Τετάρτη 2 Ιουνίου 2021

Αντρούλλα Θεοκλή - Νικηφόρου : Τρία [3] ποιήματα

 



Η ποίηση της Αντρούλλας Θεοκλή - Νικηφόρου προσδιορίζεται από τις μνήμες της χαμένης πατρίδας. Διακατέχεται από τον πόθο της επιστροφής. Οι εικόνες από το παρελθόν έρχονται συχνά- πυκνά να στοιχειώσουν το παρόν και περιφέρονται ως σκιές ανάμεσα στην ομορφιά των στίχων. Κελαριστές οι στροφές αναδύουν έντονα συναισθήματα.

Δημήτριος Γκόγκας



Ανάμνηση καλοκαιριού
 
Χωράφια χρυσοκέντητα,
με στάχυα πλουμισμένα,
γέρνουν σιγά και προσκυνούν,
χώματα αγαπημένα!
 
Καρπό μέσα γεμίσανε,
σιτάρι κεχριμπαρένιο,
που ο Θεός το βλόγησε,
και είναι ευλογημένο!
 
Κάψα του ήλιου καλοκαιρινή,
στο θερισμό τραβάνε,
μαντήλι έχουν στα μαλλιά,
δρεπάνι να κρατάνε.
 
Μαντήλι ,για να σκιάζουνε,
τον ήλιο και τη κάψα,
το δρώμα απο τα μάτια τους,
να στάζει στα χωράφια.
 
Με το τραγούδι ο κάματος,
του θερισμού περνάει,
κι η μάνα μας ακοπίαστα,
τον κόπο αψηφάει.
 
Βάσανα ,κόπο,κάνανε,
μιά άλλη εποχή,
στο σπίτι για να φέρουνε,
ένα γλυκό ψωμί!
 
Θυμάμαι και τη μάνα μου,
στο θέρος να κινάει,
μιά ανάμνηση παλιά,
στο νού μου τριγυρνάει.
 
Στάχυα χρυσοκέντητα,
βλέπω τώρα μπροστά μου,
και μιά ανάμνηση καλοκαιρινή,
έγινε συντροφιά μου!!!!
 
**
ΔΙΑΛΟΓΟΣ με την ΧΡΥΣΟΜΗΛΙΑ
 
Χρυσομηλιά μου αρχόντισσα,
σαν νύφη στολισμένη,
από τα νύχια ως τη κορφή,
στολίδια φορτωμένη!
 
Ήρτα για να συντήχουμε,
να κάτσω στην σκιά σου,
να πάρω από σένανε,
λίγο άπ´το άρωμα σου!
 
Ερ.
Χρυσομηλιά τα μήλα σου,
πώς τα παραχρυσώνεις ,
κάμνεις τα όπως τα χρυσά,
τα μμάθκια τα θαμπώνεις;;;
 
Απ.
Αν κρατάς το μυστικό,
εγιώ εν να μολοήσω,
τζιαί να σου πώ ,πώς γίνεται,
προτού καρποφορήσω.
 
Θέλω χώμα τ´Αϊ Γροσιού,
της Χάρτζιας ,Καλογραίας,
οι ρίζες μου κρατούν καλά,
μέχρι βαθύ το γέρας.
 
Θέλω το χώμα μου καλό,
οι ρίζες μου ν´απλώνουν,
νάχω αύρα τού Βορκά,
τζιαί τα κλαθκιά φουντώνουν.
 
Ερ.
Χρυσομηλιά τα μήλα σου,
μοιάζουν με χρυσαφένια,
λαμποκοπούν ,αστράφτουσιν,
μοιάζουν παραδεισένια.
 
Απ.
Παίρνω αύρα του γιαλού,
τζιαι του βουνού αέρα,
ο ήλιος δκιά μου ζεστασιά,
τζιαι ζιώ τη κάθε μέρα.
 
Αμέτρητα τα κολιέ,
πού ρέσσω στο λαιμό μου,
ολόχρυσα ,θαμπούνουσιν,
τον κάθε ένα εχθρό μου.
 
