Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

[Βρέχει] / ΔΕΣΠΩ ΠΗΛΑΒΑΚΗ

Βρέχει
Οι μουσκεμένες σκέψεις
κουράζουν το εξασθενημένο μυαλό
που κουβαλά το βάρος τους
Βρέχει
Αλύπητα δέρνει η βροχή
την πληγωμένη καρδιά
που αιχμάλωτη της καλοσύνης
γυμνή τριγυρνά μες το ψέμα
Βρέχει
Οι αναμνήσεις επιστρέφουν
κορίτσια άβγαλτα
στο γερασμένο κορμί
και κόβουν βόλτες στο σήμερα
Βρέχει
Οι ματωμένες επιθυμίες
ακουμπούν τις πληγές
που αιμορραγούν ασταμάτητα
Βρέχει
Εδώ τελειώνει το ταξίδι
μιας άχαρης ζωής
ενώ η φωνή της βροχής
με αποχαιρετά

Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019

Εδώ Σαλαμίνα / Άντρια Γαριβάλδη


Ήρθε φθινόπωρο,
οδεύουμε προς το χειμώνα.
Τα μάρμαρα,
σκεπασμένα με τη στάχτη των καμένων σπιτιών μας
βυθίζονται όλο και πιο πολύ στη γη.
Οι πέτρες,
φθαρμένες απ' τ' άρβυλα των κουρσάρων
ατενίζουν τον ξεφλουδισμένο ουρανό αναστενάζοντας.
Το αμφιθέατρο, λεηλατημένο και βουβό
δεν μας χωράει πλέον.
Η Αντιγόνη θρηνεί σκυφτή στο χώμα
μην έχοντας πού να θάψει το νεκρό αδερφό, τον Πολυνείκη.
Τα χέρια λύνονται
ανήμπορα να σηκώσουν το σταυρό.
Λυγίζει το τσεκουριασμένο κορμί της πατρίδας
στ' ατέλειωτο ανηφόρι στη ράχη του Πενταδάκτυλου.
Έρχεται μπόρα...
βιαστείτε.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟ ΚΑΤΑΝΤΗΜΑ... / Ανδρόνικος Ανδρέα Κατσιαντώνη


Οι πεθαμμένοι Ήρωες
Του τάφου να ξεβούσιν,
Να δούν που καταντήσασιν,
Όσοι την καταλύσασιν
Τώρα να την τιμούσιν...

[Κάποτε υπήρχε φως στη ζωή μου..] / Λαμπής Γιάννος

Κάποτε υπήρχε φως στη ζωή μου
τώρα όμως, σκοτάδι πηχτό,
καταρρέω και μέσα του βυθίζομαι δίχως τελειωμό,
μονάκριβη αγάπη μου
δεν μπορώ να ξεχάσω τη θλίψη στα μάτια σου
όταν μακριά σου έφευγα, αφού η μοίρα μού ’ταξε ταξίδι μακρινό,
από τότε οι μέρες μου είναι άδειες
κι οι νύχτες μου οδυνηρά μεγάλες και νεκρές,
δεν μπορώ να ζω μακριά σου
κι αν είναι να ζω χωρίς εσένα, καλύτερα να μην ζω,
αναγκαία κι αναντικατάστατη γυναίκα μου
κλείσε τα μάτια, νοιώσε με κοντά σου
σχημάτισε στον αέρα το σώμα μου κι αγκάλιασε με,
έστω και νοερά άγγιξε με, κράτησε με σφιχτά
και κόντρα στη βούληση των άπονων Θεών,
άσε τα βήματα της καρδιάς να μας πάνε
εκεί όπου το όνειρο μας ζει, εκεί όπου τα σκοτάδια
σκορπίζουν απ’ της αγάπης μας, το φως.

ΑΝΑΠΗΡΑ ΧΕΡΙΑ


Τα χέρια του κινούνταν
όμως δεν άνοιξαν ποτέ
να δώσουν έστω μια αγκαλιά
και μιλούσε για ανάπηρες κοινωνίες
χωρίς να καταλαβαίνει
ότι εκείνος είχε την αναπηρία
γιατί χέρια που κινούνται
μα δεν ανοίγουν
να δώσουν έστω μια αγκαλιά
είναι ανάπηρα.

