Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

(Είπες κάποτε πως οι νεκροί ....) / Πασιαρδής Μιχάλης

Είπες κάποτε πως οι νεκροί βλασταίνουνε και μεγαλώ­νουν
βγάνουν ανθούς, καρπίζουν, έρχονται τα πουλιά,
σιωπηλά ρυάκια κυλούν κάτω απ' τα πόδια τους.
Είπες πως γελαστήκαμε στον κόσμο, μια
ολόκληρη αρχή χάθηκε ανεπίστρεπτα· και δεν προφταί­νεις.
Είπες. Ομως τα δέντρα είναι πάντοτε μοναχικά
ακόμα και στα δάση. Το πέρασμα του αγέρα το προδίδει.
Κι εσύ στον κόσμο μόνος.

ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ Η ΟΔΟΣ / Παπαδόπουλος Κ. Γιάννης

[..]

όταν πια είδαμε κι αποείδαμε 
με τα τηλεγραφήματά και τις πρεσβείες, 
κλείσαμε τη μικρή ζωή μας  σ΄ ένα φάκελο
μικρό που να  χωράει στη φούχτα μιας μαθητριούλας, 
στον προβολές ενός ποδηλάτου, στη ράχη ενός βιβλίου
και γράψαμε με κόκκινο μελάνι τη διεύθυνση:

                                                            Αξιότιμον Ελληνικόν Κυπριακόν Λαόν
                                                             Οδός Ελευθερίας ή Θανάτου
                                                                    Χωριά και Πόλεις
                                                                          Κύπρον

Το στείλαμε  χωρίς το γραμματόσημο με την ξένη βασίλισσα.
Ταξίδεψε με χίλιους δικούς μας συνδέσμους, 
κρυμμένο σε γαλάζιες ποδιές και κόρφους παρθένων 
ή το πέρασαν από μπλόκα γαιδουράκια αθώα
που κουβαλούσαν χειροβομβίδες κι άλλους καρπούς της γης μας. 

ΠΡΟΣΜΟΝΕΣ / Μυριάνθη Παναγιώτου- Παπαονησιφόρου

[..]

Το χαρτί δε φιλοξένησε το πόνο.
Στα πλατανόγυλλα
οι μοίρες των ανθρώπων μένουν μυστικές. 

[..]

Βροχή. 
Στη πολιτεία των ξερών φύλλων. 

[Πως διαπλάσαμε τους δέκτες μας] / Κορφιώτη Παναγιωτίδου Βέρα

[..]  Πως διαπλάσαμε τους δέκτες μας
και δέχονται μόνο 
τους ερεθισμούς της λύπης
και δε λειτουργούν 
στους ερεθισμούς της χαράς;

Στην απουσία μας στήθηκαν οι προτομές, 
στην απουσία μας τςι απεκάλυψαν.

Υφαίνουμε τη Λευκωσία
με τη ζωή μας
κάθε απόγευμα, ενώ μας αριθμεί ο ήλιος. 

ΜΙΑ ΝΥΞ (απόσπασμα) / Μιχαηλίδης Βασίλης

Αχ! της καρδιάς μου την φωτιάν εκείνη μόνο σβήνει.
Ω! άγγελέ μου στην ομορφιάν! 
Ω! Πλάστη μου, δώσμου καρδιάν, 
να ζωχωρίς εκείνην! 

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

ΑNAMONH / Μικελίδης Νίνος Φένεκ


Ανέβηκα στο λόφο να φωνάξω το όνομά σου
κι ο ήλιος αρνιόταν να βγει
κάθισα να σου γράψω
κι οι λέξεις αρνιόντουσαν να μείνουν στο χαρτί
προσπάθησα να σου στείλω ένα φιλί
και τα χείλη μου μάτωσαν
Τώρα κάθομαι στην άκρη του λόφου
και περιμένω τον ήλιο να βγει
τώρα άφησα το χαρτί
και αναζητώ τη μορφή σου
τώρα που σκοτείνιασε
τώρα που το τραπέζι άδειασε
απλώνω την καρδιά μου γυμνή
στο υγρό χορτάρι
που μου θυμίζει το στόμα σου
τότες που μ’ αγαπούσες
τότες που καθόσουν στο παράθυρο
κι αγνάντευες το δρόμο
ώσπου να ’ρθω.

ΜΑΛΒΙΝΑ / Μικελίδης Νίνος Φένεκ

Τη θάλασσα να φοβάσαι με τα νεκρόψαρα
γλυκόνερο δροσερό σαν τα χείλια σου, Μαλβίνα. 
Γλυφάδα στα στήθια σου και στο κορμί σου.
Ψαρένια τα μάτια σου
- Θάλασσα χωρίς αλάτι. 

Τα μουχλιασμένα καράβια που ταξιδεύουν, 
οι πόθοι σου ανεκπλήρωτοι, 
τ΄ αγκυροβολημένα καράβια που νειρεύονται, 
οι πόθοι σου εκπληρωμένοι.
Μαλβίνα, Μαλβίνα 
ανεράδα του νεκρολίμανου, 
να φοβάσαι την θάλασσα με τα νεκρόψαρα
και τα μουχλιασμένα καράβια που ταξιδεύουν, 
Μαλβίνα!

