Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καϊμακλιώτη Αγγέλα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καϊμακλιώτη Αγγέλα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2015

Ο χαμένος τόπος και χρόνος στην ποιητική συλλογή “Εκ του Σύνεγγυς” της Αγγέλας Καϊμακλιώτη



Του Γιώργου Χριστοδουλίδη*
---------------------------------

Με αρκετή επιφύλαξη, αντιλαμβανόμενος το μέγεθος της ευθύνης, ανταποκρίνομαι κάθε φορά, όχι συχνά αλήθεια, που κάποιος ποιητής μου ζητά να πω ή να γράψω για το βιβλίο του.
Είναι ο δισταγμός της αδιάκριτης παρέμβασης σε ένα πνευματικό έργο που έχει ξεφύγει από τα χέρια του ίδιου του δημιουργού του και τοποθετείται πια, αυτόνομα στον κόσμο. 
Ενός κώδικα συμβολισμών και αλληγορικών πολλές φορές σχημάτων, κι' εσύ καλείσαι να παραστήσεις τον επιτήδειο αποκωδικοποιητή, για συλλήψεις, που πολλές φορές ούτε ο ίδιος ο ποιητής έχει σαφή και ξεκάθαρη αιτιολογία και ερμηνεία.
Και το πιο δύσκολο, θα πρέπει να αντιμετωπίσεις το δίλημμα να παραμερίσεις τα κατά την υποκειμενική σου άποψη, ελλείμματα και θα χτίσεις αποκλειστικά στα αξιόλογα και αξιοσημείωτα, προδίδοντας τη συνείδηση και την αισθητική σου.

Ευτυχώς, η Αγγέλα Καϊμακλιώτη, όσο την γνώρισα, ανήκει στην περιορισμένη εκείνη κατηγορία ανθρώπων που δέχεται την αμφισβήτηση, φαινόμενο σπάνιο στη συνήθως υπερφίαλη κατηγορία των ποιητών. Ως εκ τούτου, το δίλημμα εξέπεσε από τα  αρχικά στάδια της γέννησης του.
Τι έπρεπε λοιπόν να κρίνω σε αυτό το βιβλίο; Μα τι άλλο από αυτό που και ο πιο αμύητος αναγνώστης κάνει εγγενώς: Την ποιητική πνοή του ανέμου που φύσηξε τους στίχους. Μπορεί η Α.Κ. να σε αναγκάσει να σταματήσεις; Να σου προκαλέσει  το μαγικό επιφώνημα που μόνο η αληθινή τέχνη καταφέρνει να σχηματίσει στα χείλη; Τι άλλο είναι η δηλαδή η ποίηση;

Είναι αποδεκτό πως μια παρουσίαση είναι αδύνατον να συμπεριλάβει  λεπτομερείς θέσεις  για το σύνολο του βιβλίου. Αυτό που κρατά κανείς είναι το αποτύπωμα που αφήνει στη διψασμένη για συγκινήσεις και πρωτοτυπία ύπαρξη,  η δύναμη του λόγου.
Θα μιλήσω ως ποιητής  κατά κύριο λόγο, ίσως και ως λίγο δημοσιογράφος αλλά σίγουρα όχι ως κριτικός που δεν είμαι.

Ως ποιητής, που συνάντησε διαβάζοντας το «Εκ του Σύνεγγυς», μιαν αδιατάρακτη οδύνη, ένα παρατεταμένο λυγμό, τον λυγμό της απώλειας της αγαπημένης πόλης μαζί και της απώλειας ενός σημαντικού τμήματος των παιδικών χρόνων.
Της απώλειας ενός μέλλοντος, γιατί κάθε απώλεια τόπου, είναι συνάμα και απώλεια χρόνου, χρόνου δικού μας, κλεμμένου και λεηλατημένου. Χρόνου ξεριζωμένου από το υπόστρωμα του ηλικιακού εδάφους, αιωρούμενου στην μαύρη τρύπα του αβέβαιου.
Στο βιβλίο καταγράφεται ένα έγκλημα που η ποινική δικαιοσύνη δεν μπορεί να εγκαλέσει γιατί συντελέστηκε στα έγκατα της ανθρώπινης ψυχής εκεί που το χέρι του νόμου δεν φτάνει, αλλά και να έφτανε, πως θα μπορούσε να απαλύνει τη θλίψη και την οδύνη;
Στο ποίημα «Παιδί στο προσφυγόσημο» η ακόλουθη εικόνα :

Παιδί στο προσφυγόσημο
Ξυπόλυτο σαράντα χρόνους
Ρακένδυτο και δακρυσμένο
Πλάι στο συρματόπλεγμα
Θέλει να ελεύθερο να περπατήσει
Να ζήσει θέλει
Να ξεκολλήσει επιτέλους
Την παιδική ψυχή από το έρεβος
Εκατομμύρια γράμματα συνόδεψε
Σε φακέλους σημαδεμένους
Δεν ωφελεί.

Όπου η Αγγέλα Καϊμακλιώτη αφήνει την έγερση του ερεθίσματος να ωριμάσει, αφαιρώντας το περιττό, όπως κανείς διεισδύει στο βάθος των πραγμάτων και αφουγκράζεται τους παλλόμενους πυρήνες, εκεί και οι καλύτερες στιγμές της συλλογής.
Ακόμα ένα τέτοιο παράδειγμα το ποίημα «Τραγική ειρωνεία» ένα από τα κορυφαία ποιήματα της συλλογής και από τα πιο μεστά που διάβασα τον τελευταίο καιρό:

Όσο κι αν το προσπάθησα
Να ξεχωρίσω δεν κατάφερα
Αν ήταν αλλοθρήσκων
Ή ομοθρήσκων οι καρδιές
Που κάποια χέρια σκάλισαν
Σε τοίχο στη μοιραία πόλη
Επέζησαν εντούτοις του πολέμου.