ANAZHTΗΣΗ / Πενταράς Νίκος

Το Φως
τις νύχτες τριγυρνά στην ακροποταμιά
και ψάχνει για τ’ αχνάρια
των ζαρκαδιών που κάποτε
– πριν τον αφανισμό τους –
πέρασαν απ’ εδώ να ξεδιψάσουν.
Ήταν χιλιάδες – καθώς λένε – τα ζαρκάδια
μα κι άλλοι τόσοι οι κυνηγοί π’ αλόγιστα τα τουφεκίζανε
μέχρι που τ’ αφανίσαν…
Κυμάτιζαν αγέρωχα σε κάμπους, σε βουνά και σε φαράγγια
ζευγάρωναν αμέριμνα και πολλαπλασιάζονταν
γιομίζοντας κρυφή χαρά
εκείνους π’ αφουγκράζονταν το ποδοβολητό τους
από κελί στενό κι ανήλιαγο
γιομίζοντας κρυφή χαρά τον κύρη και τη μάνα μου
που μέρα νύχτα δούλευαν
όμως ψωμί ποτέ δεν χόρτασαν.
Το Φως
τις νύχτες τριγυρνά στην ακροποταμιά και ψάχνει
μ’ αντί γι’ αχνάρια ζαρκαδιών
βρίσκει τ’ αχνάρια τ’ αγριόχοιρου
αυτού που σκότωσε τον Άδωνη
τον εραστή της Αφροδίτης.


 (από την ποιητική συλλογή «Η τρίτη απόφαση», 1988)

Η Περιστέρα / Τέμβριου Αθηνά


Αδίστακτα σας δηλώνω,
μια περιστέρα δεν είναι αρκετή
την ειρήνη να φέρει.
Άστε την σ’ ένα κλουβί
με την πόρτα ανοιχτή.
Η ελευθερία ευθύνη θέλει.
Ίσως σαν τα φτερά της ανοίξει
γίνει κοράκι και σας στοιχειώσει. 

Αθηνά Τ (Ήλιος και Άνεμος)

ΑΔΕΙΑ ΘΡΑΝΙΑ / Ανδρέας Παστελλάς


Διάβασα τον κατάλογο και σεις λείπατε,
γράφατε την ορθογραφία σας στους τοίχους.
Διάβασα τον κατάλογο
Και σεις βρισκόσαστε στα οδοφράγματα
Διάβασα τον κατάλογο
και σεις γράφατε στις φυλακές
στα μικρά σας γόνατα
την Ιστορία του ανθρώπου.
Κι’ έγραψα στον κατάλογο : όλοι παρόντες!
Και πλάι τον βαθμό του καθενός σας : Άριστα.


.
Από τη Ποιητική Συλλογή "Χώρος διασποράς", 1970

[Η θλίψη της νύκτας] / ΔΕΣΠΩ ΠΗΛΑΒΑΚΗ

Η θλίψη της νύκτας με τύλιξε
και μαύρο φόρεμα ντύθηκε
η ζωή μου
Στερεμένοι ποταμοί τα μάτια
βλέπουν υποκείμενα
καμουφλαρισμένα σε ανθρώπους
να πετάνε αλήθειες - σκουπίδια
στις όχθες της αφέλειας
Η μελαγχολία του Φθινοπώρου
πλημμύρισε τη ψυχή μου
και σαν φύλλα από δέντρα
πέφτουν στο χώμα τα όνειρα
Φονιάδες καμουφλαρισμένοι σε φίλους
τα πατούν και τα φτύνουν
και χάνονται
Ένα ψέμα λοιπόν όσα έζησα
Εφιάλτες σκληροί οι ελπίδες
ακολουθούν τον ταραγμένο μου ύπνο
και με ξυπνούν
σε έρημα πρωινά
ενός κόσμου
αδειανού από αισθήματα

Ερωτηματικό / Άθως Χατζηματθαιου



Γιατί μ’ αρέσει να μιλώ μαζί σου;
Γιατί η κάθε σου λέξη με μαγεύει;
Ποιά γλωσσά μαγική βγαίνει απ’ τα χείλη σου
και κάθε συλλαβή με καθηλώνει;
Ποιά γλώσσα να είναι αυτή που μπορώ ακόμη
και μέσα από τα μάτια σου να τη διαβάζω;
Ποιά γλώσσα που στους κτύπους της καρδίας σου
δύναμαι να ανιχνεύω τον παλμό της ;
Λες να είναι αυτή του έρωτα η γλώσσα;
Αν ναι, τότε μην σταματάς να μου μιλάς
μην σταματάς να με κοιτάς στα μάτια
άσε με να γύρω το κεφάλι μου
στο μέρος της καρδιάς
ν’ αφουγκραστώ τη μελωδία που αναβλύζει απ' τους παλμούς της
στα κύτταρα μου να κυλίσει η μαγεία της
στον έρωτα σου να βουλιάξει η ψυχή μου.

