντωνιάδης Σωκράτης

Ήρθε απ’ τη μεριά του Κάβο Κίτι
κι ευθύς απλώθηκε μπροστά στα μάτια του
στενή λωρίδα ανατολίτικου παζαριού.
Στο φρύδι του γιαλού η Σκάλα
με τις σημαίες να κυματίζουν
και τα κανόνια του Κάστρου
να χαιρετούν γιορτινά τα νέα καράβια.

Μα πιο πολύ τον πολυταξιδεμένο
στα μέρη των ανατολικών αποικιών
Άγγλο φωτογράφο
συνεπήρε η κορυφογραμμή του Σταυροβουνίου
ζωγραφιά δειλινού σε κινέζικο βάζο.




 Από την ποιητική συλλογή: Ανώνυμη άνοιξη. 

Αντωνιάδης Σωκράτης

Το εξώφυλλο (απόσπασμα) / Αντωνιάδης Σωκράτης

 ...Κι όμως ο άνεμος που λυσσομανά 
 ασταμάτητα στο χάσμα του χρόνου 
δεν πείραξε τίποτε 
 δεν πήρε τίποτε μαζί του 
 κράτησε ατσαλάκωτες 
 λέξεις, εικόνες, νοήματα 
το όνομα του ποιητή το σεβάστηκε 
δεν σκόρπισε απ’ τις σελίδες 
τη μυρωδιά των λουλουδιών. 
 Μόνο το σφύριγμά του να δίνει ρυθμό 
 στον ακέραιο ελληνικό λόγο.

Άντρια Τζόνσον (μικρή αναφορά)

Γεννήθηκε στη Δεκέλεια της Κύπρου. Σήμερα κατοικεί στη Λεμεσό. Ασχολείται με την ποίηση εδώ και μερικά χρόνια. Δεν έχει εκδώσει κάποια ποιητική συλλογή. Η συμμετοχή στης στην ΟΜΑΔΙΚΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ των ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΔΙΑΝΥΣΜΑ: Καλοκαίρι 2014 είναι το πρώτο της βήμα. 

[Μ΄ ένα κορμί πολεμιστή] / Άντρια Τζόνσον




Μ΄ ένα κορμί πολεμιστή και μάτια φλογισμένα 
το γκάζι τέρμα πάταγες και ξέχναγες τα φρένα. 
Έπαιρνες σβάρνα όλα τα μπαρ τις νύχτες και κοιτούσες 
και κάθε αιθέρια ύπαρξη στα χέρια σου μεθούσες. 

Ζητούσες μόνο ηδονή το σώμα σου γλεντούσες

μα την καρδιά στα στήθια σου πανάκριβα πουλούσες. 
Με λάγνο βλέμμα τύλιγες το τρυφερό σου θύμα
και με περίσσιες αντοχές ξετύλιγες το νήμα, 

για έρωτα δεν μίλαγες ποτέ δεν είχες νιώσει 

μόνο το κέλυφος κοιτάς κι΄ αυτό σε είχε σώσει. 
Παθητική μου ύπαρξη αρχίει και χαράζει 
στα μάτια δάκρυα καυτά το φως που σε τρομάζει.

Με κάθε φως και κάθε αυγή θα βλέπεις την αλήθεια

μ΄ αυτά που η νύχτα σε γελά κερνώντας παραμύθια. 
Με κάθε φως δεν ξεψυχάς ζητώντας την αγάπη
που μες σε τάφο έθαψες και στην ψυχή σου εχάθει. 

[Τη μάσκα φόρεσες ξανά] / Άντρια Τζόνσον

Τη μάσκα φόρεσες ξανά
και βγήκες για σεργιάνι
στον κόσμο πάλι τριγυρνάς 
μ΄ αγκάθινο στεφάνι

τι κι΄ αν το αίμα σου κυλά
κι΄ ο πόνος σε τσακίζει
τη μάσκα ετούτη που φοράς
κανένας δεν αγγίζει. 


Μ΄ ένα χαμόγελο περνάς
τη σάπια τη ζωή σου 
σταυρό δικό σου κουβαλάς
δεν βλέπουν την ψυχή σου. 

Σε ένα δέρμα λαμπερό
τυλίγεις το κορμί σου 
και άρωμα χαράς σκορπάς
σε κάθε κίνησή σου. 

Μπράβο σου τα κατάφερες, 
τους έχεις ξεγελάσει
μ΄ αυτή τη μάσκα που φοράς
κι ΄ εσένα έχεις γελάσει.

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2018

Αυτό θα πει αγάπη / Παύλος Ανεμόμυλος

Παύλος Ανεμόμυλος (βιογραφικό)

Γεννήθηκε στην Ορμίδεια το 1949. 
Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο της Ορμίδειας και το Λύκειο της Λάρνακας. 
Μετανάστευσε στην Αγγλία προς αναζήτηση καλύτερης τύχης το 1969 και εκεί ασχολήθηκε με την  ποίηση. 

