Πέμπτη 8 Ιουνίου 2017

Έντεκα γρόνους ώς τωρά στην προσφυγιάν που ζιούμεν /Ατσίκκος Γιακουμής

Έντεκα γρόνους ώς τωρά στην προσφυγιάν που ζιούμεν
νυχτοξημερωννούμαστιν τζι’ άγρυπνοι καρτερούμεν
να ξαναπάμεν έσσω μας, τζει κάτω να ταφούμεν.
Βρίσκουσιν τρόπους, κάθονται εις τες συνομιλίες,
μα λύσην ’εν ι-βρίσκουσιν, πιντώννουν τες αιτίες.
Οι ξένοι πάντα μάχουνται για το δικόν τους κκιάρι
τζιαι μας ’δα κάτω να τα βρουν ―πετσίν, τζι’ άλλοι τομάρι.
Όπου αγάπη τζι’ ο Θεός, οι πρωτινοί λαλούσι,
έτσι έχουν μιαν δύναμιν τζιαι τ’ άδικον νικούσι,
τούτ’ εν’ η στράτα η καλή, τζι’ ούλλοι μας να τη[ν] δούμεν,
ατ τ’ ’εν να λείψ’ η προσφυγιά τζιαι να ξαναστραφούμεν
στα σπίθκια μας που καρτερούν, τζι’ ειρήνικά να ζιούμεν.


Γιακουμής Ατσίκκος (βιογραφικά στοιχεία)

Γεννήθηκε στη Λύση στις 14 Αυγούστου το 1911. Γονείς του ο Κυριάκος Γιακουμή Χατζηξενή και Κουλλού Γρηγόρη Κατσούνα.  Το 1974 με την Τουρκική εισβολή, πρόσφυγας στην Ξυλοτύμπου όπου έμεινε 6 χρόνια και στη συνέχεια στο συνοικισμό Καμάρες στη Λάρνακα όπου παρέμεινε μέχρι και τον θάνατό του το 1995. Εξέδωσε τρεις ποιητικές συλλογές και βραβεύτηκε για την ποίησή του σε διαγωνισμούς του Κατακλυσμού και εκπροσώπησε την Κύπρο μέσω του ΡΙΚ τόσο σε παγκόσμιους ποιητικούς διαγωνισμούς, αλλά και σε διαγωνισμό παραδοσιακής Μουσικής στην Ιαπωνία.

Ποιητικές Συλλογές
  • Το Φεγγάρι του Γεννάρη /1985
  • Το ξερίζωμα / 1986
  • Η τελευταία μου κατάθεση/1994

[Εν πεθανίσκω καρτερώ] / Ατσίκκος Γιακουμής

Εν πεθανίσκω καρτερώ
τούτη η ποινή να λήξει
να’ ρτει ειρήνη τζιαι χαρά
η στράτα μας ν΄ανοίξει
να πάμε πάλε στο βορκάν
πον τα δικά μας τα χωρκά
να μεν μας τρώει η πλήξη
ν΄ανθίσουν να μυρίσουσιν
τα φκιόρα της αυλής μας
πον ριζιμιά εν ζωντανά πον η μισή ζωή μας

Για τον Γρηγόρη Αυξεντίου / Ατσίκκος Γιακουμής

Μαύρα ντυμένη σύλλουρη η Κύπρος δακρυσμένη
πουπανωθκιόν σου στέκεται ματζιελλοπληγωμένη
κλαίει απαρηόρητη η μαυροκαϋμένη
πόχασεν τέθκιον ήρωα τζ΄ακόμαν  σκλαβωμένη
Ήσουν τζιε εν νάσαι ήρωας, της Κύπρου μας καμάριν
Της Λύσης ο τιμητικός, της λεφτεριάς χαπάριν

ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙΝ ΤΟΥ ΓΕΝΝΑΡΗ (απόσπασμα) / Ατσίκκος Γιακουμής



Το νιν τζαι το ξυλάλετρον, η σπάθη με την βούλαν
ο άδρωπος, τα δκυό φτερά, εν ερκαλεία ούλα.
Τζαι δκυο τεμόνια ομπροστά που ζέχνασιν την μούλαν
τζι εμαμμουρεύκασιν την γην ΄πο ούλα να γιωρκίσει
να φα γονιός με τα παιθκιά
γιατί εν τζείνη που τα δκια
του κόσμου της να ζήσει.
Γιατί που πρωτοπλάστηκεν
με τον θεόν σεβάστηκεν
η γη να τον ταΐσει.
Εν χώμαν της, εν μάλιν της τζαι τζείνη να το ρίζει,
να τρω να πίνει ώσπου ζιει τζαι πίσω να γυρίζει,
χώμα πάλε να γίνεται. τζαι κανενού ΄ν χαρίζει.



