Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2016

ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΤΟΠΙΟ / Χατζήπαπα Βασίλκα


Υγρό κολλά το σκοτάδι.
Με φωτοστέφανο θολό
λάμπει η σελήνη.
Λευκή ομίχλη, ευωδιαστή
το ξερό χορτάρι
ανασταίνει.
Χαδιάρα νύχτα.
Η μυρωδιά του κάμπου
μες στα μαλλιά φωλιάζει.
Και μόνο ο φωτισμένος δρόμος
της ασφάλτου
προς τον νηφάλιο κόσμο
ανυποχώρητα τραβά.

ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ / Χατζήπαπα Βασίλκα


Έρχονται κάποτε στιγμές –
αγωνίες, ταλαντεύσεις
βαθιές, σουβλερές
αποκαλύψεις.
Στο πάτωμα κάτω
κομματάκια αμέτρητα συντριμμένος
ο καθρέφτης
του εαυτού σου.
Εσύ από πάνω του
κομματάκι κομματάκι
μαζεύεις
μα είναι η εικόνα στρεβλωμένη.
Με ματωμένα δάκτυλα
μαζεύεις ξανά
τη μορφή σου.

ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΒΡΟΧΗΣ / Χατζήπαπα Βασίλκα


Νοστάλγησα τη βροχή
Και την υγρή σκιά της.
Τον αέρα που φωτίζει.
Της βαλανιδιάς την ευωδιά
και των κουκουναριών.
Το φως που
από τα φύλλα
της λεύκης κυλά.
Τις σταγόνες στο μέτωπο
που κουβαλούν της λήθης δροσιά.
Την πάχνη του φθινοπώρου νοσταλγώ
την ανάσα του παγωμένου λιβαδιού.
Τη νοσταλγώ και την προσμένω.
Εκείνη τη βροχή.

ΧΙΟΝΟΣΤΙΒΑΔΑ / Χατζήπαπα Βασίλκα


Ξυπνώ μέσα σε εύθραυστη σιωπή.
Απ’ το παράθυρο
του φεγγαρόφωτου γλιστρούν
χιονοστιβάδα οι λέξεις
γύρω απ’ το κεφάλι μου
μαζεύονται
με τους ψιθυρισμούς τους με σκεπάζουν.
Κι εγώ με χέρια και με πόδια μάχομαι
για λίγο αέρα.
Μα σαν αρχίσω να τις γράφω
γαληνεύουν
και στο λευκό χαρτί μπροστά μου
ήσυχα κι ωραία.
αρχίζουν να μιλούν.

ΣΑΝ ΜΕ ΒΑΛΟΥΝΕ ΣΤΗ ΓΗ / Χατζήπαπα Βασίλκα


Σα με βάλουνε στη μαύρη γη
και τα βλέφαρα πασπαλίσει χώμα
αγγελικά φτερά θα σκαρφιστώ
να το τινάξω πέρα.
Τους οδοδείκτες να γυρίσω
πάνω απ’ του χρόνου τον άσπρο βράχο
να πετάξω
μέχρι της μάνας μου το σπλάχνο.
Ήσυχα να κάτσω εκεί
περιμένοντας
ξανά να γεννηθώ.

Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΛΕΞΗ / Χατζήπαπα Βασίλκα


Δεν αγάπησα όπως μπορούσα.
Δεν αγαπήθηκα όπως θα ‘θελα.
Δεν έχω βρει
τη μοναδική τη λέξη
τον ήχο τον μοναδικό
που ανθρώπους κι αισθήματα μερεύει.
Τη σκέψη τη μοναδική
που τον πυρήνα ξεκλειδώνει,
της ζωής.
Δεν έχω βρει
του αιώνιου τη διάφανη σφαίρα
που κάθε τι δικό μου
ζεστό, σπαταλημένο,
σε δάκρυ κρυστάλλινο μαζεύει.

ΣΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ


Διάβαζε αργά τις λέξεις
γουλιά γουλιά
για να ’χουν χρόνο
σαν πουλιά
μες στο ψηλό δωμάτιο να πετάξουν.
Ξελιγωμένα, μετά από μπόρα,
από ταξίδι μακρινό
πάνω από χειμωνιάτικους γιαλούς
πετώντας
να βρίσκουν καταφύγιο στην κάμαρά σου.
Το κελάδημά τους στο ταβάνι θα ηχήσει
κι ήσυχα στον τοίχο θα κουρνιάσουν
έπειτα ώρα πολλή
μες στο σκοτάδι θα σιωπούν.

Βασίλκα Πετρόβα-Χατζήπαπα (βιογραφικό σημείωμα)

Η Βασίλκα Πετρόβα-Χατζήπαπα γεννήθηκε στη Σόφια. Σπούδασε Γερμανική και Αγγλική Φιλολογία.. Είναι σύζυγος του συγγραφέα Χρίστου Χατζήπαπα. Εργάστηκε ως Λειτουργός Τύπου για πολλά χρόνια στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών όπου επιμελήθηκε πολλές εκδόσεις στα γερμανικά, αγγλικά και βουλγαρικά.