Το 1997 το ποίημά του "Αγάπη για τη ζωή" κερδίζει την πρώτη θέση στο διαγωνισμό "Θέατρο για την ανθρωπότητα" και 
Το 1998 το ποίημά του "Για τη ζωή τραγούδια θα κεντώ" κερδίζει και αυτό την πρώτη θέση στον ποιητικό διαγωνισμό "jeet monnet"  που έγινε στη Γένοβα της Ιταλίας. 

Ποιητικές Συλογές : Με τα μάτια της ψυχής μου (2000) 


Αγάπη για τη ζωή και Για τη ζωή τραγούδια θα κεντώ: Δύο Ποιήματα του Παύλου Ανεμόμυλου

ΞΥΠΝΑ Ραγιά / Ανδρέου Ειρήνη


Έφτασε η ώρα της σιωπής, πια τι να πεις
που ένα μπουρδέλο την πατρίδα καταντήσαν
της ηδονής και της κοιλιάς δούλοι παχιοί 
στο σβέρκο του φτωχού σαν βδέλλες εκολλήσαν.

Για να ξεφύγεις απ' το λούκι δεν μπορείς
πολιτικάντηδες σου βάλαν τη θηλιά.
μπουρλότο θέλει η βουλή κι εσύ μαζί
που σε κουρεύουν, σε πηδάν κι ούτε μιλιά.
Φίμωτρα σου φορέσανε σε δέσαν στα τσιγκέλια
μα εσύ νομίζεις πως σε ντύσαν μασκαρά.
Γυρνάς σε καρναβάλια, χορεύεις τσιφτετέλια
κουνιέσαι στο ρυθμό τους και παλαμάκια σου βαράν.
Βολεύτηκες εκεί σε μια θεσούλα
γλείφοντας κόμματα, παλιό το σκηνικό
έχεις ταυτότητα, σαν το αρνί με βούλα
δούλος στο σύστημα, ραγιάς κανονικός.
Ο τόπος γέμισε με ξένους κάθε ράτσας
και τα παιδιά σου παν να ζήσουν μακριά
και η τιβί κσθημερίς σου κάνει πιάτσα
κι ότι σκουπίδι στο πουλά ,ΞΥΠΝΑ ραγιά!
Ζόμπι σε καταντήσανε, σε ψέκασαν καλά
παίζεις τον ρόλο σου τον ζεις μες στο πετσί σου.
σου μάθανε το μάθημα μα πρόσεξε καλά
μην γίνεις δήμιος στο ίδιο το παιδί σου.

ΠΡΟΣΑΡΑΞΗ / Ανδρέου Ανδρέας

Κι όταν κάποτε φτάσης 
η θάλασσα δεν θα υπάρχει πια
- μόνο λειψοί σκελετοί πλοίων 
στην ακροθαλασσιά π΄ αρμένισαν κάποτε
τον Ήλιο. Θα καταλάβεις τότε πως ήσουν 
πολύ ξένος για τη θάλασσα, 
πως δεν της ήσουν τίποτα.

Τρίτη 28 Αυγούστου 2018

Το κάστρον / Αναγιωτού Πάμπης

Το κάστρον εκσπερματώνει θλιβερές αναμνήσεις
υπό μορφήν βίαιων κυμάτων. Το κάστρον είναι
μια προέκταση του βραχίονα των βράχων που
εφορμούν εν στύσει προς τον παρθενικόν υμένα
των ουρανίων σωμάτων. Το κάστρου δεν επιδέχεται
την εύσπλαχνον επαιτείαν,
ούτε επιζητεί γόγγους επετειακούς.
Δεν μπορεί όμως και να βαστάξει
την λήθη διάττοντος αστέρα.
Απαιτεί την συρρίκνωσιν όλων των αξιών
εις την μίαν και την μοναδικήν λέξιν της Ελεφθερίας.
Διότι, πώς άλλως θα δυνηθεί να λεφκάνει
την χαίνουσαν πληγήν της νύκτας;

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2018

Κλεψύδρα / Αναγιωτός Κυριάκος


Να, τώρα
ετούτη τη στιγμή
το σήμερα γίνεται χθες,
το χθες παρελθόν
και το παρελθόν μύθος.
Η κλεψύδρα 
με συνθλίβει
στο στένωμά της.
Ασφυκτιώ
στο πλέγμα των μεσημβρινών
και με τους παράλληλους.
Κι εσείς
αδιάκοπα στιλβώνετε
την επιτύμβιά σας στήλη.

Στα βράχια / Αναγιωτός Κυριάκος

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΝΑΓΙΩΤΟΣ



Άξαφνα,
τα όργανα
πέτρωσαν
στα χέρια των κιθαρωδών.

Στα κρεματόρια
των αυτόματων ταμιακών,
αποτεφρώθηκε
το δείπνο της τυροφάγου.

Μεσίστια κυμάτιζαν
οι χαρταετοί,
ανήμερα των κουλούμων.

Ποια η γύμνια
και ποια η μεταμφίεση;
Ποιο το πρόσωπο
και ποιο το προσωπείο;

Στα βράχια,
μονάχα τα αυτοφυή κυκλάμινα,
δεμένα πισθάγκωνα,
αρνούνται να προδώσουν την Άνοιξη.