Επεξηγήσεις

νιν:το υνί
σπάθη:εξάρτημα του κυπριακού αλέτρου
βούλα: η ξύλινη θέση του αρότρου που μπαίνει το υνί
άδρωπος: εξάρτημα του κυπριακού αλέτρου (το μέρος που κρατεί ο γεωργός)
μαμμουρεύκω: καλλιεργώ καλά
σεβάστηκεν, σεβάζομαι: έρχομαι σε συμφωνία

  


[Αν λάχει τζιαι πεθάνω δα τζι εσε΄ςι στη Λυσην πάτε] /Ατσίκκος Γιακουμής



Αν λάχει τζιαι πεθάνω δα τζι εσε΄ςι στη Λυσην πάτε
να μου τη τη σιαιρετήσετε
Τζιαι να την αρωτήσετε
αν κόμα μ΄αθθυμάται
Έσσω της εγεννήθηκα
Εξήντα δκυο γρονών εγίνηκα
με τα πολλά καλά της
Τότε αισθάνομουν χαρά
Αμμά μας πρόσφυγας τωρά
σύνορα μακριά της
Θεέ μου δώς μου πομονήν κουράγιον πέρκι ζήσω
στο σπίτι που γεννήθηκα τζιαι θέλω να γυρίσω
Την εκκλησιάν την όμορφη της Λύσης ν΄αντικρίσω
Ελεύθερος χαρούμενος να μπώ να προσσυνήσω.

Δευτέρα 5 Ιουνίου 2017

Φάρος φωτεινός (70 χρόνια AON – ΕΔΟΝ) / Μανώλης Βασιλείου



Ήσουν ο φάρος τζαί το φως για εβτομήντα γρόνια
τζαί φώτισες τζαί μόρφωσες γονιούς, παιδκιά τζι αγγόνια.
Ούλοι που μες στες τάξεις σου σωστά γαλουχηθήκαν,
στην κοινωνίαν άξιοι τζαι ικανοί ξεβήκαν.
Μέσα σε δύσκολους τζαιρούς στα πέτρινα τα γρόνια,
τους δίδαξες την αδρωπιάν να την κρατούν αιώνια.
Ήμουν τζι εγιών ο τυχερός κοντά σου να φοιτήσω
τζαί τες δικές σου τες αρχές να τες κληρονομήσω.
Τα όσα έν' που μου 'δωσες ΕΔΟΝ εις την ζωήν μου,
ήταν θεμέλιον γερόν τζι έν'πάντα στην ψυσιήν μου.
Τζείνα που εδιδάκτηκα 'πο σέν εκράτησά τα,
με την δικήν μου την σειράν άλλου εχάρισά τα,
εις τα δικά μου τα παιδκιά κληρονομιά τζαί μάλιν,
στο πέρασμαν που την ζωήν, μα τζαί στην βίοπάλην.
Να εκτιμούν τζαί ν'αγαπούν το δίτζιον του αδρώπου,
την πρόοδον τζαί την χαράν να θέλουν τούντου τόπου.
ΕΔΟΝ σκολείον της ζωής τζαί πρώτη στους αγώνες,
στον τόπον όσα έκαμες θα μείνουν στους αιώνες.
Πάντα στην πρώτην την γραμμήν τζαί στην πρωτοπορίαν,
να φέρεις μιαν καλλύττερην για ούλους κοινωνίαν.
Εκατοντάες ήρωες μέσα που τες γραμμές σου
το γαίμαν τους εδώσαν το , πιστέψαν στες αρχές σου.
Αντρόσιην εις τον φασισμόν έβαλαν τα κορμιά τους,
να σώσουν την πατρίδαν τους τζαί τα ιδανικά τους.
Τιμή τζαί δόξα στην ΑΟΝ τζαί στην ΕΔΟΝ ακόμα,
που στην ζωήν μας έδωκαν τζαί νόημα τζαί χρώμα.
Η στράτα που μας χάραξες εγίνην λεωφόρος,
ήσουν τζι εννά 'σαι οδηγός ,φάρος τζαί πρωτοπόρος.