Ποιητικές Συλλογές:


  • «Γουλιά αέρα», Λευκωσία, 1983, 
  • «Ζωή που αναβλήθηκε» εκδόσεις «Μπαλκόνι», Σόφια, 2003, 
  • «Λέξεις από καρύδι», εκδόσεις «Πλάμακ», Σόφια, 2009 και 
  • «Η μοναδική λέξη», εκδόσεις «Περί λύχνων αφάς», Λευκωσία, 2010.

[Μα πίστεψε ]

“Μα πίστεψε – 
 τους στίχους μου
 μοναχή μου δεν γράφω.
 Τους ψιθυρίζει στο αυτί μου
από το σύμπαν μια φωνή.”

Η μοναδική λέξη: Ποιητική Συλλογή της Βασίλκας Πετρόβα Χατζήπαπα Εκδόθηκε το 2010 (μικρό απόσπασμα)

Αρρώστια 

Η ζωή μαζεύτηκε 
σ΄ ένα κομμάτι πάγο 
πίσω από τον κρόταφο 


Γιατρειά

Γιατρεύομαι με φάρμακα μοχθηρά.
Με γλύκα νάρκης και με δίψα τρυφερή.
Γιατρεύομαι με στίχους. 

Ο νεκρός πλανήτης

Είναι ίσως ο έρωτας
εκείνος ο νεκρός πλανήτης, 
αστέρι
που έσβησε κρυφά απ΄μας
εδώ κι εκατομμύρια έτη φωτός. 

Και η λάμψη του σ΄ εμάς
απατηλά
ακόμα ταξιδεύει;

Απολογισμός

Ποιανού τη ζωή ζω
Και ποιος τάχα 
μου την έχει επιβάλλει

Για την αχρηστία της ζήλειας

Αν εμένα πια δεν αγαπάς
γιατί να ΄ναι σημαντικό 
γιατόι να ΄ναι φοβερό 
ποια απ΄ όλες τις άλλες 
έχεις επιλέξει.


Τι είναι η ζωή

Ρώτησα γυναίκα ενενηνταενιάχρονη 
τι να ΄ναι τάχα η ζωή. 
Άπλωσε το χέρι κι είπε: 

"Ποτήρι νερό. Αυτό είν΄ η ζωή".


μπορείτε να την αναγνώσετε : https://issuu.com/vasilkahadjipapa/docs/vasilika_edit_scan

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

Πνοή της άνοιξης / Ανδρέας Καρακόκκινος Ιδιωτική Έκδοση, 2007 (απόσπασμα)

Μια ώρα χαμένη 

Μια ώρα χαμένη

φτάνει 
να κλέψει το φως
της ανατολής
και ν’ αφήσει τη μαύρη ομίχλη
να ζωγραφίσει τη μέρα.
Μια ώρα χαμένη 
φτάνει 
να κρύψει το Χαμόγελο 
μιας όμορφης κόρης 
που τη λένε Μαρία, Κατερίνα,
Σοφία, Ελένη.
Μια ώρα χαμένη 
φτάνει 
να σκοτώσει τη μέρα
με μια χαρακιά βαθειά
ως την άκρη της Άνοιξης 
και το μίσχο του λουλουδιού.
Μια ώρα χαμένη 
φτάνει/ να σβήσει τη λάμψη των ματιών,
να πληγώσει τον Έρωτα,
να σκοτώσει τη Ζωή.

....


Το πρόσωπο του ποιητή 

Να δανειστείς το πρόσωπο

του ποιητή
όταν στα χέρια του κρατά 
σφικτά και τρυφερά
το τελευταίο του γραπτό 
σαν το παιδί του το μικρό.
Το πρόσωπο του ποιητή
που λάτρεψε
το γέλιο των παιδιών
το πρώτο φιλί του έρωτα
τη γεύση της ζωής
μ’ ένα χαμόγελο γλυκό
κι ένα λουλούδι. 
Αυτού του ποιητή τα όνειρα 
δε σβήνονται τη νύχτα
γιατί η μοίρα τον έταξε 
με λέξεις να κλείνει τις πληγές
και να χαρίζει το φως.
Θα βρεις το πρόσωπο αυτό 
σ’ έναν καθρέφτη
σαν θα κοιτάξεις βαθιά
ως την ψυχή του μέσα 
ως την ψυχή σου. 
...