Ένα παράπονο πικρό,
θα σου εξιστορήσω,
δύσκολες οι εποχές,
και δεν μπορώ να ζήσω...
 
Έτσι σαν καθρεφτίζομαι,
τζιαι βλέπω τη νοσσιά μου,
στάσσουν βροσιή τα δάκρυα,
πούσαστε μακριά μου....
 
Σε ξένα σιέρκα βρίσκομαι,
τα χνώτα δεν ταιρκάζουν,
ότι να θέλω δεν έσιει,
ούτε με λοαρκάζουν.
 
Το πρόσωπο μου εμάρανε,
τα φύλλα μου ελουβήσαν,
τζιαί το κορμί μου εσάπηκε,
οι Τούρτζιοι μ´αφανήσαν.
 
Μόνο οι ρίζες μου κρατούν,
πούναι βαθκειά στο χώμα,
περάσανε χρόνια πολλά,
αμμα κρατούν ακόμα.
 
Παίρνω νερό του Πλάστη μου,
διώ τους,για να πιούσι ,
τζιαι ελπίζω,τζιαι παρακαλώ,
πέρκιμο κρατηθούσιν.
 
Αν κάποτε με το καλό,
πίσω να ξανά ρθείτε,
τουλάχιστον τα πορίζια μου,
πέρκιμο τζιαί τα βρείτε...
 
Επίλογος.
Αϊ Γροσίτισσα τζιηρά,
ζούσες σ'ένα βασίλειο,
στο θρόνο σου εκάθεσουν,
βασίλισσα στο ήλιο.
 
Αι γροσίτισσα τζιηρά,
τζιαι με τις δκυό σου κόρες,
την μιά στην Χάρτζια πάντρεψες,
την άλλη Καλογραία,
χρυσές ήταν εποχές,
περνούσατε ωραία!
 
Δύσκολα χρόνια ήρτασιν,
καταστροφή μεγάλη,
και μόνες σας εμείνετε,
στου Τούρκου την αγκάλη.
 
Το αχ το βαχ σου δεν περνά,
τα χρόνια κομπολόγια,
αμέτρητα να φκαίνουσιν ,
ψυσιής τα μοιρολόγια.
 
Σμίξετε τις δυνάμεις σας,
και σφικταγκαλιαστείτε,
τις ρίζες σας ,μέσα στην γή ,
ίσως τζιαί κρατηθείτε.
ώσπου νάρτει η στιγμή,
που θα λευτερωθείτε.
 
**
 
ΒΟΗ της ΘΑΛΑΣΣΑΣ του ΒΟΡΚΑ
ΦΩΝΗ της ΚΕΡΥΝΕΙΑΣ
 
Μακρόσυρτη είναι η φωνή,
μισού αιώνα κλάμα,
κλαίει η Κερύνεια μας,
πιστεύει σ´ένα θαύμα.
 
Βουβή είναι η θάλασσα,
μα ο βυθός βρυχάται,
όποιος τον πόνο ένοιωσε,
ακούει κρολοάται.
 
Μακρόσυρτη είναι η βοή,
στήνεις αυτί,γροικιέται,
της θάλασσας τον καημό,
ακούς που νεκαλιέται.
 
Με αίμα βάφτηκε ο γιαλός,
στον πάτο έχει καθήσει,
σείεται και στοιχιώνεται,
και περιμένει λύση.
 
Από τον πάτο του βυθού,
ο βρυχηθμός στοιχειώνει,
σείεται η θάλασσα,
στους βράχους ξεσπαθώνει.
 
Μακρόσυρτη είναι η φωνή,
το κύμα αγριεύει,
η θάλασσα βαρυγκομεί,
πού ο Τούρκος την κουρσεύει.
 
Το αίμα κύλισε κόκκινο βαθύ,
ξεθώριασε το γαλανό ,
της θάλασσας το χρώμα,
οι ψυχές στοιχειώνουνε,
και περιμένουν ακόμα.
 
Χάνει η ελπίδα αντοχές,
αρχίζει ,ξεψυχάει,
και οι ψυχές γίναν σκιές,
κι η θάλασσα πονάει...