Μέσα από λίγους στίχους, η ποίηση αναδεικνύει την ουσία. Χωρίς αχρείαστους διδακτισμούς  και με έμφαση στην λεπτομέρεια, υπαινικτικά και ανεπιτήδευτα, η ποιήτρια καταφέρνει να υπερυψώσει το ποίημα στην κορυφή της κλίμακας, να του επιτρέψει την πραγμάτωση. Να καταδείξει τον συμβολισμό. Να σε παραπέμψει σε αυτό που μπορείς να υποθέσεις και όχι να ετυμηγορήσεις. Αυτό που μπορείς συνειρμικά φανταστείς: Ότι κάποιοι νέοι στην ελεύθερη και γεμάτη σφυγμούς ζωής, Αμμόχωστο,  εκδήλωναν έτσι τον έρωτα τους, την αιώνια τους δέσμευση χωρίς να υπολογίζουν ότι δεν υπάρχει τίποτα αιώνιο, ότι εκεί πέρα κάποιοι ερωτεύονταν, δίχως να υποψιάζονται την επικείμενη καταστροφή και δεν έχει σημασία αν ήταν χριστιανοί ή μουσουλμάνοι, μπορεί να ήταν και από τα δύο, ότι οι βόμβες δεν κατέστρεψαν τις ζωγραφισμένες από άδολο, τρεμάμενο χέρι καρδιές, ότι δεν ξέρουμε και δεν θα μάθουμε ποτέ τι απέγινε εκείνος ο έρωτας, αν ολοκληρώθηκε ή όχι, ότι η συγκυρία τα έφερε με τρόπο που αυτή η εικόνα πέρασε μέσα από το βλέμμα της Καϊμακλιώτη, έγινε ποίημα, μπήκε σε βιβλίο και να ‘μαστε εδώ απόψε να την εισπράττουμε, εμείς, και κάποιοι από εμάς που δεν είδαν ποτέ την Αμμόχωστο αλλά μπορούν να συγκλονιστούν από την αντίφαση της αθωότητας από τη δραματοποίηση της.

Όπου η Α.Κ.  επιχειρεί να πολιτικολογήσει όπως για παράδειγμα τα ποιήματα «Οκτώβρης του 2013» ή «Λύση»,  ή αίσθηση μου είναι ότι δεν αποφεύγει αχρείαστες πεζολογίες, διακηρύξεις και διατυπώσεις πολιτικών θέσεων, που θα μπορούσαν να αφεθούν να εννοηθούν διακριτικότερα ή με κάποια δόση αμφιβολίας για την ορθότητα τους. Και ο υποφαινόμενος έχει γράψει πολιτικού περιεχομένου ποίηση, η ποίηση είναι από μόνη της μέγιστη πολιτική πράξη και η ποιητική γραφή δεν είναι δυνατόν να περιορίζεται στα στενά όρια μιας επαναλαμβανόμενης εσωστρέφειας. Το θέμα είναι οι επιφυλάξεις μας να υπερισχύουν των πολιτικών προσλαμβάνουσων μας.
Όπως προφανώς συνάγεται, το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής είναι αφιερωμένο στην Αμμοχώστο, πόλη στην οποία η ποιήτρια έχει γεννηθεί και περάσει τα πρώιμα χρόνια της ηλικίας της μέχρι την Α’ τάξη του Δημοτικού. Πόλη την οποία λόγω της προδοσίας και της τουρκικής εισβολής, η Καϊμακλιώτη όπως και τόσοι άλλοι Αμμοχωστιανοί δεν ευτύχησαν να γευτούν στην πλήρη καρποφορία της. Αναγκάστηκαν να ξεριζωθούν, προλαβαίνοντας να πάρουν μαζί τους, λίγα υπάρχοντα αλλά και το άρωμα κάποιων χρόνων βίου. Ως  εκ τούτου, το απόσταγμα τούτου του αρώματος είναι ελλειπές και το παράπονο, η πίκρα αυτής της βίαια και άδικα διακοπείσας όσμωσης με τον γενέθλιο χώρο, είναι διάχυτα στη συλλογή. Όπως διάχυτη είναι και η αίσθηση της διάψευσης, αφενός, του φυσιολογικού οράματος για μια ομαλή ανάπτυξη στον γνώριμο τόπο, αφετέρου, για άρση της αδικοπραγίας.

Το ποίημα «Αιώνες Τώρα» ενδεικτικά:

Περιμέναμε την άνοιξη
Και την ανάσταση
Λησμονήσαμε ότι προηγούνται
Αιώνες τώρα
Η προδοσία
Και η σταύρωση
Αιώνες τώρα
Πόντιοι Πιλάτοι
Και Ιούδες
Αιώνες τώρα
Μας φιλούν.


 Η ποιητική συλλογή Εκ του Σύνεγγυς, αποτελεί την  εικονοποιεία μιας πραγματικότητας, ελλοχεύουσας μέσα στον κοχλάζοντα πυρήνα της μνήμης. Μιας πραγματικότητας που  συνθλίβει, αποσπασμένης από το καθημερινό εξωτερικό γίγνεσθαι το οποίο έχει πάψει να τραντάζει συχνά τις εσωτερικές χορδές της ψυχής μας, αποδεικνύοντας πως η απώλεια μέρους της πατρίδας, επιμηκυνόμενη στον χρόνο, μπορεί να μετατραπεί σε σιωπηρή συνήθεια, αποκαρδιωτικά συμβατή με τη ζωή μας.
Ωστόσο, από καιρό εις καιρό, εμφανίζονται έργα τα οποία μας υπενθυμίζουν αυτό που χάσαμε. Και δεν χάνεις μόνο αυτό που είχες. Χάνεις και αυτό που θα μπορούσες να αποκτήσεις. Εμφανίζεται ποίηση που μας υπενθυμίζει αυτό που ξέραμε, κατά την προσφιλή έκφραση μιας αγαπημένης Κύπριας φιλόσοφου.
Με μια έννοια, το Εκ του Σύνεγγυς το εκλαμβάνω όχι απλώς ως μια ελεγεία για τη χαμένη πόλη αλλά και ως ένα πυκνόμετρο πολλών χαμένων ζωών και μιας υπερμεγέθους ποσότητας χαμένου χρόνου. Το εκλαμβάνω και ως μια μάχη με το ανίκητο, όσο και μια αντίσταση, ένα προσκλητήριο αν όχι για έγερση, τουλάχιστον για συνειδητοποίηση πως το αποτέλεσμα, πια δεν μπορεί να είναι νικηφόρο γιατί ήδη οι ζημιές που καταμετρούνται είναι  ανεπανόρθωτες. Στο ποίημα «Πρόσφυγες», ο συμψηφισμός της μνήμης με τη λήθη γεννά την εξής στιχοπλοκή:

«…πορεύομαι πλάι σου καιρό.
Δεν ξεχνώ αλλά ούτε θυμάμαι».

Ένα γύμνασμα μνήμης είναι και το ποίημα «Αμμόχωστος» το οποίο υπερβαίνει της αναπόλησης, αφαιρώντας τις επιχωματώσεις που αδρανοποιούν την αφή της αυτογνωσίας.

