Δευτέρα 2 Ιουλίου 2018

Ναρκοσυλλέκτρια: Ποιητική Συλλογή που εκδόθηκε το 2014 / Ευφροσύνη Μαντά-Λαζάρου



ίσως εικόνες λέξεις
έφευγαν
ελάτε, πίσω τις καλούσα, ελάτε μέσα μου
μιλήστε
ο γδούπος τους κενός του πουθενά
και δίχως λόγια πύκνωνε ο θάνατος […]
(σ. 8)

**

Πονούσε το άδειο μου οστέινο κουφάρι.
Το ακατοίκητο κενό του σφάδαζε […]
Έμοιαζα με ξυσμένο πιθάρι
εκατό χιλιάδες αιώνες αφημένο στο διαρκή ήλιο
Στέγνωσα.
 Όλα ρουφήχτηκαν […]
Νυχτώνει μαύρο.
(σ. 10)

**

[…] Από το παράθυρο μπαίνει κάθε πρωί μια μέρα
 κι ένας προδότης.
Μαζεύει τα σύνεργα σαν καλός φίλος που βοηθάει […]
Όσες φορές δοκίμασα να κλείσω έξω τον προδότη
απέτυχα.
(σ. 13)

**

Αποστρέφομαι τις μέρες δίχως κίνδυνο.
 Σπουδάζω πάντα
 πώς να αχρηστεύω ύποπτες δοσοληψίες,
ληγμένες ιστορίες και αυταπάτες.
(σ.15)

**

Η ναρκοσυλλέκτρια εκστρατεύει
 με όλη την ψυχή της.
Κατάφορτη.
 Διαθέτει σύνεργα για τις καρδιές των άλλων μόνο.
 Θέλει ένα βάρος να διασχίσει
 διάφανα τοπία ουρανού.
 Και να μην είναι φυγή.

(σ.52)

Ευφροσύνη Μαντά Λαζάρου ( βιογραφικό)


Σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών
και εργάζεται ως Εκπαιδευτικός
 

Έργα της


  1. "Οι Μέρες Υφάντρες οι Νύχτες Γυμνές 1986-87", Ποιητική Συλλογή, Λευκωσία 2002 
  2. "… σε έρωτα ή θάνατο θα πάμε", Ποιητική Συλλογή, Λευκωσία 2005 
  3. "Χωρίς την Αριάδνη", Μυθιστόρημα, εκδόσεις ΓΚΟΒΟΣΤΗ 2006 
  4. "Φίλε μου εγώ δεν είμαι σαν και εσένα, το γράμμα ενός μοναχικού παιδιού", Λευκωσία 2006 
  5. "Τό Μέσα Φόρεμα", Ποίηση,Εκδόσεις Αφή, 2011 
  6. "Ο Νώε στην Πόλη" , Ποίηση , Πλανόδιον , 2012 
  7. "Ναρκοσυλλέκτρια , Ποίηση , Γαβριηλίδης , 2014

  • Για το έργο της Ο Νώε στην πόλη έλαβε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης

Της ξενιτιάς / Ευφροσύνη Μαντά-Λαζάρου


Κάθομαι εδώ στο ακροκέραμο της αγάπης μας
Που την ξενίτεψες
Μέσα στα όνειρα και τα πρέπει των άλλων


Δαγκώνει την καρδιά μου η σκέψη σου
Ο καημός σου δαγκώνει το ψωμί των παιδιών μου


Φυλάξου αγαπημένε
Απ’ τα μάτια μου που χρόνια τώρα δε σε βλέπουν
Φυλάξου πριν και ώσπου να σε λησμονήσουν
Φυλάξου ώσπου να λησμονηθούν
Αν λησμονιούνται

Από το ημερολόγιο των ελαχίστων (απόσπασμα) / Ευφροσύνη Μαντά-Λαζάρου



Με φυλακίζουνε τα όνειρά μου
Τις νύχτες βγάζουν μάτια κλαδιά
περικοκλάδες αναφιλητά
Αδύνατο σου λέω να γλιτώσεις από όνειρα
Σχέδια ανεκπλήρωτα
τα έκανες εαυτό σου
Βγάλε το δέρμα σου αν χρειαστεί
Να τα διαχωρίσεις.
Εκείνα όνειρα να σε ντύνουν
Να ξορκίζουν το φόβο σου
Κι εσύ ΕΣΥ
Γιατί κοίταξα βαθιά στα μάτια σου
Και σε είδα


……………………………………..


