Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2018

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ / Ανδρόνικος Κατσιαντώνης


Που ήντα χώμαν έπιασες, πηλόν για να ζυμώσεις,
Γιατί Θεέ στα πλάσματα, την λογικήν να δώσεις,
Τζι αντί σαν τ' άλλα τα χτηνά, αρμονικά να ζιούσιν,
Που την αρκήν πασκίζουσιν, να σσιυλλοφαηχούσιν,
Ο κόσμος καταστρέφεται, μα κάτω εν το βάλλου,
Γίνεται πλάσμαν να πουλά, σκλάβον ο ένας τ' άλλου,
Καμπόσα γρόνια μάχουνται, την γήν κατατρυπούσιν,
Τζιαι όπως τους βρυκόλακες, που μέσα της ρουφούσιν,
Αέραν, χώμαν τζιαι νερόν, ούλλα τζι αν τα μολύνουν,
Έχουσιν έννοια μανιχά, τα κέρτη να πολλύνουν,
Τα δέντρα λλιανίσκουσιν, που κρούζουσιν τα δάση,
Σαν το κρανίον έν η γη, που πάει να κκελλιάσει,
Οι λλίοι έχουν τα πολλά, τζιαι οι πολλοί καθόλου,
Τζιαι ούλλοι σουρουσούϊλα, πάμεν κατα θκιαόλου,
Έτσι πλανήτην πού 'καμες, τα πλάσματα να ζιούσιν,
Κιάρεις τα τζι αφήννεις τα, Θεέ μου να χαθούσιν,
Το μυάλον σου αμάρτημαν, αν πούν να σε δικάσουν,
Εν η ριτζιά στα πλάσματα, π' άφηκες να σου μοιάσουν,
Τζιαι θα σου κόφκασιν ποινήν, μες το τζιελλίν να μείνεις,
Που γίνουνται οι πόλεμοι, στ' όνομαν της ειρήνης...

ΕΙΡΗΝΗ ΣΤΗ ΓΗ / Ελευθερία Κούβαρου- Τρισόκκα

Όπου πλάσκετε ναν κράτος, Νήσος τζι΄ ήπειρος στη Γην
όπλα να ΄χαν την Ειρήνην
έθθα σιεν φωθκιές καμίνιν
Τζι΄ ουτ΄αγιάτρευτην πληγήν.

Αντί σφαίρες τζιαι παρούτιν, θάνατος τζιαι ματζιελιών, 
να κρατούσαν εις τα σιέρκα,
όι ππάλες τζιαι μασιέρκα
κλώνους τζιαι κλαδκιά ελιών. 

Χριστιανοί, Τούρτζιοι τζιαι μαύροι, τζιήτρινοι τζι΄ Οθωμανοί, 
η ττουλούμπα να τυλίξει, 
τους πολέμους να τους ρίξει, 
μες στο χάος τζιαί κανεί. 

Απ΄ Ανατολήν ως Δύσην, τζι΄ απού Νότον ως Βορκάν, 
ας φυλάξουν την Ειρήνην, 
τζιαι ανέτζιειστη να μείνει
στη δική τους την μερκάν. 

Τζι' όσοι ζιείτε σαν πασάες, τζι΄ άρκοντες τούντον τζιαιρόν,
μην αρπάσσετε ακόμα, 
τζιαι που του φτωχού το στόμαν, 
το ψουμίν τζιαι το νερόν. 

Όπως το νερό που τρέσιει, τρεξιμιόν που μιαν πηγή,
στον πλανήτη να τζιυλίσει, 
μες το κόσμο να σκορπίσει, 
την Ειρήνη πας τη Γην.

Αγάπη τζιαι ειρήνη / Θεογνωσία Κούβαρου Μιχαηλά

Θεέ μου πέψε τη χαρά στην γην να βασιλέψει
τζιαι το κακόν που κυβερνά να λείψει, να στερέψει. 

