Τετάρτη 16 Ιουλίου 2014

Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου:Ποίηση είναι η αλήθεια του λογοτέχνη ο οποίος την εξορύσσει από τα ορυχεία του νου και της καρδιάς του και τη μετουσιώνει σε τέχνη...........

γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας

Η Ελένη Αρτεμίου-Φωτιάδου κατάγεται από την Αμμόχωστο. Είναι διευθύντρια Δημοτικής Εκπαίδευσης και έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.  Ασχολείται με την ποίηση και την παιδική λογοτεχνία. Η Ποιητική της Συλλογή : «Αλεξ-ήνεμος» τιμήθηκε με το βραβείο Κώστα Μόντη. Το λογοτέχνημα :  «Στη λιακαδοχώρα» τιμήθηκε το 2005 με το κρατικό Βραβείο Παιδικής Λογοτεχνίας Κύπρου, ενώ την ίδια αναγνώριση είχε και  το βιβλίο: « Ο πρωταθλητής»  τέσσερα χρόνια αργότερα.  Ακούραστη εργάτρια των στίχων και του λόγου, έχει να επιδείξει δέκα επτά βιβλία . Εμπνέετε  από κάθε τι  που την περιβάλλει και μπορεί αργότερα να γίνει  στίχος , διήγημα, χρονογράφημα. Γι αυτό όπως και η ίδια τονίζει «έχω πάντα μαζί μου ένα μικρό σημειωματάριο …» Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε  αναφέρετε στην Κυπριακή Ποίηση, στο έργο της  και φυσικά στη τελευταία της ποιητική συλλογή “ Η λίμνη των κύκλων”. Ένα ευχαριστώ από την πλευρά μας ίσως είναι το λιγότερο που μπορούμε να της προσφέρουμε.

Κυρία Αρτεμίου, εμφανιστήκατε στα γράμματα με το βιβλίο παιδικής λογοτεχνίας : "Χρόνος είναι και γυρίζει", 2000, ίσως και να κάνω λάθος. Από τότε μέχρι και σήμερα έχουν περάσει 14 χρόνια δημιουργίας. Πόσο συναρπαστικό είναι αυτό το ταξίδι και τι είναι αυτό που το χαρακτηρίζει;

Πράγματι ήταν ένα πολύ όμορφο ταξίδι, το οποίο μου έδωσε τη χαρά της δημιουργίας δεκαεφτά βιβλίων και πολλών  άλλων σκέψεων και συναισθημάτων που μπορεί να μην ολοκληρώθηκαν ποτέ σε μια έκδοση αλλά συνέβαλαν στην όλη ωρίμανσή μου.  Η ενασχόλησή μου με τη λογοτεχνία είναι επίμονη , μια συνεχής προσπάθεια  αυτοβελτίωσης  και εξέλιξης στο πνευματικό γίγνεσθαι. Δεν επαναπαύομαι ποτέ, ο λογοτέχνης πρέπει να έχει τις κεραίες του συνεχώς τεντωμένες και να ασκείται με τις λέξεις του σαν στρατιώτης που είναι ταγμένος στο σκοπό του. Κι όλα αυτά γιατί υπάρχει μια μεγάλη αγάπη για το λόγο, για το διάβασμα και τη συγγραφή και είναι πραγματικά ευτυχία για μένα να έρχομαι καθημερινά σε επαφή με την ποίηση και τη λογοτεχνία γενικότερα. Πρόκειται για πνευματική τροφή εξίσου απαραίτητη με την τροφή που χρειάζεται το σώμα για να συντηρηθεί και να αναπτυχθεί. Ευχαριστώ το Θεό που μου χάρισε αυτή την ακατάπαυστη αναζήτηση της σύνθεσης των λέξεων . ΄Ετσι έχω σήμερα τα λογοτεχνικά μου παιδιά,  εφτά ποιητικές συλλογές, μια συλλογή διηγημάτων και εννιά παιδικά βιβλία. Το βιβλίο « Χρόνος είναι και γυρίζει» είναι παιδικό βιβλίο και με αυτό έκανα , μετά από αρκετό δισταγμό και δέος, μπορώ να πω, την εμφάνισή μου στο χώρο του βιβλίου.  Το τελευταίο μου παιδικό βιβλίο με τίτλο « Για ένα χαμόγελο» είναι τώρα υπό έκδοση στην Αθήνα από τις εκδόσεις Μανδραγόρας, με τις οποίες συνεργάζομαι τα τελευταία χρόνια.

Για σας η ποίηση τι είναι; Είναι μια τυποποιημένη ερώτηση αλλά συνήθως κρίνεται απαραίτητη προς κάθε ποιητή / α.

Η ποίηση σαν λέξη που προέρχεται από το ρήμα «ποιώ» εμπεριέχει τη γέννηση , τη δημιουργία. Οπωσδήποτε η ποίηση δεν είναι… προσποίηση. Είναι η αλήθεια του λογοτέχνη ο οποίος την εξορύσσει από τα ορυχεία του νου και της καρδιάς του και τη μετουσιώνει σε τέχνη, σε μια ρυθμική έως μελωδική θα έλεγα συμπύκνωση των νοημάτων του βίου μας, με τη σύνθεση εκείνη  της ωραιότητας των λέξεων που μπορεί να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές του καθενός μας. Γι΄αυτό και η ποίηση ήταν και παραμένει το δυσκολότερο λογοτεχνικό είδος. Δεν αρκεί απλώς να γράψεις ή να καταγράψεις. Πρέπει να το κάνεις με τον κατάλληλο καταιγισμό λέξεων και στη σωστή δοσολογία.

