Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

Στη γη του ήλιου


Δεν είχα μερτικό στον ήλιο
μ’ αγάπησα τη ζωή για το δείλι.
Μες στο λιγοστό φως
και τους αποκαμωμένους ανθρώπους
βρίσκει κανείς τα χρώματα,
την ουσία απ’ τα μυρωδικά του προορισμού.
Αυτά, που δεν είναι ανάγκη ν’ αγγίξεις
για να πιστέψεις,
η καρδιά ξέρει να γνέφει σαν τα συναντάς,
χορεύει στους παλμούς της αγάπης.
Για λόγια αγάπης θέλησα να μιλήσω.

Ξημέρωμα


Ο Ήλιος απάλυνε πληγές,
συγχώρεσε τους φόβους.
Τι ευλογία Θεέ μου το ξημέρωμα…
Χάθηκα μες στο φως του πρωινού,
η ψυχή μου βρήκε και πάλι ρυθμούς.
Ποτέ δεν έπαψαν τα σκοτάδια της
και γω φοβούμενος μη χαθεί
διψούσα να τη σώσω.
Δεν αναζητώ την ευτυχία,
την ψυχή μου αναζητώ.
Να πορεύομαι μαζί της ως το τέλος.
Ίσως τότε, ευτυχισμένος…

Επισκέπτες


Σκέψεις αφόρητα στριμωγμένες παντού
γεμίζουν βασανιστικά το δωμάτιο.
Κάνω να τις κάψω με το κερί που τρεμοπαίζει,
να μην αφήσω ίχνος,
να μη μάθει για μένα κανείς.
Να σκορπιστώ σαν τις λέξεις,
ν’ αλλοιωθώ σαν αποκαμωμένο καράβι
που η αλμύρα της θάλασσας τσάκισε.

Καίω μερικές, ανασαίνω!
Οι στάχτες τους όμως γεννούν άλλες.
Έρχονται και παίρνουν ψυχή απ’ την ψυχή μου,
ένα μερίδιο τους δίνω σαν παλιά οφειλή.
Δεν αφήνουν περιθώριο για τ’ αύριο.
Είναι αμείλικτες.
Mε ματαιότητα το πλάθουν ξανά,
ύστερα αποχωρούν.

Ποίηση


Πόσες φορές δε σ’ άφησα να γεννηθείς ποίηση.
Πόσες φορές σ’ έκρυψα
να μη βρεθείς αντικριστά με τη σκέψη,
από εγωισμό,
τον φόβο μην πονέσω
καθώς οι στίχοι καρφώνονται σαν πρόκες στην ψυχή.
Φόρεσα το προσωπείο της ευτυχισμένης ζωής
και σ’ απαρνήθηκα
μην καταλάβουν οι άλλοι πως οι συναντήσεις μας
εξομολογούνται όλα τα μισά της ζωής.
Μη δουν τη μυστική αλήθεια.

Τίμημα


Φοβάμαι,
που έμελλε να πορεύομαι
στα μονοπάτια των ποιητών,
να βλέπω τη ζωή μ’ άλλα μάτια
απ’ εκείνα του κόσμου.
Πονάει η κάθε μέρα, πονάει…

Τέλος




Θα κρατήσω για πάντα στο κέντρο μου
το ουράνιο τόξο που μου χάρισες
να βάφω τις αναμνήσεις και τα όνειρα
Ήλιε μου
Και θα φαντάζομαι πως ταξιδεύεις μαζί μου
μέχρι το τέλος της διαδρομής
εκεί που τελειώνουν τα ψέματα

Θα ονειρεύομαι πως φτάνεις μαζί μου
στη χώρα του "κάποτε" εκεί που διαγράφονται
όλες οι προηγούμενες διαδρομές
Στα σταυροδρόμια και στα ξέφωτα της ουτοπίας
εκεί που όλες ελπίδες γίνονται βροχή και χιόνι
στα χέρια σου

Ήλιε μου
Εκεί που τελειώνει ο δρόμος

Αφιέρωση / Τυρίμου Γ. Ελένη




 Αφιέρωση - Πρώτη Εκτέλεση: 21.03.2012 Πρώτη Εκτέλεση: 21.03.2012 Στίχοι: Ελένη Τυρίμου Μουσική: Διασκευή, ΦΩΝΗ ΑΥΚΟΡΙΤΙΣΣΑ ΝΕΚΑΛΑΛΙΣΤΗ - Νάσος Γεωργίου, Πρώτη εκτέλεση: Μαρία Κάρυου -Σαρρή

ΑΥΤΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ



Αυτά τα μάτια που κοιτάζουν και το μυαλό μου ζαλίζουνε
Και της καρδιάς μου τους χτύπους αλλάζουν τον ρυθμό
Αυτό το γλυκό το χρώμα των ματιών σου το πράσινο
Με κοιτούν και αλλάζουν χρώμα και όλο γίνεται πιο γλυκό

Με κάνουν κομμάτια αυτά σου τα μάτια σαν θυμώνεις κι` αλλαζουνε
Σαν θάλασσας φουρτουνιασμένης τον βυθό αυτά τα μάτια που τόσο αγαπώ
Που τα πήγες αγάπη μου τα γλυκά σου τα μάτια
Ίσως άλλον κοιτάζουν και με έχουν κάνει κομμάτια

ΗΘΕΛΑ


Ήθελα γιώ να'μουν πουλλίν κοντά σου να πετάσω
τζιαι να βρεθώ έναν πορνόν δίπλα σου για να πνάσω .