Το κλαθε πλάσμαν μανιχά να ζιει για την ειρήνη, 
πόλεμος, μίσος, βάσανα, στο παρελθόν να μείνει. 

Να ' ρτουν καλύττερες στιγμές, να δκιόξουσειν τον πόνον, 
τζι΄ ο κόσμος ούλος να περνά με την αγάπην μόνον. 

Να μεν υπάρχουν πλάσματα φτωχά τζιαι πεινασμένα, 
να λείψουν πιον τα ορφανά τζιαι τα ξεσπιτωμένα. 

Τζι΄η Κύπρος η πολύπαθη η πολλοφατζιημένη
να ξανανοίξει τα φτερά να μεννεν λυπημένη. 

Να ΄ρτει μια μέσα στο νησίν πουν να κτυπούν καμπάνες 
τζιαι να ξαναγελάσουσειν τζι΄οι πικραμένες μάνες.

Να ζιουν τουρκάλες τζιαι ρωμιές με τον σκοπόν ναν έναν, 
να μεν υπάρχει διχασμός τζιαι πρόβλημαν κανέναν. 

Βορκάς τζιαι νότος να'  μαστειν ούλοι μας ενωμένοι, 
πάλε να ξαναζήσουμεν σαν πρωτ΄ αγαπημένοι. 

Τζι΄ αφού η γη εν στροντιυλή καπάλιν τζιαι γυρίζει, 
κάθε καντούνιν τζιαι γωνιά Ειρήνην να μυρίζει. 

Οκτώβριος 2018

Το ποίημα αναγνώστηκε στην εκδήλωση: 100.000 χιλιάδες ποιητές για την αλλαγή που πραγματοποιήθηκε στην Κοινότητα Αυγόρου στις 7 Οκτ 2018. 

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018

ΤΑ ΒΡΑΔΥΑ / Άντρια Γαριβάλδη




Τα βράδυα,
Σαν χαμηλώνουνε τα φώτα
Και τα πουλιά κουρνιάζουν πιο βαθιά στης μοναξιάς τους τη φωλιά
Η σκέψη δραπετεύει ορμώντας στου μυαλού τα μονοπάτια
Κάποιων ψυχών
π' αγάπησαν το φως
τα βήματα ακολουθώντας
Και κείνα των μικρών αγγέλων που τα όνειρα  με συνοδεία κουβαλούν
Στους κύκλους που αντανακλά η σελήνη
στ' ουρανού το θόλο.

Εκεί επάνω στ' άστρα τα τρεμάμενα
Πλανιέται ένα δροσόβρεχτο
Των στεναγμών
και των δακρύων ανθοπέταλο
Που απ' της καρδιάς το δισκοπότηρο φτερούγισε. 

Επιστρέφω / Άντρια Γαριβάλδη



Στους 16 ήρωες του 'Νίκη-4'

Επιστρέφω...
Τίποτα πια δεν με σταματά
Ούτε τ' αεροσκάφους τα συντρίμια
που η μοίρα το σημάδεψε με βόλι φίλιο
Κι ανύποπτα το φύτεψε σε χώμα ελληνικό
Ούτε η άγραφη ιστορία
που άφησε σελίδα αδειανή στο ημερολόγιο του ήρωα πιλότου
Κάποιοι δεν γνώρισαν ακόμα της θυσίας το σταυρό
Τη λεβεντιά δεν είδανε που υψώθηκε λιβανισμένη στους αιθέρες
ζητώντας μια άκρη γης να ξαποστάσει
Μα εγώ...
επιστρέφω αγέροχος, τιμημένος
τ' ορφανεμένο σπίτι μου να δω ξανά
Κι ανάλαφρα η ψυχή μου να πετάξει πέρα δώθε
Πότε στο μυρωμένο τύμβο της Μακεδονίτισσας
Και πότε στων δικών μου την αγκάλη που μούλειψε χρόνους πικρούς σαρανταδυό.
Επιστρέφω...
αλίγυστος σημαιοφορεμένος
των αδερφιών μου το καντήλι να φωτίσω.