Μόλις συνάντησα τον εαυτό μου
Τι κρίμα που του αντιστέκομαι ακόμη


Είμαι κοχύλι στην έρημο της κλειστής καρδιάς σου
Γίνομαι κορυδαλλός στο κλαδάκι της αγάπης σου

……………………………………………………
Θα σου έρθω με τη βροχή
Λουσμένη στα φιλιά της
Για να μην δεις τα δάκρυα στην άκρη των βλεφάρων μου
Κι αν πάλι η βροχή κάνει αδιάβατους τους δρόμους
και δεν με φέρουνε κοντά σου
θα στεγνώσω το δάκρυ με τα χάδια του ήλιου,
που θα κάνει χρυσούς τους καρπούς μιας γης γενναιόδωρης,
που ποτίστηκε τόσο πολύ

………………………………………………
Φύλαξέ με. Ξοδεύομαι πολύ


Τουλάχιστον βάλε με στο κρασί σου
Θα μεθύσω την καρδιά σου
για να γίνω το οργανάκι του πόθου της
που θα κινεί όλα τα έργα της ζωής σου
Κι ας μην το ξέρεις

……………………………………….

Με ξενυχτάνε τ’ αστέρια, το φεγγάρι κι οι αναμνήσεις του μέλλοντος
Του δικού σας μέλλοντος, που το κοιτάζω στοργικά
Που το κοιτάζω τρυφερά από την παρελθούσα θέση μου
Ο χρόνος μαλακώνει, μου κλείνει συνωμοτικά το μάτι.
Κάποτε δεν θα θυμάσαι.
Κι εγώ ο πανδαμάτωρ χρόνος δίχως τη μνήμη σου δεν θα υπάρχω

Σε βεβαιώνω αγαπημένε απόντα
Δεν είμαι μελαγχολική.
Οι απουσίες φωτίζονται με το χαμόγελο της ψυχής
Που απ’ το υστέρημα της ευτυχίας της χαρίζει
γενναιόδωρα

Είναι μοναχική ιστορία η ζωή
…………………………………………………………………………………….

Μπορεί να είναι η αγάπη σου αυτά τα πλαγιασμένα κρίνα των λέξεων σου
Λινά και βαμβακερά πουκαμισάκια για το καλοκαίρι μας
Μπορεί να είναι η αγάπη σου αυτές οι ανθισμένες ομπρελίτσες
που σφυρίζεις με ανεμελιά σκέπη τη σκέπη τους μες τη βροχή
καλά να μας φυλάξουνε στεγνούς από το παγωμένο αιφνίδιο


Θα σου χαρίσω μια σφενδόνη αν μάθεις να κελαηδάς
Θα μπορείς να κυνηγάς τα όνειρα σου που νυκτοπορούν
φορώντας κίτρινες κάλτσες πράσινα ζεστά κασκόλ
παπούτσια γεμενιά στις σκανταλιές τους
πολιορκούν τις τρυφερές εκφορές της αγάπης μου
Αλλά αν μάθεις να κελαηδάς τα όνειρα σου που υπνοβατούν
θα γίνουν ματοτσίνορα στα γελαστά μου μάτια
…………………………………………………………………………..



(  βραβεύτηκε με Β΄ βραβείο στους Πανελλήνιους Δελφικούς Αγώνες Ποίησης 2009)

Επί του Υφαντηρίου / Ευφροσύνη Μαντά-Λαζάρου





5

Όλοι καθόντουσαν φρόνιμα
κανένας δεν ήθελε
μια αταξία ακόμη στο κεφάλι του.
Αρκετός μπελάς ήταν κιόλας η νύχτα.

Όταν ξημερώσει...
Θα περάσω στη σάλα
με όλα τα φώτα αναμμένα
λαμπεροί πολυέλαιοι κρύσταλλα λόγια.

Πες μου για τα πράγματα.
Όχι πώς είναι, αλλά πώς απλώνουν το χέρι τους
            μες την ακίνητη ζωή μας.

Θα γλιστρήσω στην έναστρη νύχτα
που στρώνεις κρεβάτι
στην άφεγγη βραδιά των ματιών σου
γυναίκα ο πόθος σου
θα ξημερώσω το φως σου.