«Για να σε λησμονήσω
Ξαπλώνω στην άμμο σου
Και μαζεύω φωτόνια
Ύστερα τα αλείβω
Με ευλάβεια στο δέρμα μου
Μικροσκοπικά αστέρια
Φυτρώνουν εντός μου
Και τότε ανατέλλω μηδενικά φορτισμένη
Πανδέκτης και πανσέληνος αλλού
Μα δε σε λησμονώ»

Διαβάζοντας τη συλλογή, η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της εκτυλίσσεται τόσο κινηματογραφικά όσο και ψυχογραφικά, αισθάνθηκα την εξής εικόνα: Την Αγγέλα Καϊμακλιώτη σε αγώνα δρόμου να τρέχει και να προσπαθεί να πιάσει σφικτά την άκρη της κλωστής που συγκρατεί τα κομμάτια της μνήμη της. Η καυτή ανάσα αυτού του αγκομαχητού, της συσσωρευμένης απόγνωσης, διάχυτη και στο ποίημα «Μετάληψη» όπου διατυπώνεται μάλλον απελπισμένα η δέσμευση ενός προσωπικού «δεν ξεχνώ».

«Τα σα εκ των σων, Αμμόχωστος
Ορκίζομαι να ρίχνω λάδι εσαεί
Στης μνήμης το ανέσπερο καντήλι»

Στο «Εκ του Σύνεγγυς», η Α.Κ. πετυχαίνει σε μεγάλο βαθμό το ζητούμενο για κάθε ποιητή. Να δώσει τις σωστές αναλογίες στις χημικές ενώσεις των λέξεων, ώστε αυτές να αντέξουν το βάρος του ποιήματος. Διότι, κατά την άποψη μου, δεν είναι οι λέξεις το ουσιώδες μέρος της ποίησης, οι λέξεις είναι το μεταφορικό μέσο της πνοής, το μονοπωλιακό μέσο της υλοποίησης της. Ας μην αποθεώνουμε τις λέξεις λοιπόν, ας αποθεώσουμε την πνοή που τους έδωσε προστιθέμενη αξία, χρησιμοποιώντας μια έκφραση της εποχής μας.
Εξαίρετο όσο και ενδεικτικό παράδειγμα, συναντούμε στο ποίημα «Βαρωσιώτες» όπου η ποιήτρια μιλά για τους γέρους Βαρωσιώτες «φαντάσματα προγόνων σε ψυχές εφήβων», καταλήγοντας :

«Τις Κυριακές
Περνούν σκυφτοί τα οδοφράγματα
Βυθίζονται στη θάλασσα και κρυφοκλαίνε»

Και σε άλλα ποιήματα της συλλογής, η Α.Κ. πετυχαίνει ένα αξιοπρόσεκτο ποιητικό αποτέλεσμα, ειδικά όταν αξιοποιεί τη ζωντανή μαρτυρία ανθρώπων, εκλιπόντων ή μη, ξεσκεπάζοντας από τις γάζες της λήθης την κακοφορμισμένη πληγή, συνοψίζοντας τις αναρίθμητες παραμέτρους του ανείπωτου.

«Του αγνοούμενου ΙΙ»

«…Φέτος με ταυτοποίησαν
Δεν ήρθες στην κηδεία
Η μάνα μας κρατά ακόμα τη φωτογραφία.
Εσύ;»

Θα μπορούσα να μιλώ για ώρες για όσα διάβασα στο «Εκ του Σύνεγγυς». Ωστόσο, όταν κανείς μιλά πολύ για ποίηση, δεν επιτρέπει στην ίδια την ποίηση να μιλήσει. Και τα σημαντικά μονάχα η ποίηση μπορεί να τα πει, χωρίς να έχει ανάγκη από ενδιάμεσους  και μεσολαβητές, ασκητές της πολυλογίας, ενώ η ποίηση αποκορυφώνει το ελάχιστο σε μείζων.
Κλείνοντας θα ήθελα  να προσθέσω τα εξής:
Το βιβλίο της Α.Κ. με οδήγησε ξανά στο συγκλονιστικό ποίημα του κορυφαίου όσο και αποσιωπημένου μας  ποιητή Παντελή Μηχανικού «Ονήσιλος».

Στην πραγματικότητα τόσο αυτή η συλλογή όσο και όλες οι άλλες των Κυπρίων ποιητών, τα πεζογραφήματα και όλα τα έργα τέχνης που αναφέρονται στην ιστορική μας μοίρα όπως αυτή καθορίστηκε το 1974, αποτελούν την τραγική εκπλήρωση της προφητείας του Ονήσιλου.
Από τότε, όλοι μας είμαστε παιδιά του Ονήσιλου, η εθνική μας πορεία καθορίζεται από την προφητεία του, η οποία αργά αλλά δυστυχώς σταθερά επαληθεύεται όχι μια φορά, αλλά συνεχόμενα με τον πιο τραγικό και συνάμα,  τιμωρητικό τρόπο.
Τον τρόπο του ανήμπορου βλέμματος, του βλέμματος επί του βουβού Πενταδάκτυλου, της έρημης πόλης της Αμμοχώστου, της αφόρητα νεκρής ζώνης και τόσων άλλων περιοχών μας, που η δυνατότητα της οπτικής επαφής μαζί τους ή της απλής επίσκεψης, συνιστά τον θρίαμβο της ουτοπίας μέσα στην οποία ζούμε. Μιας ουτοπίας που παραγγέλλει πως αφού τα βλέπουμε είναι ακόμα εκεί και παραβλέπει πως απέχουν από εμάς σαράντα ολόκληρα χρόνια.