Ποστάθητζιεν πιον η καρκιά μακρά σου να μεινίσκει
δίχα σου κάθε σταλαμή γέρνει τζιαι μαρανίσκει

Ηθελα γιω να μουν χαρά σε σέν να την χαρίσω
τζι ύστερις εθ θα μ' ένοιαζεν τζιαμαί να ξηψυσήσω

Ηθελα νάμουν άνεμος κοντά σου κάθη μέρα
ναρκουμουν να σε δρόσιζα να σε κρατώ μανιέρα

Ηθελα ναμουν σύννεφο να σσιάζω να δροσίζω
τζιαι την καρκιά σου π'αγαπώ μόνον εγιώ να ρίζω

Ηθελα γιω νάσουν κοντά να μου λαλείς “χαρώ σε”
Να μου λαλείς “μες στην καρκιά έχω σε τζι' αγαπώσε

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ



Μας παραμόρφωσαν από τάξη και συνείδηση
Θεό
      Θάνατο
                  Θρησκεία
                                 πατρίδα
                                              μνήμες
                                                         ιδέες
και μας είπαν "εμπρός παιδιά"
ιδού ο δρόμος γρηγορείτε
να προλάβετε το τίμημα.
Φύσηξε ο αγέρας δυνατά
κι έσκασε απ΄ την κορφή του
ο μεγάλος βράχος.

ΤΕΛΕΤΗ



Του νεκρού ο τάφος
σκάφτηκε με "σύνεργα διαβόλου".
Πρόσωπα ιστάμενα υψηλά
κι η φιλαρμονική δεσπόζανε του χώρου.
Ήταν μέγας "πατριώτης" ο νεκρός
του ταίριαζε η τόση τελετή κ.τ.λ κ.τ.λ
Μα ξάφνου εκείνη τη στιγμή
κάποιο μικρόσωμο σκυλί
περνάει το πλήθος και γαυγίζει.

ΓΥΠΑΣ




Τώρα το κλάμα
ανατριχιάζει μες στις ρίες του
και το παιδί
καθώς κι ο ήρωας κοντά του
απ΄ το μεθύσι τους γελάνε.
Δάκρυα από δάκρυα η θάλασσα
πιότερο η γλώσσα αλμυρίζει.
Γύπας ο άνθρωπος.
Γύπας κι ο γύπας.
Βλέπει τους βιασμούς
το κίνητρο της γέννας
-δεν έχει κόρη φαίνεται
να κλάψει ο πρωτομάστορας-
η μοίρα είναι φτιαχτή
και θα περάσει λέει.

ΣΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ



Μπόλι της προσφυγιάς
ένα παιδί
που μεταφέρεται νεκρό
μες στο σκοτάδι.
Αγγελινό το πρόσωπο
σαν στου χωριού
το λιμανάκι η γαλήνη
Αψύς καιρός
και σταλαχτίτης πόνος.
Στην εξορία ο τάφος του
κι η γη με τα πλιθάρια.

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

QUO VADIS!

Φρενοκομείο! σ΄ έζωσε ή "σώφρων" πολιτεία...
Κι όμως σα να ΄ναι , θαρρώ 
που σε θυμάμαι ολόκληρα μίλια αλάργα να ΄σαι
απ΄τ΄ "άσυλο των γνωστικών"...

Φρενοκομείο! σ΄ έζωσε ή "σώφρων" πολιτεία...
Κι απόξω  απ΄ τους αψηλούς 
τους τοίχους σου, του πολέμου η λογική οργιάζει, 
"τετράγωνη", μες στους ανθούς...

Φρενοκομείο! σ΄ έζωσε ή "σώφρων" πολιτεία...
Κι είναι "εξίσωσις" αλγεβρική:
Εσύ ή εκείνη νικητής, σ΄ αυτή την άγρια πάλη, 
σ΄ ευτούτη τη στυγνή εποχή;....

ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Κρούουν τατρελλά οργανάτα 
την μπαλλάντα της εφήμερης άνοιξης. 

Μες στην ήρεμη θάλασσα
τα ρίγη τους θ΄  αντικρίζουν τ΄ αστέρια. 

Πάνω απ΄ τη χλωμή ψυχή μου 
σμίγοντας το φως του 
με την αίθρια σιωπή της νύχτας
λουλούδιζε νοσταλγικά το γαλανό φεγγάρι. 

Πλάι στις πολυθρύλητες γοργόνες 
πλάι στα κύματα που γλυκοψιθυρίζουν 
το γυρισμό του ναύτη, περιμένω 
τ΄άσπρο πανί που λυγάει
πάν΄ απ΄ τη θάλασσα. 

Με τη κρυφή λαχτάρα του ανέφικτου
έζησα μόνο να χαρώ σαν ένας ναύτης 
σαν ένα πουλί θαλασσινό 
τις ξένες ακρογιαλινές χαρές.