Πες μου για πράγματα.
Όχι πώς είναι, αλλά πώς νιώθεις το αίμα τους
            όταν ξυπνήσαμε.


Από την συλλογή «Το Μέσα Φόρεμα»

Ευφροσύνη Μαντά Λαζάρου - "Ναρκοσυλλέκτρια" II Ποιήματα

Επιλογή ποιημάτων και δημιουργία βίντεο: Αντρέας Τιμοθέου

Γυναίκα της Μεσογείου / Ευφροσύνη Μαντά-Λαζάρου



Δεν είμαι άξια να χαιρετώ τον ήλιο
με ρούχα που απλώνω στον καλό καιρό
καθαρά και μυρωδάτα,
πλυμένα σε σκάφη πλυντηρίου καλού;
ή να σας υποδέχομαι με τα λουλούδια που καλλιεργώ
και τα μυριστικά της γλάστρας;
Επιτέλους γυναίκα είμαι κι εγώ της Μεσογείου.
Και πώς συμβαίνει να χαιρετώ το φως
μέσα από λάμψεις και κρότους
σαν παιγνίδι με χάντρες θανάτου
μια μια τις πατώ εξαντλώντας
απώλειες, ωρολογιακές βόμβες,
παγιδεύσεις, πλάνες•
στο τέλος γυμνός τόπος θα μείνει
το πεδίον στη ζώνη ευθύνης μου.
Κι όταν νομίζω κοντά είμαι,
το άλλο βράδυ ονειρεύομαι αμμοθύελλες
στεγνώνει ένα τοπίο από λευκό αλάτι
κι όπου πυκνώνει πήζει τους όγκους των φόβων μου
σε φιγούρες ανθρώπων δικών μου.

Με έχει τρομάξει το θάρρος μου
Κι οι πλάνες μου στη γεωπονική•
δεν φυτεύεται η έρημος, πόσο
μάλλον το αλάτι.

Το μέσα φόρεμα / Ευφροσύνη Μαντά-Λαζάρου


Οι μαργαρίτες ανεβαίνουν στο λόφο τραγουδώντας.
Έχουνε άσπρο χρώμα,
Κίτρινη γύρη, πράσινο φύλλο και λεπτό μίσχο.
Πίνουν το νερό της βροχής
Τρώνε από το χώμα όσα χρειάζονται.
Με τη μικρή ρίζα και τα λεπτά ριζίδια της
Στέκονται όρθιες κοντούλες χαμηλές
Στο χώμα γέρνουν το αυτάκι τους θαρρείς, όπως ο ερωτευμένος
Που σκύβει κι ακροάζεται το καρδιοκτύπι της αγαπημένης του.
Όμως αυτό ξεφεύγει προς το ποιητικό ιδίωμα και τη μεταφορά
Κι όσο κι αν λέω πως θα μιλώ απλά κυριολεκτικά
Καταργώντας συμβολισμούς και στερεότυπα
Μ αγαπά δεν μ αγαπά
Δεν είναι άλλο αυτοφυές ακαριαίο ποίημα
Από την κυριολεξία της φύσης.
Οι μαργαρίτες χαμηλοβλεπούσες ελπίδες
Ανεβαίνουν στο λόφο τραγουδώντας.
Οι Μαργαρίτες γίνονται κάποτε κορίτσια
Σε γειτονιές μαγικές που έχουν σπίτια καμωμένα
Από πλίνθους, κεραμίδι, χώμα, νερό και πέτρα.
Το φαγητό στα σπίτια αυτά είναι
Από αλεύρι και αλάτι
Λάδι, λεμόνι, καρυκεύματα και τα γνωστά υλικά.
Οι μαργαρίτες μαργαρίτα Μαργαρίτα μου σε τέτοια μέρη ζουν.
Το ποίημα και ο ποιητής κυριολεκτείται
Στα μικρά τους σώματα
Στα γήινα όνειρα των φορεμάτων τους.
Οι μαργαρίτες Μαργαρίτα Ρίτα μου δε γίνονται ποιήματα.

Κυριολεκτούν την ποίηση!