*Ο Γιώργος Χριστοδουλίδης είναι ποιητής και δημοσιογράφος

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

Τέλος




Θα κρατήσω για πάντα στο κέντρο μου
το ουράνιο τόξο που μου χάρισες
να βάφω τις αναμνήσεις και τα όνειρα
Ήλιε μου
Και θα φαντάζομαι πως ταξιδεύεις μαζί μου
μέχρι το τέλος της διαδρομής
εκεί που τελειώνουν τα ψέματα

Θα ονειρεύομαι πως φτάνεις μαζί μου
στη χώρα του "κάποτε" εκεί που διαγράφονται
όλες οι προηγούμενες διαδρομές
Στα σταυροδρόμια και στα ξέφωτα της ουτοπίας
εκεί που όλες ελπίδες γίνονται βροχή και χιόνι
στα χέρια σου

Ήλιε μου
Εκεί που τελειώνει ο δρόμος

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Μεσοπέλαγα




Η αγάπη μας βρήκε
ναυαγούς μεσοπέλαγα
βάρκα ήταν
μας μάζεψε
την πορεία της χάραξε
δίχως χάρτη κι ελπίδα
με σπασμένη πυξίδα
μας παράτησε
η αγάπη
ναυαγούς μεσοπέλαγα

Αιώνες τώρα





Περιμέναμε την Άνοιξη 
και την Ανάσταση
Λησμονήσαμε 
ότι προηγούνται 
αιώνες τώρα 
η προδοσία 
και η σταύρωση
Αιώνες τώρα 
Πόντιοι Πιλάτοι 
και Ιούδες
Αιώνες τώρα 
μας φιλούν

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

Εκ του σύνεγγυς

Θα τα πούμε 
από κοντά είπες 
Όχι , δεν θέλω 
τα κοντινά τα ψέματα 
με βλάπτουν 
οι χειραψίες 
οι εναγκαλισμοί 
οι ασπασμοί
Δεν ωφελούν

Σε ξένο τόπο

Ύστερα ήτανε κι ο ουρανός τους 
τόσο γαλανός, τόσο απέραντος
και τόσο βαθύς 
που μύριζε θάλασσας
Εκεί πνίγονται άραγε 
οι απελπισμένοι τους;
Στον ουρανό;

Στον τύμβο

Πίσω από κάθε ηρωικό ΟΧΙ 
κείτονται αναρίθμητα 
δολοφονημένα ΝΑΙ
σε ομαδικούς τάφους 
και λίκνα πεσόντων. 

Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Αμμόχωστος


Για να σε λησμονήσω
ξαπλώνω στην άμμο σου
και μαεύω φωτόνια
Ύστερα τα αλείβω
με ευλάβεια στο δέρμα μου
Μικροσκοπικά αστέρια
φυτρώνουν εντός μου
και τότε ανατέλλω
μηδενικά φορτισμένη
πανδέκτης και πανσέληνος αλλού
Μα δε σε λησμονώ

Τραγική ειρωνία


Όσο κι αν το προσπάθησα 
να ξεχωρίσω δεν κατάφερα
αν ήταν αλλοθρήσκων 
ή ομοθρήσκων οι καρδιές
που κάποια χέρια σκάλισαν 
σε τοίχο στη μοιραία πόλη 
Επέζησαν εντούτοις
του πολέμου

Λήδρας



Πέραν του οδοφράγματος 
χρόνος ανάδρομος
χώρος αλαλάζων
ουρανός πλατύτερος
μνήμη αιχμηρή 
Η χώρα ενδότερη 
στρώματα ιστορίας
σώματα μυθολογίας
χώματα και ονόματα
Εκεί 
η πατρίδα ψυχή
πτώμα σε Προκρούστειο κλίνη


Κυριακή 24 Αυγούστου 2014

Αγγέλα Καϊμακλιώτη: «Γράφω για να μετατρέψω τα σκοτάδια μου σε φως...»



Συνέντευξη της Αγγέλας Καϊμακλιώτη,

                                                                                                                στον Δημήτριο Γκόγκα,
Αύγουστος 2014

Συναντηθήκαμε σε ένα από τα δεκάδες καφέ της περίφημης παραλίας των Φοινικούδων στην Λάρνακα. Με φόντο την καταγάλανα νερά και τον ηλιοφώτιστο της μεγαλονήσου, η ποιήτρια Αγγέλα Καϊμακλιώτη   άνοιξε την καρδιά της και «ξεκλείδωσε την Αλφαβήτα» της ψυχή της σε μια ιδιαίτερη συνέντευξη.  Γεννήθηκε την Αμμόχωστο το 1967. Μετά την Τουρκική εισβολή  το 1974 η οικογένειά της εκτοπίστηκε στην Λάρνακα. Από τότε ζει και δημιουργεί στην πόλη του Ζήνωνα Σπούδασε Παιδαγωγικά στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και είναι κάτοχος του μεταπτυχιακού τίτλου Master of Arts στην Εκπαιδευτική Ηγεσία και Πολιτική. Είναι διευθύντρια σε δημόσια σχολεία της δημοτικής εκπαίδευσης.
Τα τελευταία χρόνια και πιο συγκεκριμένα από το 2011 και μέχρι σήμερα είδαν το φώτα της έκδοσης τρεις ποιητικές συλλογές και μια συλλογή διηγημάτων. (Ποίηση: Ξεκλειδώνοντας την Αλφαβήτα Εκδόσεις Πήλιο 2011,  Στιγμές Αλκυονίδες Εκδόσεις Πήλιο 2012,  Εκ του Σύνεγγυς  Εκδόσεις Φαρφουλάς Αθήνα 2014 και Διηγήματα: Οι ψυχές βαδίζουν μόνες  Εκδόσεις Πήλιο 2011)


Ο ποιητικός της λόγος άλλοτε λυρικός, άλλες φορές ήρεμος, στιγμές – στιγμές δραματικός, πότε μας συγκινεί και πότε μας προβληματίζει. Πάντοτε όμως μας οδηγεί στέρεους στα δύσκολα μονοπάτια της Ποίησης.

Την ευχαριστούμε θερμά



Ø  Κυρία Καϊμακλιώτη,   χρειάστηκε  να «Ξεκλειδώσουμε  την Αλφαβήτα» για να μάθουμε  την ποίησή σας. Από εκείνη την ποιητική συλλογή, έως τις «Στιγμές Αλκυονίδες» και μέχρι  σήμερα, τι συναισθήματα σας έχει δημιουργήσει αυτό σας το ταξίδι; Πόσο εύκολο και κατά πόσο δύσκολο ήταν;

Α Κ : Ευχαριστώ θερμά που επιθυμείτε να ξεκλειδώσετε την αλφαβήτα της γραφής μου. Αυτό είναι άλλωστε ένα από τα ζητούμενα. Η επικοινωνία και οι συναντήσεις  των ψυχών. Το ταξίδι στην ποίηση όπως το αντιλαμβάνομαι δεν έχει αρχή και τέλος, ούτε αφορά το χρόνο ή τον χώρο. Είναι απέραντο και άχρονο γι αυτό και δεν είναι δύσκολο ή εύκολο. Είναι συναρπαστικό.