Δέσπω Πηλαβάκη: Τρία [3] Ποιήματα

 



 Η ποίηση της Δέσπως Πηλαβάκη ερεθίζει τις ανθρώπινες αισθήσεις. 
Μέσα από τους στίχους της ευωδιάζουν οι πόνοι των ανθρώπων 
και εικονογραφείται το αιώνιο παιχνίδι της χαράς και της λύπης. 
Δημήτριος Γκόγκας


ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ
 
Σαν δάκρυ που κρατώ
στην άκρη των ματιών μου μην πέσει ,
έτσι μένεις στη ζωή μου
Σαν σφαίρα που τρυπά το στήθος
και μένει εκεί .
Έτσι η αγάπη σου
αιμορραγεί στην καρδιά μου
 
Ένας πρόσφυγας είμαι
και μόνη πατρίδα μου η αγκαλιά σου ,
που νοσταλγώ σε ακατάλληλες ώρες
 
Φονιάς η μοναξιά μου ,
με σέρνει σε σκέψεις τρελές
και παράλογες
Μα η φωνή σου τρυφερά ψιθυρίζει ,
πως όπου και νάσαι ,
η καρδιά σου ανήκει σε μένα ,
γιατί κτυπά μες τα στήθια μου .
 
Πως η σκέψη σου
τριγυρνά όπου κι αν είμαι ,
πως είσαι δίπλα μου , όπου κι αν ζώ ,
πως είμαι μαζί σου εκεί που βρίσκεσαι
Προστάτης άγγελος !!!
 
**
Σ ΑΓΑΠΩ
 
Στους διαδρόμους της φαντασίας
σεργιάνισα την αγάπη
και κράτησα την ευτυχία
στα ακροδάκτυλα τόσο απαλά
μην τρομάξει και φύγει
Έτσι απλά σε αγάπησα ....
 
Στις πληγές της καρδιάς
βάλσαμο το γλυκό βλέμμα
αγρίευε μέσα μου
πόθους αμαρτωλούς
που οδηγούσαν στον Άδη
Έτσι απλά σ ερωτεύτηκα
 
Κλείνω τα μάτια
και νοιώθω το χάδι σου
ν ακουμπά τη ψυχή μου
και κάνω ευχή
μην ξυπνήσω
και προσευχή
νάναι αλήθεια
τούτο που ζούμε .
Έτσι απλά σ αγαπώ
 
***
ΧΑΝΟΜΑΙ
 
Παγωμένο πουλί με πληγή στο φτερό
και πονάει βαριά η ψυχούλα μου
πικρό πίνει φαρμάκι σαν ζητάει νερό
και συ με ρωτάς πως περνάω μανούλα μου
 
Μα κοντεύει ο καιρός να ρθει η χαρά
στο κλουβί θα απλώσω το χέρι
η καρδιά τίποτ άλλο πια δεν καρτερά
η ζωή τελειώνει εδώ και το ξέρω
 
Η αγάπη πεθαίνει , μ αφήνεις και συ
η φυγή απομένει μονάχη ελπίδα
μονάχος κανένας στον κόσμο δεν ζει
φεύγεις και χάνομαι στην καταιγίδα

Δευτέρα 31 Μαΐου 2021

Η Κερύνεια μετά το 1974 / Κατσελλή Ρήνα

Η Κερύνεια του Ομήρου
στα ακροδάχτυλα της ψυχής μας
πανάρχαια παρθένα
μεταγγισμένη στη ζωή των γονιών μας
η Κερύνεια με τα χρώματά της
στις ιστορίες των ρυτίδων.
Αυτό που ζει μόνο η ζωή το ξέρει
ότι σκοτώνεται ο θάνατος το έχει.
Φονιάδες
σφαδάζουν τη θανή τους
στα αποτυπώματά μας
παριστάνοντας τροπαιοφόρους.
Ποιος είναι ποιος;
Ποιος ο σκοτωμένος
ποιος ο ζωντανός;
Η Κερύνεια του Ομήρου
στα ακροδάχτυλα της ψυχής μας
πανάρχαια παρθένα
μεταγγισμένη στη ζωή μας
ξέρει να περιμένει.
Η Κερύνεια με τα χρώματά της
στις ιστορίες των ρυτίδων
ξέρει να περιμένει και στα παιδιά μας.

