Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Ειρήνη / της Άντριας Γαριβάλδη



Τα σπίτια μας λευκά
ειρήνη
και τα ψηλά καμπαναριά
γαλήνη

Τα χελιδόνια φτερουγίζουν,
πετούν στο φως
και τα ματάκια παιγνιδίζουν
ρωτούν το πως,
ειρήνη.

Λεμονανθοί, μοσχοβολιά,
λόγια γλυκά, τριανταφυλλιά
και μες στο πράσινο
αγνοί παλμοί της Ρωμιοσύνης.

Είν' η ζωή, η ξεγνοιασιά,
των λουλουδιών μια ζωγραφιά,
του βρέφους το χαμόγελο,
ήρεμο ξύπνημα πουλιών,
το γέλιο της μητέρας
και η φρεσκάδα παιδικών κραυγών.

Και ότι άλλο κρύβεται δειλά
μες στης αγάπης τη χαρά,
ρωτούν δυο μάτια να τους πω
εμπιστευτικά,
ειρήνη.

Αιώνιος άρχων / Άντρια Γαριβάλδη


Ζεστό ένα χάδι
πέρα απ' το μνήμα,
μες στο σκοτάδι
τραβά το νήμα.

Θαμμένο στάχυ
δίχως πυξίδα,
χαμένη μάχη
χωρίς ελπίδα.

Φαρδύ το χάσμα
ανθρώπων χάλι,
αρχαίο φάσμα
που πια δεν θάλλει.

Θολό το ρέμα
γλύφοντας φεύγει,
χαμένο βλέμμα
τη λήθη θέλγει.

Φωνή, φοβέρα
μόνος υπάρχεις,
πέρα απ' το πέραν
το σύμπαν άρχεις.

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

Αγάπη για ζωή (απόσπασμα)

Εμείς που αγαπάμε την Ελευθερία, 
την Ειρήνη,το δίκιο, το φως, 
τη ζωή και τον άνθρωπο. 

Ανοίξαμε τα πηγάδια της καρδιάς
να ποτίσουμε τον κόσμο, 
να ποτίσουμε τα πουλιά,
να ξεδιψάσουμε τα διψασμένα χείλη 
των σκλαβωμένων, των αιχμαλώτων,
των αδικημένων της γης.

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2015

αυκά αυκά γοράζω τα



Αυκά αυκά γοράζω τα,
Γοράζω τα πουλώ τα
Του θκιού μου του κολόκα,
Που κάμνει κολοκούθκια
Τζαι τρών τα κοπελλούθκια

Δημοτικό που ακουγότανε σε παιχνίδι νέων κατά την διάρκεια των εορτών του Πάσχα

Δίστιχο της Κύπρου για την προσμονή της Λαμπρής


Θεέ μου νάρταν οι Λαμπρές να κρεμμαστούν οι σούσες
τζαι να γεμώσουν τα στενά ούλλον μαυρομματούσες.

Ερωτικά δίστιχα "Σούσες" της Κύπρου


-Ποιός κρίνος ωραιότατος σούδωσεν τες ασπράες
τζαι ποιά μηλιά γλυκομηλιά τες ροδοκοτσιηνάες;
-Σήμερον η αγάπη μου είπεν του ήλιου σβύσε
τζαι βκαίνω γιώ στον τόπον σου
εν ακριβός ο κόπος σου
τζαι σέναν πκιόν κανεί σε.
-Τα μμάθκια σου τα ολόμαυρα στην άκραν μελισσεύκουν
τζι ανταν δεικλίσουν να με δούν ούλλον εμέναν νεύκουν.
-Το λασμαρίν εδκιάβεννεν τζι είπεν του δκυόσμη γειά σου,
τζι είπεν του πόθθεν έρκεσαι τζαι βκαίνει η μυρωδκιά σου.
-Η νύχτα δεκατρείς ώρες , τες τρείς ώρες τζοιμούμαι,
τες άλλες δέκα κάθουμαι τζΆ εσέναν συλλοούμαι.