Η Κύπρος έχει να επιδείξει μια πληθώρα σημαντικότατων ποιητών και πεζογράφων. Στον χώρο της ποίησης αναφέρω ενδεικτικά τον Μόντη, Κράλη, Μηχανικό, Λιασίδη. Θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν πιστεύετε πως υπάρχουν σήμερα στην Κύπρο, ανάλογοι ποιητές που όχι μόνο θα συνεχίσουν ένα εξίσου σπουδαίο ποιητικό έργο, αλλά και θα μεγαλώσουν ακόμα περισσότερο το μέγεθος της ποίησης στο νησί μας.

Η κάθε εποχή έχει τους ποιητές της.  Υπάρχει πάντα ένα κοινωνικοπολιτιστικό γίγνεσθαι που γίνεται λάβα πνευματικού ηφαιστείου και εκρήγνυται στις λέξεις των ποιητών. Και η κάθε εποχή έχει επίσης την ποιητική κληρονομιά της, πάνω στην οποία θα στηριχτεί και θα προχωρήσει η επόμενη γενιά ποιητών.  Κι αυτοί που θα δώσουν το κάτι παραπάνω, αυτοί που θα εξελίξουν την ποίηση δε θα φανούν ίσως τώρα αλλά σε κάποια χρόνια, σε μια διαδικασία ποιητικού αναστοχασμού Είναι πολύ ευχάριστο το γεγονός ότι υπάρχουν  αρκετοί αξιόλογοι  λογοτέχνες, που καταθέτουν τον πνευματικό τους μόχθο.  Είναι σημαντικό να μην επαναπαύεται κανείς, να μη θεωρεί ότι έφτασε κάπου.  Να υπάρχει μια συνεχής αναζήτηση του ωραιότερου, του καλύτερου.

Το σύνολο των κυπρίων ποιητών επιλέγουν να γράφουν στην Δημοτική Ελληνική Γλώσσα (όπως κρίνεται ως απόλυτο φυσιολογικό). Είναι αρνητικό αυτό όσο αφορά την γενικότερη προσπάθεια διατήρησης της Κυπριακής Διαλέκτου, τοπολαλιάς;

 ΄Οχι, δε νομίζω. Στην Κύπρο έχουμε πιστεύω  ένα σαφή διαχωρισμό διαλεκτικών ποιητών και ποιητών που γράφουν στη Δημοτική Ελληνική Γλώσσα. Και ο καθένας εξελίσσει το είδος της γλώσσας που υπηρετεί.  Απλώς δεν μπορείς να μεταδώσεις και να μεταφέρεις απόλυτα και ευρέως όλα τα νοήματα όταν γράφεις σε μια τοπολαλιά. Γι΄αυτό και οι πλείστοι  επιλέγουν να γράφουν στη Δημοτική Ελληνική Γλώσσα. Ο Κώστας Μόντης  μάς έδωσε υπέροχα ποιήματα τόσο στο τοπικό ιδίωμα όσο και στην Πανελλήνια Δημοτική.   Το πρόβλημα είναι ίσως ότι οι διαλεκτικοί ποιητές, με την πάροδο του χρόνου, λιγοστεύουν. Χρειάζεται μάλλον περισσότερη παιδεία και περισσότερα ίσως κίνητρα από την Πολιτεία , ώστε να ευδοκιμεί η ποίηση και στην κυπριακή τοπολαλιά.

Στις πρόσφατες Παγκύπριες Εξετάσεις  παρατηρήθηκε για μια ακόμα φορά, αποτυχία των παιδιών μας στο μάθημα των Νέων Ελληνικών. Για να σας ρωτήσω πόσο δύσκολο είναι να μιλούμε ως ΝεοΚύπριοι την Ελληνική Γλώσσα, θα σας παραπέμψω  στα βιβλία : «Η Κοινωνία των Χώρκατων»του κου Καίσαρα Μαυρατζά και «Νεοκύπριοι Πλουτοκράτες ή Νεόπλουτου Αρχοντοχωριάτες» του κου Φοίβου Νικολαίδη. Παρακαλώ την άποψή σας.

 ΄Εχω διαβάσει το βιβλίο του κυρίου Φοίβου Νικολαίδη με το μοναδικό χιούμορ του. Και γέλασα γιατί η πραγματικότητά μας αποτυπωνόταν με τόσο έξυπνο και χιουμοριστικό τρόπο. Πέραν τούτου, ναι, υπάρχει πάντα το πρόβλημα της διγλωσσίας, αλλά δεν είναι αξεπέραστο. Εξάλλου , στο πανελλήνιο, είναι αρκετές οι τοπολαλιές. Χρειάζεται μεγαλύτερη  και πιο προσεκτική σπουδή στην ελληνική γλώσσα. Το σχολείο θα ανοίξει ένα παράθυρο στα παιδιά σε αυτό που ονομάζεται  γλώσσα και σε αυτό που ονομάζεται ελληνική λογοτεχνική παραγωγή. Από εκεί και πέρα τα παιδιά θα πρέπει να ενθαρρύνονται ποικιλοτρόπως  να διαβάζουν βιβλία και να ανακαλύπτουν όλο και περισσότερο το θησαυρό της ελληνικής γλώσσας.  Χρειάζεται αλλαγή κουλτούρας και αυτή η κουλτούρα καλλιεργείται νομίζω πρωτίστως στο οικογενειακό περιβάλλον, από τον καιρό που το παιδί είναι ακόμα πολύ μικρό, αλλά αρκετά μεγάλο για να πιάσει ένα βιβλίο στο χέρι του, έστω κι αν δεν μπορεί ακόμα να το διαβάσει. Επίσης θα πρέπει το σύστημα να βρει τρόπους να καταπολεμήσει αυτή τη νοοτροπία που υιοθετούν πολλές φορές οι έφηβοί μας , να γράψουν δηλαδή τόσο όσο να περάσουν τη βάση και να μην κοπούν. Γιατί δυστυχώς συμβαίνει και αυτό, σε μια  ευρύτερη κουλτούρα που είχαμε εμπεδώσει τα τελευταία χρόνια, όπου πετυχαίναμε πολλά με την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια.