Άντρια Γαριβάλδη
Σεπτέμβριος 2016

Εδώ Σαλαμίνα / Άντρια Γαριβάλδη

 Ήρθε φθινόπωρο,
οδεύουμε προς το χειμώνα.
Τα μάρμαρα,
σκεπασμένα με τη στάχτη των καμένων
  σπιτιών μας
βυθίζονται όλο και πιο πολύ στη γη.
Οι πέτρες,
 
φθαρμένες απ' τ' άρβυλα των κουρσάρων
ατενίζουν τον ξεφλουδισμένο ουρανό αναστενάζοντας.
 
Το αμφιθέατρο , λεηλατημένο και βουβό
δεν μας χωράει πλέον.
  
Η Αντιγόνη θρηνεί σκυφτή στο χώμα
μην έχοντας πού να θάψει το νεκρό αδερφό, τον Πολυνείκη.
Τα χέρια λύνονται
ανήμπορα να σηκώσουν το σταυρό.
Λυγίζει το τσεκουριασμένο κορμί της πατρίδας
 
στ' ατέλειωτο ανηφόρι στη ράχη του Πενταδάκτυλου.
Έρχεται μπόρα...
βιαστείτε.


Οι καλημέρες μας / Άντρια Γαριβάλδη



Τα χρόνια μας μετράμε
Σ' ένα κομμάτι νήμα απ' το κουβάρι της ζωής
Τις μέρες της χαράς ιχνηλατούμε
Μ' ένα ανύποπτο ανασκίρτημα της μνήμης
Να ξέρουμε, να περιμένουμε ή να ξεχάσουμε...
Πώς η ζωή στο παρά πέντε θα χαθεί ένα πρωί
Καθώς μια νέα μέρα θα γεννιέται
Αναζητώντας το χαμόγελο που σπάνια χαρίζεται
Σ' ένα κομμάτι σπάγγο σημαδεύουμε τις καλημέρες μας
Που λιγοστεύουν σιωπηλά και σταθερά.



Ο ΘΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ / Άντρια Γαριβάλδη


Κάποια καμπάνα
απ’ το μακρινό το παρελθόν
χτυπάει ακόμα αδύναμα στ’ αυτιά μου
Η έρημη εκκλησιά
όπου το μισοτελειωμένο κερί
αγνό και μυρωδάτο
βρίσκεται ακόμα πλάι στην εικόνα τ’ Άη Μάμα
με κράζει πίσω με δισταγμό
την καγκελόπορτα να κλείσω
και σιωπηλά σκουπίζοντάς τ’ αχνάρια μου
ξυπνάω για να δω πως όλοι οι φίλοι μου χαθήκαν
κι η ανατολή όλο συγχώρεση
χύνεται αγέρωχη επάνω στον αγέραστο θόλο.

Ένα χαικού για τον Πενταδάκτυλο / Άντρια Γαριβάλδη


Τ' αγώνα βουνό 
Απλώνεις στ' άστρα,
Πενταδάκτυλε.


Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2018

Γαλήνη στο κελί / Γαλατόπουλος Χριστόδουλος

Απλό και ήσυχο είναι, απόψε,
το τραγούδι τ’ ουρανού που μου σκορπίζει.
Πώς σκίζει του Κελιού μου τη στέγη
του σκοτεινού και το γιομίζει!

Απλό και ήσυχο
και το τραγούδι της Νυχτιάς που απόψε ρέει·
ρυθμίζει τον παλμό του με τον παλμό μου,
της Φωτιάς μαζί της κλαίει.

Απλά και ήσυχα, και έξω
ο αγέρας τραγουδεί ωσάν τον ερημίτη!
Απλά και ήσυχα και η καρδιά μου
νοσταλγεί κάποια της σκήτη!

Απλό και ήσυχο είναι, απόψε,
το τραγούδι τ’ ουρανού που μου σκορπίζει.
Απλές και ήσυχες είναι η κουβέντες του Κελιού
που λέω, το Σπίτι, μου θυμίζει!