Ø  Πριν συνεχίσω με τις υπόλοιπες ερωτήσεις αβίαστα μου βγαίνει το σύνηθες ερώτημα: Τι είναι ποίηση για εσάς; Πως θα καταγράφατε τον ορισμό της;

Α Κ : Η ποίηση προκύπτει στις συναντήσεις των ανθρώπων με τον εαυτό τους και τους άλλους. Αισθάνομαι λοιπόν πως ποίηση είναι η απόδειξη της ζωής. Και όταν αυτή η ζωή καίγεται κατάλληλα, τότε η φλόγα της  μπορεί να φωτίσει ή να ζεστάνει κι άλλες ψυχές.


Ø  Γεννηθήκατε στην Αμμόχωστο και λόγω των ιστορικών γεγονότων του 1974 μεγαλώσατε και ζείτε στην Λάρνακα. Η τελευταία σας ποιητική συλλογή είναι ουσιαστικά μια προσπάθεια να εξωτερικεύσετε βιώματα και σκέψεις όλης αυτής της περιόδου. Μιλήστε μας για τα ποιήματα αυτά.

Α Κ : Η Αμμόχωστος είναι το σημείο αναφοράς. Η ρίζα, η μήτρα-μητέρα. Η Λάρνακα είναι η αγαπημένη πόλη, η θετή μάνα που με έβαλε στην αγκαλιά της και με βοήθησε να μεγαλώσω. Αγαπώ και τις δυο πόλεις μου. Στην μια γεννήθηκα, στην άλλη γέννησα. Η ποιητική μου συλλογή «Εκ του Σύνεγγυς» είναι αφιερωμένη στην Αμμόχωστο Αγάπη

Ø  Στις δύο πρώτες ποιητικές συλλογές, υπάρχει το ερωτικό στοιχείο, άλλοτε έντονο και άλλοτε λιγότερο εμφανές αλλά πάντα ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής. Πόσο σημαντικός αλήθεια είναι ο έρωτας στη ζωή σας και ποιος ο ουσιαστικός ρόλος του στην ποίησή σας. Θα τολμούσατε να χαρακτηρίσετε το σύνολο της ποίησή σας, ως ερωτική;

Α Κ : Ο έρωτας είναι η ουσία του κόσμου, η αρχή των πάντων, η κινητήριος δύναμη. Δεν νοείται ζωή και δημιουργία χωρίς έρωτα. Η ποίηση είναι πράξη ερωτική ακόμα και όταν κάποιος γράφει για τον πόλεμο ή το θάνατο, για την πατρίδα ή την ελευθερία.

Ø  Η καταγραφή της γκρίζας ιστορικής περιόδου, στην ποιητική σας συλλογή «ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΝΕΓΓΥΣ» μας δίνει την ευκαιρία να επισημάνουμε ότι  ενώ απουσιάζει ο Θάνατος, το τέλος υπάρχει παντού, αν και γράφετε στο ποίημα «Αιώνες Τώρα» : Περιμέναμε την άνοιξη / και την Ανάσταση (…) Ποια η σημασία του θανάτου στην ζωή σας; Εντάσσεται στους φόβους σας;

Α Κ : Θα διαφωνήσω για το γκρίζο και το θάνατο. Η περίοδος των σαράντα τελευταίων χρόνων στην Κύπρο για μένα προσωπικά ήταν πολύχρωμη, συμπεριλαμβανομένου του μαύρου, του κόκκινου, του γαλανού και του κίτρινου. Αν θα έδινα χρώμα στο θάνατο θα ήταν το  λευκό, όχι το μαύρο. Ίσως γι αυτό δεν τον εντοπίσατε στη συλλογή. Ο θάνατος δεν με τρομάζει, είναι η άλλη όψη του νομίσματος και βρίσκεται παντού, ακριβώς απέναντι από τη ζωή, αλλά πάντα μαζί της. Η μία όψη δεν υφίσταται χωρίς την άλλη.  Υπάρχουμε γιατί πεθαίνουμε και πεθαίνουμε γιατί υπάρχουμε.

Ø  Τα ποιήματα σας πώς γεννιούνται; Υπάρχει μια δεξαμενή θεμάτων από όπου την κατάλληλη στιγμή αλιεύετε  τα θέματα ή είναι εμπνεύσεις της στιγμής;

Α Κ : Το γράψιμο είναι μια συνεχής έκφραση, αδιάλειπτη όπως η προσευχή. Όχι με τη συμβατική έννοια του γραψίματος με χαρτί και μολύβι αλλά με την έννοια του εσωτερικού διαλόγου. Φροντίζω βέβαια να καταγράφω τη σύλληψη μιας ιδέας εν τη γενέσει της, επειδή ποτέ δεν μπορείς να ζήσεις ξανά την ίδια ακριβώς στιγμή.

Ø  Είστε ποιήτρια. Μετά από τρεις ποιητικές συλλογές αν και μας εκμυστηρευτήκατε ότι δεν θα μπορούσατε να ονομαστείτε έτσι, είναι και …έτσι. Θα ήθελα να σας ρωτήσω εάν βαθειά μέσα σας πιστεύετε ότι γεννηθήκατε να γράφετε ή αν η ποίηση είναι απλώς ένα χάρισμα που εσείς με την μεθοδική δουλειά προσπαθείτε να τελειοποιήσετε;

Α Κ : Αν δεχτείτε αυτό που ανέφερα προηγουμένως ότι δηλαδή η ποίηση είναι  η απόδειξη της ζωής τότε ναι, είμαι ποιήτρια. Η ποίηση είναι η απόδειξη ότι ζω,  αγαπώ και αγαπιέμαι, δίνω και παίρνω, ελπίζω και αγωνίζομαι, προσεύχομαι, αγωνιώ και διαμαρτύρομαι. Θυμάμαι τον εαυτό μου παιδιόθεν να εκφράζεται ποιητικά, άρα μάλλον γεννήθηκα με αυτή την ιδιαιτερότητα.

Ø  Θα προσπαθούσατε να γράψετε στην κυπριακή διάλεκτο; Το σύνολο των Κυπρίων  ποιητών επιλέγει την δημοτική γλώσσα. Πόσο μακριά από την γραφή είναι η κυπριακή διάλεκτος; Θα μπορούσε σε μια εποχή που η γλώσσα (μετά από τόσες παρεμβάσεις) φθίνει, να αρχίσει να διδάσκεται στα σχολεία;

Α Κ : Η κυπριακή διάλεκτος είναι υπέροχη αλλά δεν είναι γλώσσα έτσι ώστε να διδάσκεται στα σχολεία. Αγαπώ τη ζωντανή γλώσσα και με αυτήν εκφράζομαι. Αν κάποια στιγμή καρφωθεί στο μυαλό μου μια φράση κυπριακή που εκφράζει έντονα κάποιο βίωμα, μνήμη ή συναίσθημα που δεν θα μπορούσε να αποδοθεί διαφορετικά, ενδεχομένως να γράψω στίχους και στην διάλεκτο. Δεν μου δημιουργήθηκε όμως ακόμα η ανάγκη. Προς το παρόν όσον αφορά στη γραφή, με εκφράζει απόλυτα η γλώσσα μου, η ελληνική.