Στην ποίησή σας τώρα, από πού εμπνέεστε;

Από τα πάντα νομίζω. Ακόμα κι από μια αύρα καλοκαιρινή που θα με αγγίξει καθώς έχω ανοικτό το παράθυρό μου. Ο Νίτσε είπε πως οι ποιητές είναι αναιδείς απέναντί στα βιώματά τους, γιατί τα εκμεταλλεύονται. Πιστεύω πως είμαι κι εγώ αναιδής, στο βαθμό εκείνο που απαιτείται για να είμαι πιο αληθινή, πιο πειστική σε κάποια πράγματα  που περιγράφω. Από εκεί και πέρα, όμως, σίγουρα εμπνέομαι και από το γενικότερο κοινωνικό πεδίο , τις ιστορίες των απλών ανθρώπων γύρω μου, δίπλα μου, τα ευρύτερα προβλήματα της κοινωνίας και του περιβάλλοντός μας, ακόμα κι από κάτι που μπορεί να διαβάσω ή να ακούσω και θα με ευαισθητοποιήσει ανάλογα.  Και μια απλή εικόνα μπορεί κάποτε να αποτελέσει έμπνευση. Γι΄αυτό και έχω πάντα μαζί μου ένα μικρό σημειωματάριο για την καταγραφή του ερεθίσματος εκείνου που θα γίνει αργότερα στίχος , διήγημα, χρονογράφημα. Διατηρώ εβδομαδιαία στήλη με χρονογραφήματα σε κυπριακή εφημερίδα . Όταν δεν μπορώ να εκφράσω αυτό που θέλω στη συμπύκνωση του στίχου, επεκτείνω τη σκέψη μου σε ένα διήγημα ή σε ένα χρονογράφημα.  Ειδική αναφορά θέλω να κάνω σε αρκετά ποιήματά μου , που είναι δημοσιευμένα στο διαδίκτυο και αναφέρονται στην πόλη μου, την Αμμόχωστο, καθώς και στην ποιητική μου συλλογή « Αλεξ-ήνεμος» που τιμήθηκε και με το βραβείο Κώστα Μόντη το 2011 και εμπνέεται από τη σύγχρονη τραγωδία της Κύπρου. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει δημιουργός της γενιάς μου που να μην έχει εμπνευστεί και να μην εμπνέεται ακόμα από  την τουρκική εισβολή και κατοχή και την ανατροπή που αυτή επέφερε γενικότερα στις ζωές μας.

Διαβάζει ο Κύπριος ποίηση, λογοτεχνία. Έχω την αίσθηση πως όχι, ή δεν διαβάζει όσο έπρεπε.

Ναι, θα συμφωνήσω μαζί σας. Λίγοι άνθρωποι ασχολούνται και πολύ λιγότεροι διαβάζουν. Και κυρίως διαβάζουν μυθιστορήματα παρά ποίηση. Κι όμως, αρκεί κάποιος να πάρει  ένα  καλό βιβλίο ποίησης στο χέρι για να μπει στο μαγικό αυτό κόσμο της συμπύκνωσης του λόγου.  Γι΄ αυτό και είναι σημαντικό, παρά τις δυσκολίες, να γίνονται παρουσιάσεις βιβλίων ποίησης, εκδηλώσεις για την ποίηση. Να απαλειφθεί η εντύπωση που υπάρχει ίσως πως η ποίηση είναι για τους λίγους. Δεν είναι . Η ποίηση είναι για όλους και πρέπει όλοι να τη συναντήσουν όπως συναντούν τη μουσική σε μια συναυλία, την κωμωδία ή το δράμα σε μια θεατρική παράσταση.  Ο πολιτισμός πρέπει να βρει το δρόμο να συναντήσει την πλατιά μάζα των ανθρώπων και όχι απλώς μια μικρή μερίδα, που έτσι κι αλλιώς έχει την έφεση από μόνη της να ασχολείται . Δεν είναι ελιτίστικο είδος η ποίηση κι αυτό χρειάζεται προσπάθεια για να καλλιεργηθεί και να εμπεδωθεί.

Σύγχρονοι ποιητές επιλέγουν θέματα που φαίνονται τετριμμένα και εύπεπτα: Ο έρωτας, η αγάπη, φεγγάρια κτλ. Στη δική σας ποίηση, τι θέση έχει ο έρωτας και η αγάπη και τι ρόλο παίζει;

Πάντα ο έρωτας θα εμπνέει την τέχνη.  Κι ίσως πολλές φορές να είναι και το αρχικό ερέθισμα για να ξεκινήσει κάποιος να γράφει ποίηση.  Αρκεί να μη μείνει μονάχα σε αυτό. Και μετά από τόση λογοτεχνική παραγωγή στο είδος, επιβάλλεται πιστεύω κάποιος να   βρει καινούριους δρόμους για να εκφράσει αυτό το συναίσθημα και να μην επαναλάβει απλώς τετριμμένες  φόρμουλες που χρησιμοποίησαν άλλοι. ΄Εχω κι εγώ μια ποιητική συλλογή με ποιήματα σε ερωτικούς τόνους. Λέγεται « Ο κύκλος ενός τετράγωνου έρωτα». ΄Εχω προσπαθήσει αλλά δεν ξέρω πόσο έχω πετύχει να μιλήσω για όλες τις εκφάνσεις του έρωτα με ένα κάπως  διαφορετικό  ή, αν θέλετε, πρωτότυπο τρόπο. Αυτό θα το κρίνει ο αναγνώστης που προσλαμβάνει τα μηνύματά μου.  Οι υπόλοιπες ποιητικές μου συλλογές ελάχιστα εμπεριέχουν το στοιχείο του έρωτα ως συναίσθημα που ενώνει με μοναδικό, μαγικό τρόπο δύο ανθρώπους. Επικεντρώθηκα νομίζω πιο πολύ στη γενικότερη έννοια του έρωτα, στην αγάπη για το ωραίο και τη ζωή.