Εφτά τζαι άλλα σίλια / Χρυσόστομου Μωυσέως



Σπίτι μας που σε χτίσασιν πριν εβδομήντα γρόνια
μέ δίχα πολυτέλειες, μέ κήπους, μέ σαλόνια.
Δοκάρκα που τα μπήξασιν σε χώμαν οργωμένον
γεμάτο δρώμα, κόκκαλα, με γαίμαν ποτισμένον
των πρώτων των συντρόφων μας, το φως μες στον κατρά μας
που το λαμπρόν του ‘κόμα ζει πάνω στα λάβαρά μας.
Εφτά δοκάρκα μες στην γην, στους δέκα γρόνους τζ’ έναν
τζι ας είσεν που λαώνουνταν να μεν μείνει κανέναν.
Να βάλουμε το όγδοον, να μπούσιν τζι άλλα σίλια
το μαύρο τζαι η καταχνιά να μεν ι-βρίσκουν γρίλια.
Να γίνει μιάλο σαν δεντρόν, ν’ αθθίσουν τα κλωνιά του
ούλος ο κόσμος να χωρεί κάτω που τη νοσσιά του.
Τούτη για μας έν’ η ΕΔΟΝ, έν’ της ανάγκης γέννα
του αρκάτη τζαι της αγροθκιάς, της τέγνης τζαι της πέννας.
Για τζείνον πο’ ‘ν το χώνεψε τζαι ‘κόμα σύρνει πέτρες
ας βάλει μες στο νουν καλά πως άλλες θα ‘ρτουν μέρες
θεός, αφέντης, βασιλιάς που θα ‘ναι ο λαός μας,
πλούσιοι να μεν γίνουνται στον κόπο το δικό μας.
Να λείψει η εκμετάλλευση, η φτώσεια, η μιζέρκα
ούλλ’ οι αδρώποι πα’ στην γην να δώκουμε τα σέρκα.
Να αλλάξουμε τον άδρωπον, άδικον να μεν μείνει.
Σοσιαλισμός το μέλλον μας, το δίτζιο τζι η ειρήνη.

«Μαζί» του Τάσου Αριστοτέλους


 
Λευκό λουλούδι ανθισμένο
χιόνισε απόψε η βραδιά
και το φιλί το παγωμένο
θα μας ζεστάνει την καρδιά.
Γέλα μου γέλα μου
πιάσε το χέρι μου να τρέξουμε
αλήθεια μου και ψέμα μου
μαζί όλα θα τ’ αντέξουμε.
Πάντα τα χέρια τα ενωμένα
κρύβουνε σπίθες της φωτιάς
έλα κι εσύ μαζί μ’ εμένα
στο δρόμο της ανηφοριάς.
Βάλε κρασί σ’ ένα ποτήρι
γουλιά εγώ γουλιά εσύ
είν’ η ζωή ένα πανηγύρι
και μια κανάτα με κρασί.

«Ο ποιητής» του Τάσου Αριστοτέλους



Πάρε τη στράτα το στρατί
και τη σκλαβιά σου μέτρα
γράψε δυο στίχους ποιητή
καν’ την καρδιά σου πέτρα.
Αλίμονο στον άνθρωπο
μα πιο πολύ στον κόσμο
άλλοι μπαρούτι σπέρνουνε
άλλοι φυτεύουν δυόσμο.
Τραβά με δύναμη κουπί
ο ανεμοδαρμένος
μα να ξεφύγεις δεν μπορείς
παντού φυλακισμένος.
Τη λευτεριά δεν θα την βρεις
σε μακρινά ταξίδια
ψάξε μονάχα μέσα σου
μες στη ψυχή την ίδια.

 

Αριστοτέλους Τάσος (βιογραφικά στοιχεία)

Ο Τάσος Αριστοτέλους γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1955. Ασχολείται από το 1975, χρονιά που εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο με όλα τα είδη της λογοτεχνίας καθώς και με την κριτική. Κατά καιρούς έχει συνεργαστεί με το ΡΙΚ, ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, με εφημερίδες και περιοδικα. Είναι μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών της Κύπρου και τακτικό μέλλος της Πανελλήνιας Εταιρείς Λόγου και Τέχνης.

Έργα του 

Ποίηση 


  • Προσπάθειες 1975
  • Ποιητικό αφιέρωμα στον Γρηγόρη Αυξεντίου 1977
  • Ποιητικό αφιέρωμα στον Εθνάρχη Μακάριο 1997
  • Ποιήματα 2001
  • Βάρβαροι 2003
  • Περισυλλογή 2003
  • Εξαιρετικά λιτά 2004
  • Ο στίχος που δεν σ΄αφήνει να κοιμηθείς / 2019
Πεζά
  • Περιπέτειες του Παρμενίωνα (2 τόμοι) 1978 κ 1983
  • Αθεόφοβοι 2001
Παιδική λογοτεχνία 
  • Παράθυρο στον κόσμο 1994
  • κασέτα σε μουσική Γ. Μαυρονύχη 1995
  • Χρυσαφένια παραμύθια 1996
  • όμορφα παραμύθια 1999
  • Η Σιερόλοττα 2003
  • Τα ζώα του τόπου μας 2004
  • 15 ιστορίες και μύθοι με ζώα της Κύπρου 2005
  • ο τρομερός ραφτάκος ο Εκατονταβελόνης και άλλα παραμύθια 2007
  • ο ατρόμητος Τηρήμος τζιαι οι σαράντα Δράτζιοι και άλλα παραμύθια 2007
Μελέτη 
Ιστορία της Κυπριακής Σάτιρας 1992