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ / Ευφροσύνη Μαντά-Λαζάρου



Κι όταν νυχτώνει όμορφα
ο ήλιος ξενυχτάει αθώρητος.
Το τρυφερό του φως στο παραθύρι μου ακουμπάει
στρογγυλό σημάδι της αγάπης μου.
Το ζήτημα είναι αυτό:
Να αγαπώ αθάνατα και θαμμένη στο χιόνι της ερήμου
να μπορώ ν’ αγαπώ κι εσένα κι εμένα χαρούμενα.
Το τι θα κάνεις και για ποιους είναι η δική σου νύχτα.
Δεν μπορεί, κάτι θα έχει να σε ντύσει.
Γυμνός δεν έμεινε ποτέ κανείς
ούτε κι ο θάνατος ούτε και η αλήθεια.

Δέσποινα Κωνσταντίνου (μικρή αναφορά)

 Γεννήθηκε στη Λάρνακα το 1977.
 Ασχολείται με την ποίηση και είναι συγγραφέας  κυπριώτικων   σκετς,  άρθρων  μουσικολογικού  περιεχομένου. 
Συνεργάζεται με την εφημερίδα "Παροικιακή"  του  Λονδίνου  και το  περιοδικού  "Άνευ".

Ποιητικές συλλογές: Γολγίας  Αθηαίνου Εγκώμιον,  Λάρνακα, 2003. 
Άλλα έργα: Δυτικα΄του Μεζαρλίκ/ 2018


ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΗΝΑ ΙΟΥΝΙΟ / Κωνσταντίνου Δέσποινα

Κωνσταντίνου Δέσποινα
(ανέκδοτο)
                                                                              Εισαγωγικό

Ιούνης μήνας φανερώθηκε σε μας
έφηβος χρυσοβόστρυχος
του θέρους ανοιχτάρι( τετράκις)
Ωδή Α'
(1η Ιουνίου, Ιουστίνου Φιλοσόφου και μάρτυρος)
Λεγεώνα αγριοκύματα
τα ερωτήματα μάνιαζαν
στου δεκαεφτάρη Σαμαρίτη το κεφάλι.
Θεός? Άνθρωπος?
Πώς? μετά? Γιατί?
Στωικισμός και περιπατητικοί,
δίχα απαντήσεις
κι οι πυθαγόριοι του απαγόρεψαν τη μαθητεία
ένεκα πενιχρών γνώσεων
στη μουσική,την αστρονομία,
την αριθμητική και τη γεωμετρία.
Του Πλάτωνα το οικοδόμημα των ιδεών
το κήρυξε ανίκανο κι εκείνο προστασίας απ' των ερωτημάτων τις επιδρομές.
Απ' το 165μ.Χ. η λύτρωση
π' όλοι αδυνατούσαν να παράσχουν
εντοπίζεται δ' αποκεφαλισμού
στο συναξάρι πρώτης του μήνα.

ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΗΝΑ ΙΟΥΝΙΟ / Κωνσταντίνου Δέσποινα


ΩΔΗ Θ'
Οι σεισμογράφοι καταγράφουν ωορρηξία
στην καταπράσινη μήτρα της γης.
Σπόρος
στάχυ
θέρος
ψωμί
φαί
αγάπη,
μάνα αγέραστη,
ας μείνει άγνωστη για σένα
η κατάσταση που τη λένε
εμμηνόπαυση.

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟ
Το στυλό δε γράφει άλλους στίχους
προς το παρόν.
Ο ύμνος για το μήνα
έτσι κι αλλιώς είναι γραμμένος
στου Ιούνη το καραμελωμένο βραδαπόγευμα
που λιώνει αργά στις συνοικίες....
ΕΞΑΠΟΣΤΕΙΛΑΡΙΟ
Φευγιό του θεριστή
υποδοχή τ' ατέλειωτου μεγάλου γελαστού
κι άνοιγμα των πιο σφικτομανταλωμένων της πλάσης
παραθυριών.
ΤΕΛΟΣ

Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ / Κωνσταντίνου Δέσποινα


Κάποτε, 
η μόνη μέρα που πήγαινε στην Άχνα φωτογράφος
ήταν της Αγιάς Μαρίνας,
για να φωτογραφίσει τους ανθρώπους.
Μετά,
έγινε η ίδια η φωτογραφία σου,
Άχνα,
εικόνισμα στα καρτερικά εικονοστάσια του νότου

Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Μιας ‘Ανοιξης κυκλάμινο / Ανδρέου Ειρήνη


Σαν το κυκλάμινο στα ροζ ντυμένη,
μες σε μια πέτρα η καρδιά μου αφημένη.....
Στα ροζ ντυμένη στα χαλάσματα γυρνώ,
την πρώτη αγάπη μου με πόνο αναπολώ.
Βράδια ατέλειωτα πνιγμένη στα φιλιά,
που μου ψιθύριζες με πάθος, μ’ αγαπάς.
Ήτανε Ανοιξη θυμάμαι και σ’ αγάπησα πολύ…
η πλάση μύριζε λεμονανθούς και γιασεμί
κι ένα κυκλάμινο δειλά είχε ανοίξει
μέσ ’ απ’ την πέτρα διάλεξε ν ανθίσει.
Στα ροζ ντυμένη στα χαλάσματα γυρνώ
στις αναμνήσεις μού απόμεινε να ζω.
Μιας Ανοιξης κυκλάμινο που δεν ανθίζει πια
τα χρόνια πέρασαν μα Ανοιξη καμιά.
Σαν το κυκλάμινο στα ροζ ντυμένη,
μες σε μια πέτρα η καρδιά μου αφημένη.
*εμπνευσμένο από μια αληθινή ιστορία
απ’ την Τούρκικη εισβολή του 1974
όταν ένα 20χρονο αγόρι ανέβαινε με λεβεντιά
τα βουνά της Κερύνειας να «κατατροπώσει
τον εχθρό» ενώ μια νεαρή κοπέλα απέμεινε
«μιας Ανοιξης κυκλάμινο που δεν ανθίζει πια" μετά που ταυτοποιήθηκαν τα οστά του....
από το βιβλίο της Ειρήνης Ανδρέου :  Φτου μας....με αγάπη

«ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΠΟΥΛΙΑ» / ΓΙΩΤΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ - ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ





Στον Ευαγόρα Παλληκαρίδη
(Φίλος του Παλληκαρίδη 
διηγήθηκε ότι μετά τον θάνατο τού ήρωα, 
οι συναγωνιστές του φύλαξαν τα ποιήματά του 
μέσα σε γυάλες βαθιά στη γη, 
στο λημέρι τους, μέχρι το τέλος του Αγώνα)

Το στήθος του ήταν γεμάτο αηδόνια,
τις νύχτες δεν τον άφηναν να κοιμηθεί.
Έτσι τα έβγαζε από μέσα του, να πεταρίσουν στο χαρτί,
να κελαηδήσουν την ομορφιά, τον έρωτα
και την Ελλάδα, μακρινή αγαπημένη...
Πάντως το πρόβλεψε πως δεν θ’ αντίκριζε
με τα σωματικά του μάτια τη μέρα της γιορτής.
Και πρόσταξε τους φίλους
να φυλάξουν τα χρυσά πουλιά ανέγγιχτα
από αγέρι μολυσμένο με χνώτα του κατακτητή.
Κι αυτός, κύκνος πανέμορφος,
ακούμπησε απαλά τον μίσχο του λαιμού του
σ’ αγχόνης το σχοινί,
αφήνοντας άναυδη την ποίηση
να αιωρείται στο άδειο της καταπακτής.
Κι οι σύντροφοι, χατίρι δεν του χάλασαν.
Κλείσαν τα ιερά πουλιά, τα ορφανά
σε γυάλινα κουτιά – ήτανε δύσκολοι οι καιροί –
και τα εμπιστεύτηκαν βαθιά, στην εχεμύθεια της γης.
Έγκλειστα εκείνα αηδονούσαν τρία  χρόνια
κι ανθίζανε τα μαύρα σωθικά της,
κρίνα και ματσικόριδα ευώδιζε ο Άδης.
Και όταν ήρθε η μέρα που γιόρταζαν τα σήμαντρα
κι οι πεύκοι ανασηκώναν τις κεραυνωμένες κορυφές τους,
τα έβγαλαν επάνω – βρεγμένα ακόμα, μουδιασμένα
τριγύριζαν για λίγο στις νεροσυρμές
κι ύστερα χίμηξαν ελεύθερα παντού,
ραίνοντας το νησί με τις εξαίσιες τρίλιες τους,
την ψυχή του Ευαγόρα...
.