Ø  Κατά την γνώμη σας, υπάρχουν σύγχρονοι ποιητές της μεγαλονήσου που έχουν ακόμα κάτι να …πούνε. Επικρατεί η άποψη ΟΤΙ ΟΛΑ ΕΧΟΥΝ ΓΡΑΦΕΙ. Ο σύγχρονος τρόπος σκέψης στην ποίηση πόσο μακριά μπορεί να μας ταξιδέψει;

Α Κ : Δεν πιστεύω ότι γράφει κάποιος για να πει κάτι που δεν ειπώθηκε ακόμα ή που δεν επινοήθηκε. Αυτό ας το κάνουν οι επιστήμονες στα εργαστήρια. Η ποίηση δεν αφορά τη γνώση αλλά την επίγνωση. Γράφω για να μετατρέψω τα σκοτάδια μου σε φως, όπως έκαναν πολλοί πριν από μένα και όπως θα συνεχίσουν να κάνουν και άλλοι μετά από μένα. Είμαι σίγουρη πως θα εξακολουθήσουν να ακούγονται διαφορετικές φωνές ποιητικές όσο υπάρχει αγωνία, όσο υπάρχει ζωή. Κι εδώ είναι η ομορφιά. Ότι το καινούργιο και το διαφορετικό έρχονται συνήθως εκεί που δεν τα περιμένεις.

Ø  Όσοι ασχολούνται με την ποίηση είχαν κάποιον δάσκαλο. Ένα/μια ποιητή/τρια που επηρέασε την σκέψη και την γραφή τους, κυρίως την γραφή τους. Εσείς επηρεαστήκατε από κάποιον  Ελληνοκύπριο ή Ελλαδίτη ποιητή; Ποιους διαβάζατε/ζετε ;

Α Κ : Αγαπώ τους Έλληνες ποιητές γιατί η γλώσσα είναι η ταυτότητα και η ρίζα μου. Όμως με συγκινεί ή και με συγκλονίζει η ποίηση, ανεξάρτητα από τη γλώσσα του ποιητή, το φύλο ή την καταγωγή του. Θα μπορούσε να απαριθμήσω μια πληθώρα από ονόματα ποιητών και έργα ποιητικά από την αρχαιότητα έως σήμερα. Διαβάζω ποίηση χωρίς περιορισμούς. Πολλές φορές βρίσκω εκεί τον εαυτό μου και την αλήθεια μου.

Ø  Είστε εκπαιδευτικός. Πόσο σας έχει βοηθήσει η ποίηση στην σχέση σας με τους μαθητές σας; Μιλάτε σ΄ αυτούς για την ποίηση; Πως επηρεάζονται  που η δασκάλα τους είναι ποιήτρια;

Α Κ : Τα παιδιά στο σχολείο, όπως και τα παιδιά που γέννησα είναι ποίηση καθαρή και αποτελούν μεγάλο μέρος της έμπνευσης και της ενέργειας μου. Είναι μεγάλη ευλογία να αφιερώνεις τον περισσότερο χρόνο της ζωής σου,  καλλιεργώντας αθώες και αγνές ψυχές που διψούν να μάθουν, να ακούσουν, να δράσουν. Ελπίζω τα παιδιά μου, οι μαθητές και οι μαθήτριες μου αλλά και οι δικοί μου άνθρωποι να αγάπησαν την ποίηση και να είδαν και αυτοί το φως της. Όμως γνωρίζω ότι δεν ενδιαφέρει όλους τους ανθρώπους η ποίηση και κάποιους μάλιστα τους κουράζει. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, καθένας εκφράζεται διαφορετικά και αυτή η πολυχρωμία είναι η ομορφιά της ζωής.

Ø  Ο ποιητής όπου και εάν ζει και εργάζεται, θέλοντας και μη, ανήκει σε ένα χώρο που… ξεχωρίζει. Παρ΄ όλο αυτό, υπάρχει διάχυτη η άποψη ότι η ποίηση δεν… πουλάει. Οι νέοι σήμερα, αλλά και γενικότερα οι άνθρωποι δεν διαβάζουν ποίηση. Πού νομίζετε ότι οφείλεται αυτό;

Α Κ : Οι ποιητές είναι νομίζω άνθρωποι που βασανίζουν το μυαλό τους, δύσκολοι τις περισσότερες φορές  και μάλλον δεν τους ενδιαφέρουν οι πωλήσεις με την έννοια της οικονομικής αξίας. Η ποίηση είναι περισσότερο ανάγκη παρά εμπόρευμα. Δεν θα ζητήσω ποτέ από τους νέους ή από κάποιον άλλο άνθρωπο να διαβάσει ποίηση με το ζόρι. Ας κάνουν ότι τους εκφράζει. Όταν και εάν την χρειαστούν, η ποίηση θα βρίσκεται εκεί να τους περιμένει, είτε ως ψυχαγωγία είτε ως ψυχοθεραπεία.

Ø  Ο ποιητής είναι άνθρωπος, είναι πολίτης. Ζει μέσα στον παλμό της πραγματικότητας. Στην Κύπρο ο πολίτης ποιητής δεν μπορεί να παραμένει αμέτοχος των μεγάλων προβλημάτων της Κύπρου. Πώς θα προσδιορίζατε την συμμετοχή σας στις προσπάθειες για εύρεση κάποιων λύσεων ή πως θα καθορίζατε μια συντονισμένη προσπάθεια των ανθρώπων του πνεύματος;

Α Κ : Ο ποιητής εκφράζεται με το λόγο. Η φωνή είναι η δύναμή του. Είναι μέλος της κοινωνίας και βιώνει τα προβλήματα της. Κάποια στιγμή η φωνή του θα εκφράσει κι άλλους και θα δυναμώσει. Όταν έχω να πω κάτι που θα κάνει τα πράγματα καλύτερα, το κάνω με τη γραφή μου. Τότε μόνο αισθάνομαι πως έχω το δικαίωμα, αλλιώς χίλιες φορές καλύτερη η σιωπή.

