Τρίτη 20 Ιανουαρίου 2015

Ο ΦΑΥΝΟΣ / Μοράρης Γιώργος



Πίσω τους άφησαν οι λουόμενες
φορέματα από χλόη
και τ’ άπλωσαν όαση στην ερημιά.
Παίζουν τα μαλλιά στον τράχηλό τους
ουρά της αλεπούς
εγερτήριο για το παλιρροϊκό μας αίμα.
Σε θάλασσα λεία σαν τη λεκάνη τους
η σωματική μας αιχμαλωσία λύνεται
μόνο με τον γάμο των πνευμάτων.

Εκείνος αναδύθηκε
μέσα από τα στρώματα του χρόνου
Έγιναν τα ρούχα διάφανα
που σχεδόν ενώθηκαν με το δέρμα του.
Βγάζει μόνο τα σάνδαλα
κι ορθώνεται στις οπλές.
Είναι Φαύνος.
Το δαιμόνιο ψάχνει το πνεύμα μας
να γίνει ταίρι.

ΣΤΗ ΜΗΤΡΙΚΗ ΕΛΙΑ / Μοράρης Γιώργος



Ελιά ετοιμόγεννη
χάρισε τον καρπό στη γη
κι άσε το λάδι σου να φτάσει
στα τραύματα των αγαλμάτων.
Ριγούν τα νέα κλαδιά
που ενώνονται με τον αρχαίο κορμό σου.

Σε κάποιο χρόνο που δεν έδυε ποτέ
τελείωναν εκείνοι
φροντίζοντας τη μακρινή ζωή σου.
Όταν στην ανάσα τους οι ουρανοί κλείναν
ανάγκαζαν τη θάλασσα να γίνει
πεδίον της τόλμης τους ταξιδεύοντας για τους γάμους
του ανέστιου δαίμονα.

Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2015

Ταφική απομόνωση / Μοράρης Γιώργος



Καμιά εκπλήρωση
δεν μπορούσε ν’ αναχαιτίσει
τα μάτια μας που έπλεαν
και χάθηκαν μακριά.
Κάτω από την επιφάνεια της λίμνης
γλιστρούσαν οι χελώνες
σχημάτιζαν ερωτική πομπή
και χόρευαν στο υδάτινο μισόφωτο.
Εκεί που τα γλυκά νερά της αλμύριζαν
πρόβαλε το φάντασμα της αρχαίας θάλασσας
με τα κύματα των άπειρων υποσχέσεών της.
Βγήκαν φεγγάρια
που καταδύθηκαν για το λουτρό τους
και ξανάνιωσαν
κεφάλια Νηρηίδων
στήθη που τέμνουν το πέλαγος.
Ενωθήκαμε με τα είδωλα
που δεν επέστρεφαν
στον απαλό καθρέφτη του νερού.
Το πόδι του χρόνου κρινόταν
στους βραχίονες μιας ζυγαριάς
χωρίς αντίβαρο.
Ταλαντεύτηκε μπροστά μας η θέα
και το φάντασμα της αρχαίας θάλασσας
αναδιπλώθηκε να διαλυθεί
στο σάβανο της ομίχλης.
Οι χελώνες άκουγαν κραδασμούς
που δεν τους εννοούσαμε
μας οδηγούσαν
τα πηδάλια των ποδιών τους
εκεί που μετατοπίσθηκαν όλα
στην αρχική θέση τους.
 Όπως άνοιξαν
έκλεισαν οι πύλες του τοπίου
ενταφιάζοντας
απομεινάρια
μιας ακινητοποιημένης ζωής.
Έρμαιο στη ναυτία των αιώνων
εκείνος π’ αφήνει
την αρχαία θάλασσα ν’ αναπαύεται
μέσα στην ψυχή του.


Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2015

Η ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΡΕΦΤΗ / Γεωργαλλίδης Ανδρέας



... χρώματα απέναντι
φτιαγμένα να ταιριάζουν
αφέθηκαν,
να ακουμπήσει το ένα το άλλο
μέσα στη συμφωνία μιας σιωπής,
το φως να καθρεφτίζεται
σκιές να υπάρχουν
εσύ

ΠΕΜΠΤΗ ΕΠΟΧΗ / Γεωργαλλίδης Ανδρέας


...σημειώνομαι
για να μην τρόμαζω
την πέμπτη εποχή.
Κρατάω την ανύπαρξια του χρόνου
αναβάλλοντας έτσι
την τακτοποίηση των γεγονότων
σε μια αχρείαστη σειρά.
Άτακτα λοιπόν τα γεγονότα
ώστε επίλογος
να μην υπάρχει...

ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ / Γεωργαλλίδης Ανδρέας


Αποστέλλω λοιπόν
ένα παράθυρο κενού
στη σιωπή της σιωπής.
Ας προσπαθήσει ο παραλήπτης
να αναγνώσει
τούτη τη λευκή σελίδα
και με υπομονή
να μετρήσει
τις τόσες ανύπαρκτες λέξεις της.

ΎΠΑΡΞΗ = F(ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ) / Γεωργαλλίδης Ανδρέας


...οι προνομιούχες του σκέψεις
μόνο μεταβλητές παρήγαγαν.
Είχε καταντήσει το νου του
ένα ίσως,
μιαν αδυνατότητα μεταξύ
της ύπαρξης και της ανυπαρξίας...

ΣΥΜΦΩΝΟΙ / Γεωργαλλίδης Ανδρέας


Αφού ανταλλάξαμε σιωπηρές αρνήσεις
χαθήκαμε σύμφωνοι.
Έτσι,
θα έχουν οι στίχοι νόημα
όταν θα φτιάχνουμε
το ποίημα «Σύμφωνοι»

ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ / Γεωργαλλίδης Ανδρέας


Εδώ,
δεν φωνάζει πια κανένας
τ’ όνομα του.
Όλοι γνωριζόμαστε
και έχουμε γίνει τώρα φίλοι.

ΑΛΗΘΙΝΕΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ / Γεωργαλλίδης Ανδρέας


Ανανεώνω
τις σιωπηρές μου συμβάσεις
διαγράφοντας τον ήχο.
Η σιωπή δεν παραφράζεται
όταν οι έννοιες
έχουν αληθινό βάθος

Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2015

[Μεσ’το βυθόν της θάλασσας]

Μεσ’το βυθόν της θάλασσας
Να ρτουν να με γυρέψουν
Αν δεν μερώσεις ναρκεσε
Για τ’ότι πάθω ενάν που ‘σεν
Πιον βάλε νουν τσαι σκέφτου
Δεν θα γυρέψουν με παπάν
Πιλέ να ξοθκιαστούσιν
Αν δώσω τούντην αφορμή
Που να το φκάλουν το κορμί
Πνιμένον να τον δούσιν
Τούτη η αιτία εν να φανεί
Τσι’οι ξένοι τσι’ούλλοι οι χωριανοί
Θα την κατηγορούσιν

[Αλεύρι Αυστραλιανό]

Αλεύρι Αυστραλιανό εν τα δικά της στήθοι
Τζιεν μου κοντεύει να τα δω
Τσι’εσιη παφής μ’αρνηχεί
Ορκίζετουν πως μ’αγαπά
Τσι’που εκαταντίχειν
Αν εβρεθεί πλάσμα στη γην
Τ’αστρα να τα μετρήσει
Τότες να το παραδεχτώ
Άλλον να πως θ’αγαπήσει
Να τα ξεχάσει τα καλά
Τσαι μέναν να με αφήκει.

Η αρχή και το τέλος του ανθρώπου / Πόλια Προκόπης

Ό,τι δουλειάν αρκέψουμεν, έσιει αρκήν τζιαι τέλος,
γεννιέσαι έρκεσαι μωρό, στο τέλος είσαι γέρος.
Χωρίς να θέλεις γράφεσαι, μέσα στους γέρους μέλος,
θκιώχνουσε τζιαι που την δουλειά, στο σπίτι σου να πάεις,
τζιαι καρτεράς τη σύνταξη, στο μήνα να την πιάεις.
Αν έσιεις χρήματα πολλά, να κάτσεις να τα φάεις,
γιατί αργά ή γρήγορα, στον Άδην ενα πάεις!