Μοναχική
μελαγχολία των ερειπίων,
απογυμνώνεις
το μύθο
μες στο
καταλυτικό φως του Απόλλωνα.
Πετρωμένο το αίνιγμα
της μοίρας
αιωρείται στο
χάος
κι ο Φοίβος
«ουκέτι έχει καλύβαν».
Δήλος,
θαλασσογέννητο φανέρωμα στοργής,
σαν σβήστηκε η
πηγή
του «ζώντος
ύδατος» της πίστης,
απόμεινες
κατάστεγνη πέτρα,
πυρωμένη
γύμνια θανάτου,
ένα τέλος
χωρίς αύριο …
Ο θάνατος … ο
θάνατος το μόνο
σταθερό
αμετάκλητο σήμα,
χωρίς ουράνιες
βασιλείες.
Η αλήθεια του
ήλιου, η μόνη αλήθεια
πυρ αείζωο,
που καταλύει όλα τα ψιμύθια.
Φοίβε
χρησμοδότη, ποιος έπαιξε
κάποτε με τη
μοίρα των Λαβδακιδών
«χωρίς
περίσκεψιν, χωρίς αιδώ»,
ανυποψίαστος
για τη δική του, τυφλός
στο υπέρλογο
φως της ταπείνωσης;
Ο τροχός του
αχανούς χρόνου,
βύθισε στο
έρεβος την πολύχρυση λατρεία
κι η γενέθλια
γη σου, γυμνή, έρημη χώρα