Ø  Ζούμε στην Λάρνακα, μια πόλη που τα τελευταία χρόνια ουσιαστικά αποκτά ταυτότητα. Είναι ικανοποιητική η πνευματική ζωή στη πόλη; Θα περιμένατε κάτι περισσότερο; Κάτι πιο μεστό, ειδικά στον χώρο της ποίησης;

Α Κ : Όλα αλλάζουν ελπίζω προς το καλύτερο. Η πνευματική ζωή στην πόλη δεν είναι κάτι αφηρημένο αλλά αφορά εκδηλώσεις, δράσεις, ανθρώπους που νοιάζονται και δημιουργούν. Ευελπιστώ ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν βλέποντας ήδη νέες ομάδες καλλιτεχνών να δραστηριοποιούνται.

Ø  Στην αρχή της ποιητικής σας συλλογής «ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΝΕΓΓΥΣ» γράφετε: «Ανάδρομα πορεύεται το σώμα σου/ Εμπορεύεται αναπόδραστα/ Αν σου δώσω ένα μήλο θα μου δώσεις πίσω το φίδι;» Σε ποιον ή ποιους απευθύνεστε και γιατί με αυτούς τους στίχους;

Α Κ : Απευθύνομαι σε μένα, σ’ εσένα και στους άλλους. Στα πρόσωπα εκείνα που δεν έχουν ακόμα αποκλείσει το απρόοπτο και το οξύμωρο από τη ζωή τους, που συνεχίζουν να ονειρεύονται και να ελπίζουν.

Ø  Τελειώνοντας και πριν σας ευχαριστήσω θα ήθελα κάποιες γενικές σκέψεις για την Κύπρο της σημερινής εποχής. Για την θέση της χώρας μας στο παγκόσμιο στίβο αλλά και στην καρδιά μας. Η προσπάθεια που κάνουμε ως Κύπριοι να σταθούμε, να ορθοποδήσουμε θα πρέπει να μας ικανοποιεί;

Α Κ : Σας ευχαριστώ κι εγώ. Είπαμε πολλά και υπονοήσαμε περισσότερα. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να ήταν, αφού κουβεντιάζαμε για την ποίηση; Η τελευταία μου ποιητική συλλογή με τίτλο «Εκ του Σύνεγγυς», έχει εκδοθεί φέτος στην Αθήνα από τις εκδόσεις Φαρφουλά. Σαράντα ποιήματα για τα σαράντα χρόνια κατοχής, προσφυγιάς, οικονομικής εξαθλίωσης, πολιτικής και κοινωνικής διαφθοράς, πίκρας και απογοήτευσης. Επιλέγω εντούτοις να κλείσω τη συνομιλία μας απαντώντας στην τελευταία σας ερώτηση με κάποιους αισιόδοξους στίχους από τη συλλογή μου.

Το ιερό ψωμί

Εγώ θα επιμένω
να ζυμώνω τις μνήμες μου
με τις γροθιές
Μεσαορία
κι εσύ
αλώνιζε τα ματωμένα στάχυα
και κράτα σπόρο καθαρό
αντίδωρο και πρόσφορο

για τους επόμενους


Άσπιλο ψέμα




Το πιο μεγάλο ψέμα
βάψε το με το αίμα
του αμνού
άλικο

Το πιο μεγάλο ψέμα
ξόρκισέ το στο βλέμμα
του παιδιού
άχραντο

Το πιο μεγάλο ψέμα
φύλαξέ το για σένα
στο πιο βαθύ ποτάμι
του μυαλού
άθικτο

Το πιο μεγάλο ψέμα
κράτησέ το για μένα
άσπιλο

Στιγμές Αλκυονίδες (απόσπασμα)

Κυοφορώ  την αλήθεια

ισοβίως
τροφοδοτώντας την

με συσίφεια όνειρα.
Εκκρεμώ ανάμεσα


στο ύψος και το βάθος.
Είμαι η Φωνή.
Σε στιγμές αγωνίας
κραυγάζω:
Υπάρχει νίκη;
Υπάρχει διέξοδος;
Υπάρχει νόημα;
Σιωπώ και αφουγκράζομαι.
Διαισθάνομαι πως
τοκετός αναμένεται
παραμονές του κάποτε
και καταγράφεται
στα δεφτέρια του τίποτε.
Έστω ότι γίνεται.
Θα βρίσκεσαι εκεί
για τα συγχαρητήρια
ή θα ξαναχαθείς
στον πηγαιμό
για τις Ιθάκες;





Στιγμές Αλκυονίδες

Ο χρόνος; Άχρωμος, άχραντος και άχρονος. Στριμωγμένος ανάμεσα σε μνήμες, γεύσεις, χρώματα, μετεικάσματα. Εντούτοις αμόλυντος. Οι μήνες δώδεκα, οι ώρες δώδεκα κι οι στιγμές μας τόσες. Μετρημένες κι αμέτρητες. Στιγμές αλκυονίδες, ως στιγμές καλοκαιρίας. Με την Αλκυόνη εντός κι εκτός μας, δέσμια τ’ ουρανού και της θάλασσας. Την Αλκυόνη με τη μπλε φτερούγα μισανοιγμένη, ελεύθερη των ανθρώπων και φυλακισμένη των Θεών εγκλωβισμένη στην αγκαλιά του αδιαπέραστου ορίζοντα. Εκεί μετρώ δώδεκα. Είναι στιγμές. Είναι αλκυονίδες. Και το ξέρω.  Το ξέρεις κι εσύ. Μαζί τις ζήσαμε. Μετά χτυπά ο πανδαμάτωρ μεσάνυκτα. Στεκόμαστε αντίκρυ. Ενός λεπτού σιγή, στη μνήμη του χρόνου που σκοτώσαμε αδίκως. Του το οφείλουμε. Αιωνία του η μνήμη.