ΚΥΠΡΟΣ ΜΑΡΜΑΡΟΣΜΙΛΕΥΤΗ / Μαρουλλα Πανάγου

ΓεΙτονικά τα σπίτια γειτονικές αυλές χωριά που αγκαλιάζαν συνόρων δυό πλευρές. Στους κάμπους μαζί βόσκαν του καθενός τ'αρνιά -Γιαννή καλή σου μέρα -καλώς τον Χασανιά Η Τούρκισσα υφάντρα κεντήστρα η Ρωμιά κλωστές περιπλεγμένες στην ανοικτή καρδιά. Ψωμί μαζί κι αλάτι ,πίναν και το νερό κάτω απ'τον ίδιο ήλιο τον ίδιο ουρανό. Κι έλαμπ'η ομορφιά σου ανεπιτήδευτη Άσπρη και φιλντισένια,μαρμαροσμίλευτη. Κόρη της μεσογείου πρασινοσμάραγδη, πια αδηφάγα μοίρα άπονη κι άκαρδη Με τα γαμψά της νύχια σε καταμάτωσε μαχαίρι στην πλευρά σου δίκοπο κάρφωσε. Εκοψε την καρδιά σου στα δυο θηριωδώς κι'απ'τον βορρά ως τον νότο κλειστή τώρα οδός. Τα μέχρι χθές αδέλφια χωρίς ταυτότητα με βιά τους επιβάλλει την μη οντότητα. Πικρά αναρώτιεται η μαύρη προσφυγιά πιο απ'τα δυο κομάτια να βγάλει απ'την καρδιά. Κείνο π' άφησε πίσω; τούτο που τώρα ζεί; πιο δάκτυλο να κόψει και να μην την πονεί; Είν και τα δύο ένα όπως κι οι δυό λαοί , που όπως ζούσαν πρώτα θέν πάλι ναν' μαζί. Κάτω απ'τον ίδιο ήλιο τον ίδιο ουρανό, νησί παραδεισένιο μαρμαροσμίλευτο.

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2019

Αναμνήσεις / Ονουφρίου Περικλέους Αντριάνα


Μέσα στον περιφραγμένο κήπο
της γιαγιάς ανάμεσα στα οπωροφόρα,
άφησα το παιδικό όνειρο.
Απάνω στον τροχό-κούνια και το
χαμόγελο του παππού έβλεπα την
ψυχή να κινείται νωχελικά κι αργόσυρτα.
Κάθε αυγό απ το κοτέτσι μια
απόλαυση των αισθήσεων.
το κρασί στο βαρέλι κι η γευσιγνωσία
του, τελετουργικά, μια εικόνα-γέννα
αρωματική.
Κι ένας έρωτας εφηβικός κρυμμένος
στο γκρεμισμένο σπίτι του χωριού
ταξίδι της καρδιάς στ απέραντο της
ευτυχίας.
Τώρα παλεύω να εκμαιεύσω τ αγέννητο
εκείνο όνειρο από τις παρυφές της
μνήμης, να πιώ απ το μπρούσκο
της γιαγιάς, να γεννήσω το χαμόγελο
του παππού στην καρδιά, για να βάλω
ξανά την ζωή μπροστά.

Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2019

ΤΟ ΛΙΟΓΕΡΜΑ / Άγις Χαραλαμπίδης



Έγειρ’ ο ήλιος, φεύγει πια‧
κι εξωτική μια φοινικιά
κοντά στ’ ακροθαλάσσι
το γέρμα μένει να κοιτά‧
με χάρη απλώνει τα κλαδιά
τα σύννεφα να φτάσει
απ’ το ηλιοφώς τ’ αγγελικό
που τόσο είναι μαγικό
λίγο ακόμα ίσως προφτάσει.


Άγις Χαραλαμπίδης, Ιούλιος 2019