Γρηγόρης Αυξεντίου: Ο ήρωας της λευτεριάς / Αριστοτέλους Τάσος

ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ Ι

Αγκάλιασε το βουνό και φώναξε
"μη πλησιάζετε
Ξένους τούτη η γη δεν σηκώνει"


ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΙ

Τα είπες όλα εκείνο το πρωί του Μάρτη
Με μια κίνηση του κεφαλιού προς τα πάνω
Που σήμαινε ένα μεγάλο όχι
Άλλαξες τις διαστάσεις του νησιού 
Στο πολλπλάσιο

ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ 

Θα το θέλατε στα σίγουρα
Το αναγνωστικό σας
Να έχει για εξώφυλλο 
Μια φωτογραφία του Γρηγόρη

ΚΑΙ ΣΤΑ ΤΕΤΡΑΧΡΟΝΑ ΠΑΙΔΙΑ

Όταν σας δείχνουν 
Μια φωτογραφία του Γρηγόρη 
Να ξέρετε 
Να λέτε αμέσως το όνομά του

ΣΚΕΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΜΑΧΑΙΡΑ

Τον σκότωσαν λένε στον πόλεμο
Παράξενο πράγμα ο πόλεμος
Μα πιο παράξενο
Τρεις χιλιάδες να πολεμάνε με ένα 
Και να τον καίνε με βενζίνη

Εμείς είδαμε ανθρώπους 
Να μεγαλώνουν τα βουνά πιο πάνω
Και πιο πάνω από τα βουνά 
Νά΄ ναι αυτοί 
Σαν τον Γρηγόρη

Ήταν ένα βουνό ο Μαχαιράς
Σαν όλα τα άλλα.
Μέχρι που πήγε ο Γρηγόρης εκεί.

ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΣΤΟ ΜΑΧΑΙΡΑ

Το άγαλμα του Γρηγόρη Αυξεντίου
Δεν είναι ένα κομμάτι παγωμένο μέταλλο
Δεν είναι ένα κομμάτι από άψυχο ορείχαλκο
Έχει μέσα στις φλέβες του ζωή
Έχει κίνηση.
Σαν πάτε εκεί θα νιώσετε
Πως κάτι σημαντικό έχει να σας πει.

ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ
ΠΡΟς ΔΑΣΚΑΛΟΥΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΕΣ

Μιλάτε για τον Γρηγόρη
Μιλάτε περισσότερο
Μιλάτε συχνότερα

Δεν έχουν πολλοί
Ένα Γρηγόρη

TA ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ 

Γρηγόρης Αυξεντίου 
Να λένε τα παιδιά 
Να λένε να λένε 
Και να μην τελειώνουν  


ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ

Πρέπει να μάθετε για το Γρηγόρη
Κι '  άλλα πολλά


ΣΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ 

Να γράφετε το όνομά το 
Στα τετράδιά σας
Και οι καρδιές σας 
Να πιάνουν τρικυμία 


ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΥΣΙΑ ΣΟΥ 


όχι πεντήντα 
Και εκατό χρόνια να περάσουν 
Ο Γρηγόρης θα μας λιώνει 
θα μας διαλύει 
Και θα ξαναφτιάχνει τις ψυχές μας 
από φως!

ΜΑΘΗΜΑ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ 

 Μια απλή καρτέλα με το όνομά του
Μέσα στην τάξη 
Ανοίγει κεφάλαια ιστορίας
Ανοίγει κεφάλαια ελευθερίας

ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ

Όταν μύρισε τη βενζίνη 
Ήξερε για το έγκλημα που ετοίμαζαν 
Τώρα ήταν σίγουρος 
Ότι τους νίκησε

ΣΤΟΝ ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΙΙ

Αν μπορούσες να μας άφηνες 
ένα χαμόγελό σου 
πίσω από τον Μαχαιρά
δεν θα χρειαζόμασταν τον ήλιο 

ΠΟΙΗΣΗ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΟ ΓΡΗΓΟΡΗ 
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΜΗΝΑΣ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ 