ΑΣΤΕΡΙ ΜΟΥ





Αστέρι μου απόψε
στον ουρανό κοιτάζω.
Ψιλά για να σε ειδώ
και να σου πω την αγαπώ


Αστέρι μου σου λεω πες της
πως τρελά την αγαπώ
Στην ζωή μου δεν θα πάψω
να της λεω σ` αγαπώ

Αστέρι μου σε σένα λεω
ότι υποφέρω και πονώ
Κι η καρδιά μου κτυπάει για κείνη
τόση αγάπη πως να στην πω

Αστέρι μου κάθε βράδυ όλο
για εκείνη τραγουδώ
Και της λεω αυτό που ξέρεις  
πως πολύ την αγαπώ

ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΜΕΝΑ ΒΕΛΗ (απόσπασμα)

[...]

Κι αυτό για χάρη σου, γενέτειρά μου γη, 
μάνα των δουλευτάδων σου γονιών μου, Κύπρος,
κοιτίδα των ιερών οστών, της σάρκας τους, 
που τα καταπονούσες ωντανά, σκυμμένα απάνω σου, 
για να τα θρέφεις...

[...]

Σκεβρώσαμε πια εμείς, μα εσείς, 
καθρέφτης των άφθαρτων ψυχών, ωραίοι μας νέοι, 
στήλες θεμελιακές του τόπου μας, κρατάτε 
στους ώμους σας γερά την Άμπελό μας.

[...]

Ήλιε μου, που έχεις τα μαλλιά της 
υφάνει σε χρυσαργαλειό
με τις ακτίνες σου και τόσο 
εσύ την ξέρεις και σε ξέρει,
πες της για μένα- Σ΄ αγαπώ. 

«Τραγουδώντας και Χορεύοντας τον Κυπριακό Γάμο» με την Χορωδία της Προοδευτικής Κίνησης Λάρνακας και με το Χορευτικό Συγκρότημα της ΠΟΕΔ Λάρνακας


Η Χορωδία της Προοδευτικής Κίνησης Λάρνακας σε συνεργασία με το Χορευτικό Συγκρότημα της ΠΟΕΔ Λάρνακας σας προσκαλούν στη μουσικοχορευτική εκδήλωση που διοργανώνουν με τίτλο: «Τραγουδώντας και Χορεύοντας τον Κυπριακό Γάμο». Η εκδήλωση θα γίνει την Παρασκευή, 7 Νοεμβρίου 2014 στο Δημοτικό Θέατρο Λάρνακας, στις 20:30. Η είσοδος είναι ελεύθερη. Η εκδήλωση, διάρκειας 75 λεπτών, διοργανώνεται στο πλαίσιο του Δεκαπενθήμερου Σκαλιώτικης Ερασιτεχνικής Δημιουργίας του Δήμου Λάρνακας.
Μέσα από τραγούδια, χορό και θέατρο θα αναπαρασταθούν ο θεσμός του προικοσύμφωνου, το κόψιμο των μακαρονιών και το γλέντι του γάμου. 

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

Τ΄ ΑΓΝΟ ΤΟ ΑΙΣΘΗΜΑ

Σαν τα μελτέμια τα σφοδρά του Αιγαίου , στο στήθος 
- η καρδιά σφυρί κι οι πόθοι σίδερο, αμόνι-
τα πάθη μύρια, πλήθος: 
το νου σε πλάνους λογισμούς γυρνούν. Μα μ΄ εξυψώνει 


ενός αγνού αισθήματος ή λαμπρότης: τροπάρι
που ιερουργά κάποια κυρά που σέρνει στα φτερά
υο λογισμό, και σάμπως να φεγγοβολά λυχνάρι, 
και σάμπως στην ψυχή ν΄ αχολογά μια ψαλμουδιά. 

ΚΡΥΦΟΜΙΛΗΜΑΤΑ (απόσπασμα)

[....]


Το γόνιμο σούρουπο το θανάτου
θά΄ ναι κι αυτό ευπρόσδεκτο :
" Γιατί να θρηνήσουμε, ακλή μου,
το χαμό του εφήμερου Άδωνη;
Στο δάσος της ανθρωπότητας,
δυο πεύκα, κι εμείς 
καλλωπίσαμε το ξερό τοπίο. Το μολογούν τα σκαριά,
το διαιωνίζουν τα πράσινα κλαριά μας". 

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2014

ΑΓΑΠΗ / Μαρκίδης Α. Γεώργιος

Μες στην αγάπη τους θαρρούν πως και τ΄ αγκάθια αντάμα 
τους γίναν τώρα γιασεμιά,τους  γίναν τώρα κρίνα,
και στης χαράς τους της πλατιάς το διάβα - δες  τι θάμα- 
και τα σοκάκια τα στενά πως πλάτυναν και κείνα. 

ΤΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ / Μαρκίδης Α. Γεώργιος

Κλεισμένος στο χωριάτικο κελί μου δε νυστάζω.
Τους χωρικούς ύπνος βαθύς τους έχει τώρα πάρει, 
κι εγώ σκυφτός ολονυχτίς με το κερί διαβάζω, 
απ΄ έξω έχοντας σύντροφο τ΄ αγέρι του Γενάρη.

Κάποιες σελίδες του φτωχού νησιού μ΄ ανατριχίλα
διαβάζω της ατέλειωτης τούτης βραδιάς τα μάκρη,
κι αργοσταλάει το κερί στης ιστορίας τα φύλλα. 
Θαρρείς στον πόνο του νησιού πως χύνει κι αυτό δάκρυ. 

ΡΟΛΟΓΙΑ / Μαρκίδης Α. Γεώργιος

Οι δείκτες σας μες στη χαρά βιαστικά περνάν 
σάμπως φτερά γοργόλαμνα, φτερά πάν΄ ανοιγμένα, 
μα μες στον πόνο μας θαρρείς πως σιγοξεκινάν 
σα δεκανίκι αργόσυρτα, κι οκνά και μουδιασμένα.