Και η επαναστατική ποίηση, η επική ποίηση; Η ποίηση που θα χτυπήσει το σύστημα και θα το ταρακουνήσει υπάρχει;

Βέβαια! Πάντα θα υπάρχει. Πάντα , κατά τον Αναγνωστάκη, θα υπάρχουν λέξεις που θα καρφώνονται σαν πρόκες που δεν  θα τις παίρνει ο άνεμος.  Γιατί πάντα ο ποιητής θα βρεθεί σε στιγμές που θα θέλει να γίνει ποτάμι ορμητικό και να μιλήσει για το άδικο ή το άσχημο που συμβαίνει  γύρω του.  Στον ελλαδικό χώρο έχω δει τελευταίως αρκετά τέτοια ποιήματα, απόρροια ίσως και της πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης. Στον κυπριακό χώρο όχι και τόσο . Κάποια ποιήματά μου στην τελευταία μου συλλογή θα έλεγα ότι είναι μια μικρή επαναστατική σημαία  σε όλα αυτά που οι χειρισμοί άλλων μας αναγκάζουν να υπομένουμε.

Έχουν κατηγορηθεί οι ποιητές ότι ζούνε στον κόσμο τους και πως αρνούνται πολλές φορές να δούνε την σκληρή πραγματικότητα. Πόσο αληθινή μπορεί να είναι αυτή η άποψη;

Δεν μπορεί ο ποιητής να είναι ξεκομμένος από την πραγματικότητα γύρω του. Νομίζω πως αυτοαναιρείται έτσι. Τότε σε ποιους απευθύνεται; Σε ποιους θέλει να μιλήσει;  Αν παραμείνει στο δικό του κόσμο, νομίζω πως πολύ γρήγορα θα καταλάβει πως πρέπει να αλλάξει πορεία, να ενωθεί με τια ανησυχίες και τους προβληματισμούς της εποχής του.

Πρόσφατα  λάβατε τον Β΄’ Επαινο στον 6ο  Πανελλήνιο Λογοτεχνικό  Διαγωνισμό « Δημήτριος Βικέλας». Τι αντιπροσωπεύει για εσάς ένα βραβείο;

 Στην προσπάθειά μου να δω σε τι δρόμους κινούμαι και πόσο αυτά που γράφουν τυγχάνουν αποδοχής , έχω λάβει μέρος από το 2008 σε πολλούς πανελλήνιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και έχω ευτυχήσει να πάρω κάποιες  διακρίσεις. Τα βραβεία αυτά, από τη μια είναι μια αναγνώριση της όλης προσπάθειας, από την άλλη, όμως, αυξάνουν την ευθύνη απέναντι σε αυτό που κάνουμε. Προσωπικά με βάζουν σε μια διαδικασία να ενημερώνομαι και να προσπαθώ να βελτιώνομαι συνεχώς. Και αυτό είναι νομίζω το κυριότερο όφελος από ένα βραβείο. ΄Οταν δηλαδή κάποιος το δει ως έναυσμα και όχι ως σταθμό.

Τέλος,   πριν από τρεις μήνες κυκλοφόρησε η τελευταία σας ποιητική συλλογή “ Η λίμνη των κύκλων”. Μιλήστε μας για αυτή.

Πρόκειται για την έβδομη ποιητική μου συλλογή και την τρίτη που εκδίδουν οι εκδόσεις Μανδραγόρας στην Αθήνα . Πρόκειται για μια πάρα πολύ καλαίσθητη έκδοση σε επιμέλεια του Κώστα Κρεμμύδα . Περιέχει 52 ποιήματα και σε αυτά μπορεί κάποιος να βρει ποιήματα κοινωνικής αναφοράς, ποιήματα υπαρξιακής φόρτισης  αλλά και ποιήματα αναζήτησης του εαυτού μας και του άλλου . Υπάρχουν επίσης ποιήματα επικοινωνίας  και αλήθειας σε έναν κόσμο που χάνεται ανυπεράσπιστος ερήμην μας και άθελά μας  αλλά και ποιήματα-αιτήματα μιας τελικής λύτρωσης και διαφυγής.   Η παρουσίαση της συλλογής θα γίνει στην Κύπρο το φθινόπωρο.  Θέλω να αναφέρω πόσο σημαντική είναι για μένα η στήριξη και η ενθάρρυνση του εκδότη μου, ο οποίος έχει μεγάλη πείρα στο χώρο των εκδόσεων  και είναι επίσης ένας καταξιωμένος ποιητής.

Θέλετε να πείτε κάτι , να αναφέρετε  που πιθανόν να μην σας ρωτήσαμε;

Η ποίηση και η λογοτεχνική δημιουργία γενικά προκύπτει μετά από μεγάλο έρωτα με τις λέξεις.  Και ο έρωτας αυτός είναι μια φωτιά που τη  φουντώνει συνεχώς ο άνεμος  που φυσά από καινούριες εμπνεύσεις.  Είναι μια συνεχής αναζήτηση η δημιουργία.  Χρειάζεται να παλέψεις πολύ με τις λέξεις μέχρι να σου παραδοθούν .  Κι οι ποιητές έτσι  συνεχίζουν να βαδίζουν στα λογοτεχνικά μονοπάτια και την καρδιά μας να  καρφώνουν, κατά τον  Μίλτο  Σαχτούρη.
Ευχαριστώ την οικογένειά μου, που με στηρίζει στο δικό μου λογοτεχνικό ταξίδι. Ευχαριστώ και όσους διάβασαν κάποια από τα ποιήματα ή τα βιβλία μου και μου εξέφρασαν τις δικές τους σκέψεις και συναισθήματα.  Μου έδωσαν έτσι κάποιες «πυξίδες» για την όλη πορεία μου.