Ρήνα Κατσελλή (βιογραφικά στοιχεία)

Η Ρήνα Κατσελλή, γεννήθηκε το 1938 και ζούσε στην Κερύνεια μέχρι την τουρκική εισβολή, τον Ιούλη του 1974.
Αποφοίτησε  από το Γυμνάσιο Κερύνειας.
Ασχολήθηκε με το μυθιστόρημα, θεατρικό έργο,  λαογραφικές έρευνες, ποίηση κ.α. Ασχολήθηκε με την πολιτική  και το 1974,  γίνεται η πρώτη Κυπρία γυναίκα βουλευτής στη Βουλή των Αντιπροσώπων. (1981-1996).
Είναι γραμματέας και υπεύθυνη των εκδόσεων του Λαογραφικού Ομίλου Κερύνειας.
Βραβεύτηκε τρεις φορές με το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος, μια φορά με το κρατικό βραβείο μελέτης/δοκιμίου, η Κυπριακή Δημοκρατία της απένειμε το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών το 2010 και αρκετά βιβλία της μεταφράστηκαν στα Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά και Ρωσικά.

Απεβίωσε στις 28 Μαΐου 2021

Εργογραφία:
Μυθιστορήματα:
- Τα τετράδια της αδελφής μου
- Στην Εφτάλοφη
- Στα βουνά της Τραμουντάνας
- Κερύνεια εκ στόματος γερόντων
- Γαλάζια φάλαινα
- Μη γένοιτο
- Τα φτερά του αετού
- Τζερυνειώτισσες
Χρονικό/μαρτυρία:
- Πρόσφυγας στον τόπο μου
Μελέτες:- Κερύνεια-Ιστορική λαογραφική Έρευνα
- Γνώμες ταπεινής γνώσης
- Ραγιάς-Ο άνθρωπος και το φύλλο
- Ανδρέας Χριστοφίδης-Βίος πολιτεία
- Ιστορία της Πόλης
- Ιστορία του Δημαρχείου της Πόλης
- Νίκος Κρανιδιώτης-Η εποχή και το λογοτεχνικό του έργο
- Σάβας Χρίστης-Ο αλλιώτικος
- Μαυρουδής Γεωργίου-Ποιητής Κάρμιος
- Γεώργιος Γεωργίου-Ο γνωστός Ρέουτερ
- Γιώργος Ελισσαίος-Τζιερύνεια Μάνα Μου
- Γιαννάκης Καράσαββας-Ο ζωγράφοςτης νύχτας
- Ανδρέας Χριστοφίδης-Η πεμπτουσία μιας προσφοράς
Θεατρικά:
- Ο Ανάξιος
- Γαλάζια Φάλαινα (Ενδοσκόπηση)
- Αδούλωτη Εληά
- Γιατί έφυεν η Βαλού;
- Τρελλή Γιαγιά
- Ξενητεία
- Πάμεν Καλά…
- Άρκαστος
- Πάνω Γειτονιά
- Οι Καλικάτζιαροι στην τρίτη Χιλιετία κ.ά.
Ποιητικές συλλογές:
- Ποιήματα από πεζές σελίδες
- Η Κερύνεια ξέρει να περιμένει

Τρίτη 25 Μαΐου 2021

Το την Πόλιν σοι δούναι… / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 


Καταλαβαίνεις πού βρίσκεται

η δυσκολία∙

ακόμα και νάθελα να πω’’ ναι’’ όλη

η Πόλη θα σηκώνονταν όρθια και

θα με κάθιζε με τη βία κάτω∙

και ν’ αποτολμούσα να παραβώ

τον όρκο μου,

ν’ αθετούσα τις υποσχέσεις μου

όλη η Πόλη θα με καταδίκαζε

σαν επίορκο,

θα με απομόνωνε στη στιγμή

σαν κοινό παραβάτη.