 I


Ήσουν
η γεύση του Αυγούστου
κι ήταν
η πρώτη μέρα του χειμώνα

II


Τις ώρες της μνήμης
τις ώρες της λήθης
πάντα επιστρέφεις
Βροχή μου


III


Είναι ό, τι ζήσαμε
φυλακισμένο
Πίσω από πόρτες
κλειστά παράθυρα
Σφικτοδεμένο
Δίχως αέρα


IV



Το νόημα της ζωής
μισοκρύβεται πίσω από το νοητό
παλεύει με το ανόητο
και νικά το αδιανόητο


V


Ανάμεσα
στο "ναι" και στο "όχι"
υπάρχει η φλύαρη νύκτα
και το βουβό κλάμα
στο μαξιλάρι σου
Ύστερα ξημερώνει


VI



Σε ψιθυρίζει ένα κοχύλι
Σε τραγουδούν τα κύματα
Σε αφουγκράζεται η καρδιά μου
Η μνήμη σου βροχή διαττόντων
Μέσα σ' ένα κλειστό δωμάτιο
Με κατακλύζεις



VII



Ακόμη κι άμα δεν έρχεσαι
είναι υπέροχο
που εγώ σε περιμένω



VIII


Το νόημα της λέξης
είναι η ηχώ της
όπως τη φυλακίζεις
μόνο εσύ
μέσα μου


IX



Όταν σε σκέφτομαι βαθαίνω
Κι όταν σε αγαπώ πλαταίνω


X


Η λέξη
σφραγίδα μνήμη
ανεξίτηλη
Γεύση και μυρωδιά
Σε ιχνογραφεί




XI


Ανυπόστατη
Δίχως ταυτότητα

Ιθαγενής
Εντός σου
Σε κατοικώ


XII


Μελαγχολικά απογεύματα
κυοφορούν τη σιωπή σου
Ας μη γεννηθεί ως λέξη
Ας παραμείνει αμόλυντη
εκκωφαντική κι αμετανόητη


Εν αρχή ην ο λόγος




Και μετά τη σιωπή, ο λόγος σου. Νερό γάργαρο, μέλι παχύρευστο, βραχύ φωνήεν, ακριβό. Ο λόγος σου κι η σιωπή σου. Ανατολή και Δύση. Αρχή και τέλος. Παρακαλώ σε. Να μιλάμε για να μοιραζόμαστε ένα κομμάτι σύννεφο. Δίνοντας χώρο στον ουρανό να μπαίνει απ' της ψυχής μας το παράθυρο. Επιτρέποντας στη βροχή να κρυφοκλαίει, κάτω απ'  των ονείρων τα λευκά σεντόνια. Να μιλάμε για να φυτρώσει επιτέλους  της ζωής το δέντρο. Πέρασε το φθινόπωρο. Θυμάσαι τη φυλλορροή; Θα φύγει και φέτος η άνοιξη. Το ξέρω βέβαια, με λόγια δεν ανθίζει τίποτα. Ήλιος χρειάζεται και θέρμη. Αέρας λευτεριάς και ύδωρ. Ωστόσο μην ανησυχείς. Αν όμορφα τον σπόρο φύτεψες κι αν είσαι για τον ήλιο ευγνώμων, εκεί που θέλει και όπως θέλει εκείνος θα φυτρώσει. Κοίτα, το χελιδόνι στην αφετηρία επιστρέφει. Μπορούμε κι εμείς. Να μιλάμε λοιπόν. Εν αρχή ην ο λόγος. Και ο λόγος ην προς τον Θεόν. Και Θεός ην ο λόγος.  





Ψιθυριστά να ονειρεύεσαι


Ψιθύρισα:
-Θέλω ν' αγγίξω την Αλήθεια
Tα όρια να ψηλαφίσω
στην άκρη του γκρεμού να περπατήσω
στη θάλασσα της μέσα να χαθώ

Ψιθύρισες:
-Μη βιάζεσαι
Νωρίς ζητάς στην τρικυμία της
απέναντι να πλεύσουμε
Μείνε σιμά
Τα νώτα μας να προφυλάξουμε
τη μοίρα μας στα μάτια να κοιτάξουμε
Μείνε σιμά
Στη δίνη μιας μεγάλης καταιγίδας
στο μάτι του πιο κόκκινου κυκλώνα
στη χώρα της Αλήθειας λιποτάκτες
λαθραία να αποδράσουμε
Διαβαίνοντας την πύλη των ονείρων
στον  ήλιο να παραδοθούμε
Λευκή σημαία η ελευθερία

Ακούς καρδιά μου;
Ψιθυριστά να ονειρεύεσαι



 Πόρτα τ' ονείρου


Αφήσαμε
ανοιχτούς λογαριασμούς
εκκρεμείς τους λογισμούς
πίσω απ' την πόρτα του ονείρου
στη διασταύρωση του απείρου
Αφουγκραστήκαμε
τον ψίθυρο και την κραυγή
του ανείπωτου
να κόβει ασθμαίνοντας
το νήμα και το νόημα
του έρωτα
του ανίκητου
Ό, τι κερδίσαμε καλπάζει
Άλογο
Άναρχο
Ανυπότακτο


Μαζί σου


Το λίγο γίνεται πολύ
το πολύ λίγο
όταν τολμήσω να το μοιραστώ
μαζί σου
Το λάθος γίνεται σωστό
το σωστό λάθος
όταν τολμήσω να τ’ ονειρευτώ
μαζί σου
Είναι η αίσθηση που γίνεται
ψευδαίσθηση
μαζί σου


 Δακτυλίδια καπνού


Πήρες δειλά να ζωγραφίσεις το τοπίο
Το φεγγάρι, εσύ, το τσιγάρο
κάτι ψευταστέρια κι η αλήθεια
Επικίνδυνη σύναξη
Στεκόσουν
το σώμα μαχαιρώνοντας της νύχτας
δίχως σκιά
μοναχικό κυπαρίσσι
Μετά μίλησε για σένα η σιωπή
ως συνήθως
συνήγορος και κατήγορος
Μάρτυρες τα δακτυλίδια του καπνού
που ακολούθησαν την καρδιά σου
Ένοχοι τα δακτυλίδια του καπνού
που συλλάβισαν ανορθόγραφα τα όνειρά σου
Δικαστής το φεγγάρι
κι εγώ ξανά στο βυθό
κλειστό μαργαριτάρι


  Άσπιλο ψέμα


Το πιο μεγάλο ψέμα
βάψε το με το αίμα
του αμνού
άλικο

Το πιο μεγάλο ψέμα
ξόρκισέ το στο βλέμμα
του παιδιού
άχραντο

Το πιο μεγάλο ψέμα
φύλαξέ το για σένα
στο πιο βαθύ ποτάμι
του μυαλού
άθικτο

Το πιο μεγάλο ψέμα
κράτησέ το για μένα
άσπιλο



Μεσοπέλαγα


Η αγάπη μας βρήκε

ναυαγούς μεσοπέλαγα
βάρκα ήταν
μας μάζεψε
την πορεία της χάραξε
δίχως χάρτη κι ελπίδα
με σπασμένη πυξίδα
μας παράτησε
η αγάπη
ναυαγούς μεσοπέλαγα