Σας ευχαριστώ  κι εσάς  για τις ερωτήσεις και σας συγχαίρω για τα ιστολόγια τα οποία διαχειρίζεστε. Συμβάλλετε πάρα πολύ στη γνωριμία των ποιητών μεταξύ τους αλλά και στη γνωριμία του έργου των ποιητών με το ευρύτερο κοινό. 

[Οι σκέψεις αλητεύουν ..]

«Οι σκέψεις αλητεύουν τις νύχτες
                ψάχνουν για ηλιογέννητες ώρες και ηλιοστάσιο».

Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

Κυπριακά Τραγούδια (στίχοι) που ακούγονται σε γάμους: 1




ΤΟ ΡΕΣΙΝ

Α. 
Ελάτε ούλες στο νερόν, στην βρύσιν για να πάμεν
να πλύννουμεν το ρέσιν μας, στο γάμον για να φάμεν.
Ελάτε ούλες του χωρκού ν' αλέσουμεν το ρέσιν,
να φά΄ η νύφφη κι ο γαμπρός, να δούμεν αν τ' αρέση.
Πέντε μαντήλια κόκκινα κ' έναν ωραίον φέσιν,
ελάτε, κοπελλούες μου, να πλύννουμεν το ρέσιν.

 Β. 
Σαρανταπέντε γερανοί κ΄ ένας ατός στην μέσην
ελάτε, κοπελλούες μου, ν' αλέσουμεν το ρέσιν.
Να πκιάσω στράταν μακρινήν, να κόψω χίλια μίλια,
ελάτε, κοπελλούες μου, ούλες στα χερομύλια.

Γ. 
Καλώς ήρταμεν κ΄ήυραμεν τα σπίδκια τους μϊάλα
κι όπου να τρέξει 'ππόσω τους το μέλι με το γάλα.
Φέρτε 'πο κει τις σανιδκές και κάτσετε ξωγύρου
να κόψουμεν ζυμαρικά σ' υγείαν τ' ανροΰνου.
Πκιάστε ζυμάριν πάνω σας και σμίλες* και πανέριν
να κόψουμεν για να το φα' του νιόγαμπρου το ταίριν.
Εις το ζουμίν των όρνιθων ψήννουν τα μακαρούνια,
και το φαΐν τους το γλυκόν μοιάζει σαν τα λουκούμια.
Ελέτε, κοπελλούες μου, να τρίψουμεν χαλλούμια
και να παραχυονώσουμεν* τωρά τα μακαρούνια.

σμίλα = βελόνα (για το μακαρόνια είναι από χόρτο (σκλινίτζιν) που μ' αυτά κάνουν τις τρύπες στα μακαρόνια), παραχυονώσουμεν = σερβίρουμε.

==========

ΤΟ ΚΡΕΒΑΤΙΝ

 Α. 
Όρα καλή κι ώρα αγαθή κι ώρα ευλοημένη,
τούτ' η δουλειά π' αρκέψαμεν να βγη στερεωμένη,
'που τον αφέντην τον Χριστόν να ΄νι ευλοημένη.
Ο Ρή(γ)ας της Ανατολής κι ο Βασιλιάς της Δύσης
συββούλιον εδώκασιν συμπεθθερκόν να κάμουν.
Ο Ρήγας έβαλεν τον γυιόν κι ο Βασιλιάς την κόρην.
Σαστήκαν να πατρέψουσιν κ' είπασιν να καλέσουσιν,
κ' εβγήκαν να καλέσουσιν 'π' Ανατολήν και Δύσην.
Ο Βασιλιάς εκάλεσεν ούλον τ' αρκοντολόϊν
κι ο Ρήας εν' που κέλεσεν ούλον το φτωχολόϊν.
Ότι και στεφανώσασιν εκάτσασιν να φάσιν,
εκάτσασιν οι άρκοντες πάνω μερκάν των τάβλων*
εκάτσασιν και τους φτωχούς κάτω μερκάν των τάβλων.
Πάνω στο φαν, πάνω στο πιειν είπαν να τραουδήσουν,
και πάνω στα τραούδκια τους είπασιν να χαρίσουν.
Άλλος χαρίζει εκατόν κι άλλος διά*δκιακόσια,
κι ο τρίτος ο καλλίτερος χίλια και πεντακόσια.
Και το νεπέττιν* έππεσεν πάνω στο καλοήριν.
«Πε μας, μωρέ κολό(γ)ηρε, είντα 'χεις να χαρίσης;»
«Εγιώ φτωχόν καοηρίν, είντα' χω να χαρίσω;
Χαρίζω κάλλη του γαμπρού και ομορφιές της νύφφης,
χαρίζω και του νιόγαμπρου εννιά πύρκους λουβάριν*
και δεκαπέντε ξυλαλάν κι οχτώ μαρκαριτάριν.»
Εκεί χαμαί οι άρκοντες πκιον εμπρουμουττιστήκαν.*
«Σου ΄εν είσαι καλόηρος 'που ΄κείνους που λαλούσιν.
Είσ' ο αφέντης ο Γριστός οπού τον προσκυνούσιν.»

 Β. 

Έλα, Θεέ, κ' έλα Χριστέ, έλα και Παναΐα,
τουτ' η δουλειά π' αρκέψαμεν νά' χη την ευλοΐαν.
Α λεμονιά μου φουντωτή πού' σαι στον κατεβάτην,*
σούστου* και ρίξε τους αθθούς να γεμιστή κρεβάτιν.
Μέσ' στην αυλήν της νιόνυφης κάθουνται δκυο α(η)δόνια,
εστείλασιν και 'φέρασιν ελληνικά βελόνια.
Ερέξαν* τα βελόνια τους μ' ολόγρουσον μετάξιν
και ράβκουν τα κρεβάτιν της με χάριν και με τάξιν.
Προσέχετε τες βελονιές καλά, να μεν φανούσιν,
γιατ' ύστερα θα τες θωρούν και θα σας νεγελούσιν.*
Εκόψαν την βασιλικιάν* κ' εκάμαν την δεμάτιν,
εφτά εν' οι μονοστέφανες που ράφκουν το κρεβάτιν.
Βάρτε τους τέσσερις σταυρούς στα τέσσερα καντούνια,
να πέφτουν να κουνίζουνται σαν τα φιλικουτούνια.*
Βάτρε τους τέσσερις σταυρούς, φεγγαριν εις την μέσην,
ν' αρέση τ' αντροΰνου μας την ώραν που θα ππέση.