Αλλά κι όλοι να την αφήναμε στη τύχη της,

όλοι να της γυρίζαμε τη ράχη η ίδια η Πόλη

θάδινε τη μάχη της, η ίδια η Πόλη

θα σας έδινε τη δική της αποστομωτική

απάντηση.

Να γιατί δε δικαιούμαστε να προδώσουμε

μια τέτοια Πόλη∙ να γιατί είμαστε

υποχρεωμένοι να φανούμε αντάξιοι

μιας τέτοιας Πόλης που ομοθυμαδόν

στέκει έξω ν’αγωνιστεί ∙ομοθυμαδόν σας κοιτά

ολόισα στα μάτια διαπερνώντας τα μάτια σας

και τον πρόσκαιρο κλοιό σας!

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ‘’ ΠΟΙΗΜΑΤΑ  ΜΕΜΝΗΣΟ ‘’

ΕΚΔΟΣΗ: 2006

Κωνσταντίνος Παλαιολόγος / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

 

Όσο και να ψάξαν ανάμεσα στους νεκρούς

στάθηκε ανθρωπίνως αδύνατο να βρουν

το πτώμα του.

Τους είχαν ορμηνέψει πως θα τον αναγνώριζαν

από τα κόκκινα πέδιλα και τους χρυσοκέντητους

αητούς.

Ο Μωάμεθ δε τσιγκουνεύτηκε το χρυσό∙

φάνηκε πρόθυμος να το μοιράσει

αφειδώλευτα

φτάνει να του βρίσκαν τον Παλαιολόγο.

Τρεις μέρες και τρεις νύχτες ανάδευαν τους νεκρούς

ψάχνοντας απεγνωσμένα το σημάδι

της αναγνώρισης.

Στο τέλος τα παράτησαν παραδεχόμενοι

την αποτυχία τους.

Κατέβασαν τα κεφάλια έτοιμοι να πληρώσουν

με το κεφάλι τους.

Ο Μωάμεθ ήξερε καλά πως ο Παλαιολόγος

από  τη στιγμή που θα το έσκαγε από το

πεδίο της μάχης

-νεκρός ή ζωντανός δεν είχε σημασία-

θα ήταν ο σίγουρος νικητής

σε αυτή τη θανάσιμη μονομαχία.

Ο Παλαιολόγος σαν αητός θα υπερίπτατο

 

της Πόλης

κάνοντας απειλητικά κύκλους πάνω

από τα κεφάλια τους.

Μπορούσε πια να τους κοιτά με τη καθαρή

ματιά

την πέραν  ορίων και περιορισμών.

Ίσως και να μυκτήριζε τον Μωάμεθ

που τόσο πολύ πανηγύρισε για

τη νίκη του.

Ίσως και να τον κοιτούσε με συγκατάβαση

ξέροντας πως κάθε νίκη εμπερικλείει

το σπέρμα της ήττας στον πυρήνα της.

Τώρα λεύτερος από κάθε δέσμευση

μπορεί να κινείται όπως εκείνος  θέλει.

Μπορεί να κάνει τα ψάρια ν’ άναπηδήσουν

από το τηγάνι και να ξαναπέσουν

στη θάλασσα∙

μπορεί να μείνει μαρμαρωμένος  για χρόνια

περιμένοντας την ώρα του πότε

να τον ξυπνήσει∙

μπορεί να συνεχίσει την ημιτελή λειτουργία

από κει που τη κόψαν με τη βία

του σπαθιού∙

μπορεί και την άγια Τράπεζα να την ανασύρει

από το βυθό της θάλασσας

να σταματήσει την προσβολή που της γίνεται∙

μπορεί και να κάνει την Παναγιά να πάψει

να χύνει μαύρα δάκρυα βλέποντας τον εξευτελισμό

των κορασίδων  της.

Όλα μπορεί να τα κάνει από τη στιγμή

που διέφυγε μέσα από τα χέρια τους.