Άρωμα Άνοιξης 

Το πρώτο άρωμα της άνοιξης
ήρθε και μ' αγκάλιασε
ένα βράδυ τ' Απρίλη.
Εκεί, δίπλα στη θάλασσα
βούτηξα την ψυχή μου
ξαναγεννήθηκα
ξαναντίκρισα τ' αστέρια και το φεγγάρι
σαν πρώτη φορά.
Έψαξα τη χαμένη μου
παιδική αθωότητα χωρίς ντροπή.

Εκεί δίπλα στη θάλασσα,
γυμνός, βούτηξα στα μαύρα νερά
ξέπλυνα τα ανομήματά μου
ξαναβαφτίστηκα
στο όνομά σου.


...

το φεγγάρι απόψε

Το φεγγάρι θα 'θελα απόψε
να φώτιζε μονάχα τα μαλλιά σου
κάτω από την Ακρόπολη
κι εσύ να μιλάς και να μιλάς
η φωνή σου να σμίγει
με τις αχτίνες του φεγγαριού
σ' ένα ατέλειωτο τραγούδι.

Απόψε θα 'θελα να μ' αγκαλιάσει
το φως του φεγγαριού
να με ταξιδέψει μακριά
στα μονοπάτια του ονείρου
εκεί που μελωδίες θεϊκές
σμίγουν με το χαμόγελο
μιας μόνης νύχτας αγάπης.

...

μ΄ ένα ποτήρι κρασί 

Μ' ένα ποτήρι κρασί,
νομίζω ήταν κόκκινο σαν το αίμα,
ίσως να ήταν και αίμα,
έβρεξα την καρδιά μου
για να δραπετεύσω
από τα όνειρα που σβήστηκαν
στο ηλιοβασίλεμα
και τώρα απόμεινε μόνο το κουφάρι τους
να τριγυρνάει σαν πλανόδιος παλιάτσος.

Λεμονανθοί στο πέλαγο: Ποιητική Συλλογή του Ανδρέα Καρακόκκινου (Ιδιωτική Έκδοση, 2013)

Λεμονανθοί στο πέλαγο

Γεννήθηκα σε χώματα νησιωτικά
απλωμένοι λεμονανθοί στο πέλαγο
στην πλώρη ένα ποδήλατο
άφηνε πεταλιές στο αύριο
κι ο ποδηλάτης στο κατάρτι
αγνάντευε τα βάθη των ονείρων
η θάλασσα λαμπύριζε πράσινη
κι έσμιγε με τις λεμονιές
και τις βιολέτες της αυλής
που σε μεθούσαν άνοιξη.

Στις πίσω σελίδες των βιβλίων
ζωγραφίζαμε με ξυλομπογιές
εικόνες της παιδικής μας φαντασίας
ξεχνώντας την αιώνια αδυσώπητη μοίρα
η αβάσταχτη αρμονία των αρωμάτων
δεν άντεξε στο χρόνο
η γης χαράχτηκε σε δυο κομμάτια
κι εμείς αναζητάμε στίχους
να χτίσουμε μια γέφυρα ανάμεσα


...

Το παραμύθι τέλειωσε 

Κλείσε το βιβλίο
το παραμύθι τέλειωσε
η προσμονή χωρίς τέλος
όσοι απομείναμε
μετράμε χαρακιές
στην καρδιά του καλοκαιριού
και γραμμές στην ιστορία
πράσινες, κόκκινες… 
Σκοτάδι. 

...

Διαδρομές χωρίς συρματόπλεγμα 

Αντικρίσαμε
πίσω από τη μάσκα του εφιάλτη
δυο αθώα μάτια παιδικά
απορημένα από τ’ ανίερα παιγνίδια
ενός παράλογου 
θεάτρου σκιών. 
Δέσαμε
Το χτες σ’  ένα άλλο σήμερα 
Τα βλέμματα παιδιών κυρίαρχα
να απλωθούν παντού στην ίδια γη 
σε διαδρομές χωρίς συρματόπλεγμα.  

...

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Ανδρέας Καρακόκκινος (μικρή αναφορά)

Ο Ανδρέας Καρακόκκινος γεννήθηκε στη Μόρφου της Κύπρου το 1952.  Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Ποιητικές Συλλογές:


  • 2007 / Πνοή της άνοιξης 
  • 2013  / Λεμονανθοί στο πέλαγο.

Σε κλοιό ε-υ-φορίας / Καρακόκκινος Ανδρέας

Στην πλατεία της ασυδοσίας 
περίμεναν στην ίδια σειρά
ανυποψίαστοι αθώοι 
κι ένοχοι εκ προμελέτης
να καταθέσουν στον ιερό βωμό
το υστέρημα ζωής 
ή το περίσσεμα της αμαρτίας. 
Οι ανίεροι εξεταστές 
ντυμένοι στρατοδίκες 
μοίραζαν ειρωνικά βλέμματα
με τα αγέλαστά τους μάτια.
Οι καταδίκες θα ακολουθούσαν