Γ. 

Αντρέα μου Απόστολε μ' εξήντα δκυό κανόνια
βοήθα μας να στρώσουμε της νύφης τα σεντόνια.
Φέρτε και τα μαβλούκια της, κείνα τα μεταξένα
που τά ΄καμεν η νύφη μας με χέρια κουλουρένα.*



καρκόλα = κρεβάτι, κουβέλλας = προβατίνας, σαστήκαν = ετοιμάστηκαν, τάβλων = τραπεζιών, διά = δίνει, νεπέττιν = σειρά, λουβάριν = χρυσάφι, εμπρουμουττιστήκαν = έπεσαν μπρούμυτα, καντούνια = γονιές, κατεβάτης = μεγάλο αυλάκι, σούστου = κουνίσου, ερέξαν = περάσαν, νεγελούσιν = κοροϊδεύουν, βασιλικιάν = τον βασιλικό, φιλικουτούνια = πουλιά που μοιάζουν με τρυγόνια, δεκοχτούρες, κουτρουμπέλλες = τούμπες, λιμιστίραν = σχοινί, μαβλούκια = μαξιλάρια, κουλουρένα = παχουλά σαν τ' αφράτα κουλούρια.





Η ΜΑΝΑΣΣΑ ( Η επίδειξη της προίκας)

Φωνάξετε τις νόστιμες, πέτε τους να βουρίσουν*
Μανάσσαν εν' που στήνουμεν, για να μας βοηθήσουν.
Φωνάξετε της μάνας της να φέρει τ' ανοιχτάριν,*
να ΄βρετε τα σεντόνια της τα διπλοτριπλωμένα
που τα ετριπλοδίπλωσε με τα χρυσά της χέρια.
 Άγια Μαρίνα, σύντρεξε, κι άγια* Φανερωμένη,
βοηθάτε τούτην την δουλειάν να είν' ευλοημένη.
Σύντρεξε και βοήθα τους και στείλε τους την χάριν,
κι' άγια Χρυσορρογιάτισσα* με το γρουσόν ζωνάριν.
Σύντρεξε και βοήθησε να ΄ρτουν οι καλεσμένοι,
να ΄ρτουν οι καλεσμένοι τους κανίσκια* φορτωμένοι.
Κυρά του Κύκκου*, μια είσαι, υπερδεδοξασμένη,
οπούρκονται στην χάριιν σου 'π' ούλην την οιικομένην
και λουτουρκούν την μέραν σου πισκόποι καιι γουμένοι.
Κυρά του Κύκκου, μια είσα και άλλη του Τροόδου*
κ' ένας ο Τίμιος Σταυρός*, ο Κάνναβος* τ' Ομόδου.
Συντρέξετε, βοηθάτε τους, να 'ρτουν ευλογημένοι,
να 'ρτουν κ' οι καλεσμένοι τους κανίσσια φορτωμένοι.


αρμάρκα = ντουλάπια, νιστιάν = τζάκι, εστία, βούφα = αργαλιός, καντήλες = ποτήρια, σουβάντσες = ράφια γύψινα, βουρίσουν = τρέχουν, ανοιχτάριν = κλειδί, άγια = άντε εμπρός,  Χρυσορρογιάτισσα = Παναγία η Χρυσορρογιάτισσα μοναστήρι στην Πάφο, κανίισκια = δώρα, Παναγία του Κύκκου = μεγάλο μοναστήρι της Παναγίας στην Κύπρο, Παναγία του Τροόδου = μοναστήρι της Παναγίας Τροοδίτισσας, Τίμιος Σταυρός = μοναστήρι Τιμίου Σταυρού στο χωριό Όμοδος, Κάνναβος = κομμάτι σχοινί που έδεσαν τον Χριστό στο Σταυρό,


Κυπριακά Τραγούδια (στίχοι) που ακούγονται σε γάμους: 3


ΤΟ ΓΑΜΗΛΙΟ ΓΛΕΝΤΙ

Κάμετε τόπον, άρκοντες, και κύκλον οι παπά(δ)ες
να πα' να δω τ' ανρόϋνον 'που τες αναρκωμάες.*
Την πέτραν την πελεκητήν βάλλουν την στα καντούνια,
τώρα εσμίξασιν τα δκυό σαν τα φιλικουτούνια.
Θα βκω πάνω στην αθασιάν* να κόψω ΄ναν αθάσιν,*
τ' αντρόϋνον π' αρμάσαμεν να ζήση να γεράση.
Όσ' άστρα έχει ο ουρανός κι άθθη τα στέφανά σας,
τόσα χρονιά να ζήσετε και τόσα τα καλά σας.
 Να βκώ πάνω στην τριμυθκιάν* να κόψω 'ναν τριμύθιν,
να πούμεν και του νιόγαμπρου να χαίρεται την νύφφην.
Ώρα καλή σου, νιόγαμπρε, ώρα καλή σου, γεια σου,
να χαίρεσαι την νιόνυφφην, που στέκεται κοντά σου.
Ώρα καλή σου, νιόγαμπρε, ώρα καλή σου, γειά σου,
να σου χαρίση ο Θεός τούτα τα στέφανά σου.
Νιόγαμπρε, που να χαίρεσαι, νιόγαμπρε που να ζήσης,
στον άην τάφον του Χριστού να πα' να προσκυνήσης.
Ποχαιρετώ σε, γιόγαμπρε, και φεύκω που τα 'σεναν,
και πάω εις την νιόνυφφην, τ' αμμάθκια τα μελένα.
Ώρα καλή σου, νιόνυφφη, κ' η Παναγιά μιτά σου,*
να χαίρεσαι τον άγγελον που στέκεται κοντά σου.
Εζύμωσεν ο πλάστης μου κι έκαμεν ζυμάριν,
κι εδκιάρτισέν* σου το κορμίν με το μαρκαριτάριν.
Όταν σ' εγέννα η μάνα σου, έτρεμεν, σαν το φύλλον,
κι' έκαμεν κόρην όμορφην, που 'θάμπωσεν τον ήλιο.
Ο νιόγαμπρος εν άγγελος κι η νύφφη περιστέριν,
και ήταν θέλημαν θεού για να γινούσιν ταίριν.
Έννα τσακκίσω δκυο χρυσά να κάμω μιαν πλατάνα,
νιόνυφφη, που να χαίρεσαι την ακριβήν σου μάναν.
Καράβιν εν και περπατεί, δίχως καραβοκύρην,
να σου χαρύνη ο Θεός τον ακριβόν σου κύριν.
Έτραύησα την ξισταρκάν* κι εξέβην η μητέρα,
να' ζήσ' η νύφφη κι ο γαμπρός, κουμπάρος και κουμέρα