Γι αυτό κι ο Μωάμεθ ύπνο δεν έχει

στα βλέφαρα∙

γι αυτό κι ο Μωάμεθ δε μπορεί να χαρεί

τη νίκη του

την ώρα που όλα μαρτυρούν

την ήττα του∙

την ώρα που όλα συνωμοτούν παίρνοντας

το μέρος του Παλαιολόγου και αυτόν

αναγνωρίζουν ως τον αδιαμφισβήτητο

νικητή!

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ  ‘’ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΝΑΤΟΜΙΚΗΣ ‘’

ΕΚΔΟΣΗ: 2012

Κυριακή 23 Μαΐου 2021

Ανδρέας Γεωργιάδης [Βιογραφικό σημείωμα]

 Ο Ανδρέας Γεωργιάδης γεννήθηκε στη Κοοινότητα Μεσόγη της Πάφου το 1948. Σπούδασε Φυσιογνωσία και Γεωγραφία στην Αθήνα και μετεκπαιδεύτηκε στον Καναδά. Από το 1978 δίδασκε σε σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης. 

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

  1. 1990 «Ακαριαία» (Λευκωσία)
  2. 1999 «Αίσωπος εσαεί»(Λευκωσία)
  3. 2001 «Ο tempora, ο mores!» (σάτιρες)(Λευκωσία)
  4. 2002 «Φυσιοδρόμιο» (Βραβείο Jean Monnet)(Λευκωσία)
  5. 2003 «Fisi0dromo» (δίγλωσση έκδοση ιταλικά-ελληνικά)(Λευκωσία)
  6. 2009 «Αίσωπος νυν και αεί» (Βραβείο Κυπριακού Συνδέσμου Παιδικού Νεανικού ιβλίου)      (Εκδ.Γερμανός)
  7. 2011 «Εκατόν συν (+) μία Σατιρικές Τοξοβολές»(Βιβλιεκδοτική)
  8. 2014 «Φόνοι και δίκες στην πρώιμη Αγγλοκρατία 1. Νικολής Χατζηαντώνη Τσιακολής»(Εκδ.Γερμανός)
  9. 2015 «Ελληνική Μυθολογία εμμέτρως»(Εκδ.Γερμανός)
  10. 2015 «Σατιρικές Τοξοβολές Β’»(Εκδ.Γερμανός)
  11. 2016 «Αισώπειοι Μύθοι»(Εκδ.Γερμανός)
  12. 2016 «Άνθη σοφίας εμμέτρως»(Εκδ.Γερμανός)
  13. 2017 «Φόνοι και δίκες στην πρώιμη Αγγλοκρατία 2. Γιωρκής Αντώνης Γιαλλούρης     (Εκδ.Γερμανός)
  14. 2021  Παλατινή Ανθολογία επιλεγμένα ποιήματα  (Εκδ.Γερμανός)


«ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ ΕΔΩΣΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ» / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


«ούλος ορά, ούλος δε νοεί, ούλος δε τ’ ακούει»
Ξενοφώνης ο Κολοφώνιος
Τ’ ακούεις Αθηναίε που με ρώτησες
τι γλώσσα μιλάμε εις την Κύπρο
σαν άκουσες το ούλος;
Του Ξενοφάνη του Κολοφώνιου
Έλλην Αθηναίε.

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


Η μελεαγρίνη η μαργαριτοφόρος
όταν ερεθιστεί
κάνει μαργαριτάρι.
Ένα ερέθισμα παρακαλώ.

ΕΜΠΡΟΣ / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


Εμπρός λοιπόν ας πάρουμε λείψανα των αγίων
που χρόνια τώρα βρίσκονται εντός των υπογείων.
Τα λάβαρα ας σηκώσουμε των ένδοξων προγόνων
που εξισούνται άνετα με βόμβες μεγατόνων.
Να πορευθούμε Βόρεια να πάμε στην Κερύνεια
χωρίς μπαζούκας, πύραυλους, κανόνια και μαρτίνια.
Οι άγιοι θα κάνουνε το θαύμα τους και πάλι
και θα ‘ναι της Ανάστασης μέρα πολύ μεγάλη.
Μπροστά ναν’ ο Χρυσόστομος, ο ένας αλλά λέων·
άχθος αρούρης να ‘μαστέ δεν το μπορούμε πλέον.
Και την Κωνσταντινούπολη αφήνουμε γι’ αργότερα
όταν θα αποκτήσουμε λείψανα περισσότερα.