Παγκόσμιον Άσμα: Χριστόδουλος Γαλατόπουλος

Χριστόδουλος Γαλατόπουλος (βιογραφικά στοιχεία)


Γεννήθηκε στη Πάφο το  1902 και απεβίωσε το 1953. Σπούδασε νομικά στο Λονδίνο, πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Παρίσι. Επέστρεψε στην Πάφο το 1922 για να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου, όπου, παράλληλα, ανέπτυξε έντονη πολιτική και εκπολιτιστική δράση. Βουλευτής Πάφου κατά τα «Οκτωβριανά», φυλακίστηκε από τους Άγγλους ως υποκινητής της εξέγερσης (1931-1934 και, εκ νέου, 1934-1936). Από το 1943 ώς το 1953 εξελέγη τρεις φορές δήμαρχος Πάφου. Διετέλεσε μέλος του Εθναρχικού Συμβουλίου. Το 1949 θέσπισε τις Παλαμικές Εορτές στην Πάφο και το Βραβείο Παλαμά.

Ποιητικές Συλλογές :
  • (Τα τραγούδια της φυλακής (1931-1936), 1936
  • Στύγιες κραυγές 1938
  • Carmen Undarum, 1939
  • Τα επιθαλάμια, 1939 κ.ά.) 
Αξιοσημείωτο είναι και το μετάφραστικό του έργο (Όσ. Ουάιλντ, Τζ. Μίλτον).  Η τελευταία έκδοση είναι η  εκτενής ποιητική σύνθεση Παγκόσμιον Άσμα (2004).

Εγώ και σε ποτήρια τρύπια / Γαλατόπουλος Χριστόδουλος


Εγώ, και σε ποτήρια τρύπια,
Κρασί μπόρεσα κι ήπια!..
Και στην ατέλειωτη, εγώ, μπόρα
βρήκα τον Δρόμο προς τη χώρα... 
Και μες τα ταπεινά και νήπια
βρήκα λαό τα καρδιοχτύπια!
Και σ’ αυτής της Τρικυμίας τη φόρα
βρήκα γαλήνη κάποιαν ώρα!
Εγώ, και σε ποτήρια τρύπια,
Κρασί μπόρεσα κι ήπια!..

Νύχτα! απόψε, μου έμοιασες / Γαλατόπουλος Χριστόδουλος



Νύχτα! απόψε, μου έμοιασες,
και σ’ αγκαλιάζω
σκοτείνιασες τόσο παράξενα
που δεν σε αλλάζω!..
Νύχτα! ζοφερή... Ερωμένη μου!..
Έλα –να... πιούμε!..
Σου κερνώ την ολόμαυρη Σκέψη μου,
κι ας τη... γλεντούμε...
Νύχτα! απόψε, μου έμοιασες
δεν σε χωρίζω!..
Αυγές, Ξημερώματα, Ηλιόφεγγα,
δε σας γνωρίζω!

Γαλήνη στο κελί / Γαλατόπουλος Χριστόδουλος


Απλό και ήσυχο είναι, απόψε, το τραγούδι τ’ ουρανού
που μου σκορπίζει...
Πώς σκίζει του Κελιού μου τη στεγή του σκοτεινού
και το γιομίζει!..
Απλό και ήσυχο και το τραγούδι της Νυχτιάς 
που απόψε ρέει
ρυθμίζει τον παλμό του με τον παλμό μου, της Φωτιάς
μαζί της κλαίει...
Απλά και ήσυχα, έξω, και ο αγέρας τραγουδεί
σαν τον ερμίτη!
απλά και ήσυχα, και η καρδιά μου νοσταλγεί, 
κάποια της σκήτη!..
Απλό και ήσυχο είναι, απόψε, το τραγούδι τ’ ουρανού
που μου σκορπίζει...
Απλές και ήσυχες είναι οι κουβέντες του Κελιού
που λέω, το Σπίτι, μου θυμίζει!