αναρκωμάες = χαραμάδες, αραιώματα, αθασιά = αμυγδαλιά, αθάσιν = αμύγδαλο, δέντρο με μικρούς σπόρους που τρώγονται, μιτά σου = μαζί σου, εδκιάρτισεν = πασπάλισε, ξισταρκά = λαδανιά, μαειρκόν = μαγερειό, κουζίνα, τάβλα =τραπέζι, χαρτζίν = καζάνι, κουπέπια = ντολμαδάκια, κολοκάσιν = είδος μεγάλων βολβών που μοιάζουν με πατάτες που χρησιμοποιείται ευρέως στην κυπριακή κουζίνα, μπότες = κανάτια του νερού


ΟΙ ΧΟΡΟΙ

Έκοψα 'ναν μήλον ΄που πάνω στην μηλιάν
κ' έδωκα το της κάλης μου και αλλάξαμεν φιλιά.
Έσυρα το μήλον πα στα δώματά της,
εψές δεν εκεοιμήθηκα 'που τα καμώματά της.
Έσυρα το μήλον πα' στην συκαμιάν,*
κι είπεν μου εν νάρτη κείνη κι άλλη μια.
Έσυρα το μήλον πα στην τερακιάν*
κι' ένεψα της μιάλης* κι' ήρτεν η μιτσιά.*
Έσυρα το μήλον, λασμαρίν* μου φίνο, πάνω στη μηλιάν,
κι εππέσασιν τα μήλα τζι' εμείναν τα κλωνιά.
Έσυρα το μήλον κι ΄εν εκύλισε,
κι' είπουν να τη φιλήσω κι εν εκαΐλησεν.*
Έσυρα το μήλον πα στην αθασιάν*,
 κ' ηύρα μιαν κοπέλλαν άσπρην και παχειάν.
Κι  έστειλα προξένια, παν με τα κρασιά,
πάω στον Δεσπότην, βκάλλω αρμασιάν.*
Βρίσκω κι έναν γέρο που την Μεσαρκάν,*
κρατά έναν καλάθιν κι έχει μέσα αυκά.*
Φακκώ* του μιαν του γέρου, σπάζω του τ' αυκά.
Εκράτεν και μιαν βέρκαν*, πούτουν περναρκά,*
φακκά μου μιαν ΄πο πίσω και μιαν πα' στα μερκά.*
Κάμνω μιαν έτο ΄κει*, κι ίσια μέσ' στην λυμπουρκάν,*
τρυπώνω που 'κει μέσα, βκήκα μέσ' την Τηλλυρκάν.*
Κι ηύρα μιαν κοτζιάκαριν* κι έψηννεν τυρκά*
πα να την φιλήσω, φακκά μου πατσαρκάν.

*

Αγαπά με κι' αγαπώ την,
σαν τα μάδκια μου τα δκυο,
κι αν 'εν δεκτής, μανούλλα,
φέρε μου ψακήν* να πκιω.
Αγάπω την κι' αγαπά με,
ξέρει τ' ούλος ο ντουνιάς,
συνερείστε να παρτούμεν,
για να μεν γινώ φονιάς.
Αγαπώ την κι' αγαπά με,
κι' έχομεν το στο κρυφόν,
κι' αν δεκτούσιν οι γονιοί μας,
εννά κάμουμεν χωρκόν

*

Τ' αμπέλι θέλει κλάδεμαν,
να κάμη το σταφύλιν,
κι' η κορασιά κολάκιεμαν,
και φίλημα στα χείλη.
Κι' αντάν να της αθθυμηθώ,
στην γέρημήν μου στρώσην
κλαίω και ανακαλιούμε την,
ώστι να ξημερώση.
Όσ' άστρα έχει ο ουρανός,
κι' ο ποταμός βυζάκια*
τόσες βολές σε φίλησα,
που κάτω στα κανάκια.
Αγρίκουν* της π' ορκόμωννεν,*
κι έβαλλα φτιν κι' αγροίκουν,
κι' ατός μου στο κορμάκιν μου,
λαμπρόν εσυνερίκκουν.*

*

Κει πάνω στον Αμίαντον*
αγάπουν μιαν Μαρίαν
κι' έμαθεν το ο Κούκουλας*
κ' έκαμεν μ' εξορίαν.
Μαννάκιν μου και μπρε και μπρε,
εν θα 'βρης άλλον σαν κ' εμέ.
Αν θέλεις λίρες και φλουριά,
έλα μαζί μου μιαν βραδιά.