ΜΕΤΑΛΛΩΡΥΧΟΙ / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


Εχθές, προχθές και σήμερα ο κόσμος ομιλεί
γι’ αυτό που εσυνέβηκε στη μακρινή Χιλή.
Σηκώνεται η τρίχα μου και μόνο που το γράφω
γιατί στο νου μου έρχεται το «η Ζωή εν Τάφω».
Για τόσες μέρες έμειναν στα έγκατα της γης
και μόνο που το σκέφτεσαι μπορεί να εκραγείς.
Καλύτερα να τρέφομαι με κρόμμυα κι ελαίας
και να βαδίζω στας οδούς με μόνον τας σκελέας,
παρά να είμαι έγκλειστος κάτω στα μεταλλεία
ή στα αμπάρια ζωντανός σε βυθισμένα πλοία.
Καλύτερα να τρέφομαι μονάχα με κριθάρι
κι ακόμα ας με λακτίζουνε πεντέξι γαϊδάροι,
αλλά να ‘μαι στο έδαφος, εις την στεριά επάνω
κι ας τρώγω άρτον και ελιάν, τίποτε παραπάνω!

ΜΟΥ ΦΑΓΑΤΕ ΤΟ ΕΦΑΠΑΞ / Γεωργιάδης Ανδρέας

 


Λάθη πολλά εκάνατε πλειστάκις κι όχι άπαξ,
και τελικά μου φάγατε, κύριοι, το εφάπαξ.
Τριάντα χρόνια δούλευα και κάτι παραπάνω
και τώρα με το κλείσιμο όλα σχεδόν τα χάνω.
Μία ζωή την έφαγα επάνω εις την έδρα
και τώρα μ’ αποστέλλετε εκεί ένθα απέδρα.
Σαράντα χρόνια Λαϊκή και αποταμιεύσεις
δεν έπρεπε ν’ αξιωθώ τοιαύτης, λέω, γεύσης.
Με πείσατε και άφησα τα χρήματα κοντά σας
και έτσι εκατάντησα μπατίρης ο μπαγάσας.
Φάγατε ό,τι μάζεψα μετά μεγάλου κόπου·
να ‘χετε την κατάρα μου κι εκείνη του Πισκόπου

Σάββατο 22 Μαΐου 2021

ΠΗΝΕΛΟΠΕΣ / Γαλανού Αλεξάνδρα

 


Οι Πηνελόπες
πέταξαν τους αργαλειούς στη θάλασσα.
Δεν υφαίνουν πια
ούτε κεντούν τα βράδια.
Κατεβαίνουν στον κήπο από το παράθυρο.
Ανοίγουν την καγκελόπορτα,
προχωρούν στην παραλία.
Κάθονται σε μπαράκια σκοτεινά,
ανοιγοκλείνουν τα μάτια και χαμογελούν
ενώ οι ναύτες τραγουδούν το «Μαραμπού».

Οι μνηστήρες, απ’ ό,τι λένε, βαρέθηκαν
τα γλέντια κι έφυγαν.
Όσο για τον Οδυσσέα,
αυτός ακόμη ταξιδεύει.

ΠΟΙΗΣΗ / Τέμβριου Αθηνά

 


Χτύπα, τον στίχο με το σφυρί
να πάρει τη μορφή του κόσμου.
Σπίθες να πετάξουν τα μάτια
να καεί το ξερό δάσος της μνήμης
ν’ αναστηθούν τα κομμένα
δέντρα που αγαπήσαμε
και τα χέρια να σκάψουν τη γη
ώσπου ο σπόρος σου, Ποίηση,
να καρπίσει και να θρέψει
τους πεινασμένους.

Υπόσχεση / 1ο Βραβείο /Νικόλα Ματθαίος