Ο χορός της Λαμπρής

-Και στούς ουρανούς απάνω
γίνεται χορός μεγάλος,
γίνεται χορός και σκόλη
και χορεύουν οι Αποστόλοι.
Ο Θωμάς παίζει τη λύρα,
Γιάκωβος τη ψαλιτήρα.
ΣούρνΆ ο Πέτρος τον Ανδρία,
Ο Μαθιός τον Ζαχαρία.
Κι αλλού πάλι με αυτό:
Σήμερα Χριστός Ανέστη
Και στούς ουρανούς ευρέθη
Σήμερα τα παλληκάρια
Στέκονται σαν τα βλαστάρια!


Χορός της Λαμπρής που ανοίγει με τα παραπάνω λόγια και γίνεται στο προαύλιο της Εκκλησίας!

Τραγούδι της σαντάφκιασης


 Άδε μαντάτο σκοτεινό
τζαί μέραν λυπημένην
που ήρτεν σήμερον σε μέν
την πολλοπικραμένην,
επιάσαν τον υιούλλην μου
τζι έμεινα ορφανεμένη.

Τραγούδι- θρήνος της Παναγίας που ακούγεται από τα στόματα των πιστών την
Μ.Παρασκευή στις ορεινές περιοχές της Κύπρου

Δύο τραγούδια του Αγίου Λαζάρου (Κύπρος)


1. 

«'Αρχοντες Καλή μέρα σας
Καλή γιορτή απάνω σας.
Ήλθαν τα Βάγια ήλθασιν
Και του Λαζάρου έγερσις.
Τ'Α 'Αγια Πάθη του Χριστού
Αξίως προσκυνήσωμεν
Και την Λαμπράν Ανάστασιν
Καλώς να την εφθάσωμεν».

2. 

«Ο Λάζαρος ο Δήμητρος
Ο κότσιηνο πεθύμητος
Ακούσαν τον οι όρνιθες
Τζ'Α (και) εκάτσαν να γεννήσουν
Τ'Α αυκά να κοτσιηνήσουν (κοκκινήσουν)»

ΣΤΩΝ ΗΡΩΩΝ ΤΗ ΜΥΣΤΙΚΗ ΜΝΗΜΗ




Εκεί,  στους άνυδρους βράχους των Ιμίων
ξαποστάσανε ψυχές.
Κι ανατείλανε δειλά , στους δρόμους των δακρύων
των γοργο φτέρουγων οι ένδοξες στιγμές.

Εκεί, στην γαλήνη των άγριων κυμάτων
οι ζωές τους αφεθήκανε.
Και σε τόπους ανωνύμων αθανάτων,
πικροδάφνες του Γενάρη, αναστηθήκανε.

Ήταν μια Άνοιξη, εκείνος ο μυροβόλος χειμώνας
καθώς πέφτανε
απ΄ την ζάλη του κόσμου. Και ο άνανδρος αιώνας
σκοτεινός και μικρός, να δακρύσει έφτανε .

Έκτορα, Χριστόδουλε, Παναγιώτη
τι και αν χαθήκατε,
οι μορφές σας, μια άγρια νιότη,
σαν αγιόκλημα, μύρο,  δεν μαραθήκανε .

Και είστε εδώ! Φωνές στα πελάγη απλωμένες !
Φως,  που πέτρες συνθλίβεις!
Στους δικούς μας σκοπούς , μυρτιές ριζωμένες !
Πόσο πατρίδα μας θλίβεις!




 Σημείωση: Το παραπάνω ποίημα επιλέχτηκε από τον συγγραφέα Νικόλαο Παούνη και συμπεριλήφθηκε αντί επιλόγου στο βιβλίο: ΙΜΙΑ 1996 ''o bayrak inecek''-the book

Βράβευση τριών Ποιητών της Κύπρου από τον Κυπριακό Σύνδεσμο Παιδικού Νεανικού Βιβλίου


Στο άρωμα του έρωτα ανασαίνει η ψυχή


 

Στα χρώματά σου
Γεννιέται  ο έρωτας
Τριαντάφυλλο

Φυλακισμένος πόθος
Αγκάθινη ομορφιά
Υποκλίνομαι

Ουράνιο τόξο
Το βλέμμα σου στης καρδιάς
Την καταιγίδα

Βάλσαμο γλυκό
Το χάδι σου στης ψυχής
Την τρικυμία

Η αγκαλιά σου
Απάνεμο λιμάνι
Ρίχνω άγκυρα

Κυριακή 15 Μαρτίου 2015

[Περνά ο καιρός] / Δαπόλα Μαρία

Περνά ο καιρός, καταλαγιάζει ο θυμός.
Ξεχνιούνται εικόνες και πάθη.
Αλλάζουν και πάλι οι ρυθμοί, 
θωπεύεις ξανά τον εαυτό  σου.
Δεν απογοητεύεσαι γι΄  αυτά που άλλοτε θεωρούσες πληγές.
Άλλωστε τώρα πια έμαθες να βλέπεις από τον εξώστη 
τις παραστάσεις των ανθρώπων. 

Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

Stoppage in transit

Για τόσα λιγοστά ποιήματα  λοιπόν, εχάλασες το βίο.
Για τόσες λεύγες που παραχωρήθηκαν σαν να τις διένυσες 
ανακόπτοντας ακταιωρούς 
να συμβουλεύονται τους φαροφύλακες
επειδή απλά κεράσανε καφέ 
κι υποσχέθηκες να βοηθήσεις. 

Αν όχι, διατηρούντες την ιθαγένεια και τη ψαρίλα 
ήθελον μεταναστεύουν. 
Με τα δικαιώματα ευθανασίας
επί κατεχομένων χειρογράφων υπό μάλης 
δυνάμει καμίας αναχώρησης
όσο ενός ολονυχτίου βαδίσματος 
όσο κι αν γκρίνιαζε η ψυχή 
για τ΄ ακατάλληλο κατάλυμα.

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

( ΑΠΟ)ΜΟΝΩΤΙΚΗ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ

Eλένη Αρτεμίου-Φωτιάδου



Είκοσι χρόνια σε αγγίζω με τα γυάλινά μου δάχτυλα
Κρύα η έλλειψη αυτή του αίματος
Μένω εικόνα παγωμένη σ΄ένα διάλογο σιωπής

Βίοι παράλληλοι, ανεξερεύνητοι όσο η ανθρώπινη μοίρα
οριοθετούνται εν τέλει  απ΄το αναπόδραστο
Και το παράθυρο ανάμεσά μας  αποξηραμένη άνοιξη
που δεν ανθίζει καλημέρες και ευχές

 Για τούτο κι έμεινε ο καθένας στο μουντό καιρό του
πίνοντας πότε αργά πότε γοργά τις βρόχινές του μέρες
σηκώνοντας φουρτούνες κι αδιέξοδες ροές
Ποτάμια  ήμασταν,  ποτέ δεν συναντήθηκαν
μα άκουγε  το ένα τη βουή του άλλου και πνιγότανε

Το ξέραμε, το γράψαμε μια μέρα  στη σκιά του βλέμματός μας  
Αν φώναζα τ΄όνομά σου, θα μου απαντούσες σαν ηχώ
Αν το δικό μου έκραζες,  θα αντιδρούσα  σαν  συν-ενοχή
Μα  τώρα είναι αργά για τη στιχομυθία του Ανθρώπου
Ούτε ένα ψίθυρο δε μας χαρίζει πλέον το αναπάντεχο
Εσύ μες στο μυστήριο του σύμπαντος κι εγώ πια τόσο  χαμηλά
 να σκάβω επίμονα  το χώμα με τα μάτια και τίποτα να μη φυτεύω

 Λοιπόν, είκοσι  χρόνια δέντρα δεν καρπίσαμε
Γι΄αυτό και τρώγαμε ο καθένας παξιμάδι τη ζωή του
Νηστεύαμε χωρίς μετάνοια, νερό και πίκρα κοινωνούσαμε
Είκοσι χρόνια, λέω, σε ταξίδια δίχως συναντήσεις ,μοναχικοί μόνο σταθμοί
Όσο να καπνίσει η ζωή ακόμα ένα φύλλο και να το ρίξει λίπασμα στη Λήθη
Και τώρα μονάχα η απουσία προσκαλεί
Το δικό σου πέρασμα στη θάλασσα με έσυρε στη σκέψη ναυαγό
Μα τι αλήθεια προλαβαίνω;
Πόσο προφταίνω ακόμα με  τα δυο μάτια μου κουπιά σπασμένα;
Κι ένα στερνό μας πέλαγο
πώς μάζεψε στην έρημο κι έχει απομείνει δάκρυ;




΄Επαινος στον 33ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό της Πανελλήνιας ΄Ενωσης Λογοτεχνών  : Φεβρουάριος 2015