τσαερκές = καρεκλιές, συκαμιά = μουριά, τερακιά = χαρουπιά, μιάλης = μεγάλης, μιτσιά = μικρή, λασμαρίν = δενδρολίβανο, εκαΐλησεν = δέχθηκε, αθασιά = αμυγδαλιά, αρμασιάν = παντρειά, Μεσαρκά = Μεσαορία, η μεγαλύτερη πεδιάδα της Κύπρου, αυκά = αυγά, φακκώ = κτυπώ, βέρκα = βέργα, περναρκά = από ξύλο του πουρναριού, μερκά = μπούτια, κάμνω μιαν έτο 'κει = κατρακυλάω μέχρι κάτω, λυμπουρκά = μυρμηγκοφωλιά, Τηλλυρκά = Τηλλυρία, ορεινή χερσόνησος της Κύπρου στο βορειοδυτικό μέρος του νησιού, κοτζιάκαρι = γριά, τυρκά = τυριά, πατασρκά = χαστούκι, σκαλιώτικος = χορός από την περιοχή της Σκάλας, δηλ. της Λάρνακας, ψακή = δηλητήριο, βυζάκια = βότσαλα, ορκόμωννεν = έβαζε όρκους, λαμπρόν εσινερίκουν = μάλλωνε με την φωτιά, Αμίαντος = το ορυχείο του Αμιάντου στο Τροόδος, Κούκουλας = διευθυντής της Εταιρίας του Αμιάντου, κούζα = μικρή στάμνα, κκελλέ = κεφάλι.


Κυπριακά Τραγούδια (στίχοι) που ακούγονται σε γάμους:4

ΤΟ ΞΗΜΕΡΩΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΝΥΧΤΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ


Η πέρτικα έχτισεν φουλιάν
που κάτω στην τρανταφυλλιάν
μπαίννει  και βγαίνει και γεννά
πασαλοήτικα αυκά
κάμνει τ' αυκά κοστέσσερα
και βράζει* τ' αυκούδκια της,
και βγάλλει τα πουλλούδκια της
και σούζει* τα φτερούδκια της
και τα γαλατερούδκια της
και ρίφκει τα τραντάψυλλα,
πότε λλία, πότε πολλά
κ' οι κορασιές τα πκιάννουσιν
στον κόρφον τους τα βάλλουσιν,
ροδόστεμμαν τα φκάλλουσιν
στην εκκλησιάν τα πέρνουσιν.
Ραντίζουν πρώτα τους αγιούς
κι ύστερον τους πνευματικούς
ύστερον νήφφην και γαμπρόν
παθθεράν με πεθερρόν

κι ύστερας ούλους που γυρόν.

βράζει = ζεσταίνει, σούζει = κουνά,


Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Ερωτικό

Νιώθω τόσα για σέν ακαι τι να πρωτογράψω...
Είσαι ο ήλιος μέσα στη νύχτα.
Είσαι η Άνοιξη μέσα στο χειμώνα.
Είσαι η ζέστη μέσα στο κρύο.
Είσαι η φλόγα μέσα στην παγωμένη μου καρδιά.
Είσαι η χαρά μέσα στη λύπη.
Είσαι το φως μέσα στο σκοτάδι.
Είσαι ο έρωτας που άφησα να μεγαλώσει μέσα μου,
που δε μ΄ αφήνει να βρω λόγια να σ΄ τον περιγράψω.....
Ίσως να φτάνει το " σ΄ αγαπώ".

Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

[Οι ποιητές δεν έχουνε αργίες και ωράρια] / Πιλλάς Αντώνης

«Οι ποιητές δεν έχουνε αργίες και ωράρια
την εγγενή τους θλίψη παρακολουθεί ο χρόνος άγρυπνος
μια άλλη χαρά τους έχει από νέους επιστρατεύσει
και πάντα νέοι με έρωτα την καρτερούν
μες στους καιρούς αυτούς της εξορίας».

ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Θάρθη κάποτε η ώρα 
που η βιογραφία θα τελειώσει. 
Το πληγωμένο αηδόνι
θα σφραγίσητο τέλος
σαν μαύρο κοράκι στην έντασή του.
Η κριτική θ΄ αναδιπλώνη φορτισμένη
την τοποθέτηση του ήρωα 
σε χώρους απαιδιόδοξους.
Τιι όμως; Ο ήρωας ήταν παρουσία 
η πνοή τ΄ αηδονιού που ξεψυχούσε 
μπροστά στα πληγωμένα δένδρα. 

ΚΥΠΡΟΣ



Ψυχή τη ψυχή
το περιστέρι έδωσε το αίμα του.
Ψυχή τη ψυχή
οι άνθρωποι
στη μοίρα αντιμέτωποι.

Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

ΔΙΠΛΗ ΟΨΗ / Χατζηαυξέντη Μαρία

                                                    Στην πραγματικότητα δε γνωρίζουμε τίποτα γιατί η αλήθεια βρίσκεται στο βάθος της αβύσσου.

(Δημόκριτος)


Της σφίγγας το αίνιγμα έχει βρεθεί,
του Οδυσσέα η Ιθάκη έχει βρεθεί, 
μα του νομίσματος η όψη είναι διπλή.

Τι κι αν το νόμισμα που κρατώ
έχει αρχαίες όψεις;

Δεν παύει να΄ ναι κίβδηλο
βαρύ και λερωμένο.
Χέρι με χέρι λέρωσε και τα 
δικά μου χέρια. 

ΠΙΚΡΟ ΚΡΑΣΙ / Χατζηαυξέντη Μαρία

Πικρό κρασί μας βάλανε 
στο γυάλινο ποτήρι.
Άλικο χρώμα, γιορτινό,
γεμάτο αναμνήσεις.

Πικρό κρασί που ήπιαμε
όλο προιστορία,
αίμα που χύθη αλύπητα
στο χρόνου το μανδύα.
Πικρό κρασί ποτίσανε
και Τον δημιουργό μας
για να τον ξεδιψάσουνε 
καθώς Τον αμαυρώναν