 Μήνας της Άνοιξης ο πρώτος 
Κι αντί για τ΄ άσπρα γιασεμιά 
Μπαρούτι μύρισε ο τόπος 
Πέφτουν στη γη νεκρά κορμιά. 
Εκεί στα βουνά του Μαχαιρά
Ανατριχιάσανε τα όρη 
Μόνος με τρεις χιλιάδες πολεμά 
Κι αυτοί του ρίχνουνε βενζίνη 
Τον καίνε μέσα στην φωτιά 
Και το κορμί του έχει γίνει 
Στάχτες με τα ξερά κλαδιά.
Μα εκεί ψηλά στο Μαχαιρά
Στέκουν περήφανα τα όρη
Για τον λεβέντη τον Γρηγόρη
Με την ελεύθερη καρδιά

Τρεις του Μάρτη του ΄57
Μια μέρα σαν τις άλλες
Ως εκείνη τη στιγμή 
Που προδόθηκε ο Γρηγόρης
Σ΄ ένα κρησφύγετο στο Μαχαιρά
Μόνος τους Άγγλους πολεμά 
Έχει μια πίκρα στη καρδιά 
Ξέρει αυτός μα δεν μιλά 
Τον όρκο που έδωσε κρατά
Και πέφτει για την λευτεριά 

Δεν υπάρχει κανείς 
Που να κάνει κουμάντο
Στη δική μας ζωή 
Στη δική μας πατρίδα 
Οι αφέντες εμείς 
Δεν υπάρχει κανείς 
Που να κάνει κουμάντο 
Στη δική μας τη γη 
Στη δική μας πατρίδα 
Οι αφέντες εμείς
Και το φως που είν΄ εκεί 
Στου Μαχαιρά τα όρη 
Και μας καθοδηγεί 
Είν΄ το φως του Γρηγόρη.

ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΧΑΙΡΑ

Πέταξαν τα πουλιά αλαφιασμένα μακριά 
Να απομακρυνθούν από τους άγριους στρατιώτες
Όσο πιο γρήγορα μπορούσαν το προσπάθησαν 
Λες και προαισθάνθηκαν εκείνο το κακό.

Μύριζε παντού βενζίνη και καμένα χόρτα 
Έβγαζε καπνιές απ΄ το κορμί του το βουνό
Και κείνος καμένο δένδρο μεσ΄ στις στάχτες 
Μαρτυρούσε το έγκλημα ανόμων εμπρηστών 

Σαν άπλωσε σιγή τριγύρω στο τοπίο 
Κι όλα ήταν τελειωμένα τώρα πια
Τέντωναν τα κεφάλια, να δουν μέσα στις στάχτες 
Εκείνο τον Τιτάνα με τα ουράνια φτερά. 




 

ΧΑΪΚΟΥ / Αριστοτέλους Τάσος

Ματσικόρια
άστρα χρυσά που ππέσαν
’που τον ουρανόν.

Αριστοτέλους Θεοχάρης Κάτω Πύργος (Τυλληρίας)

Ο Αριστοτέλους Θεοχάρης ήταν Ποιητάρης καταγόμενος από την Κοινότητα: Κάτω Πύργος (Τυλληρίας). Το όνομά του αναφέρεται στο βιβλίο: Ο Αγώνας της ΕΟΚΑ στην Ελληνική λογοτεχνία της Κύπρου 

Ο ΠΟΘΟΣ ΤΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ / Αριστοτέλους Θεοχάρης (εκ Πύργου Τυλληρίας)

Ο διακαής πόθος της Ενώσεως μας με την μητέρα μας Ελλάδα
Ξέρεις ποια χώρα είν' αυτή που πριν τόσους αιώνες
στολίζουνε το χώμαν της Ζάππεια, Παρθενώνες;
που είναι πράγμαν ιερόν το χώμαν το δικόν της,
τον κόσμον που γαλούχησεν με τον πολιτισμόν της;
που γέννησεν τον Περικλήν και τον σοφόν Σωκράτην,
που δίδαξεν τα γράμματα εις όλα τ' άλλα κράτη;
Και μάλιστα οι ίδιοι, καθώς ομολογουσιν,
ότι πως τον πολιτισμόν κοντά της τον χρωστούσιν!
Του Λεωνίδα την τιμήν με τ' άλλα παλλικάρια
στες Θερμοπύλες έπεσαν γι αυτήν ωσάν λιοντάρια.
Kι ο Γερμανός ο Παλαιών Πατρών Μητροπολίτης
μαζίν με τον Γρήγορων για χάρην ιδικήν της,
Κολοκοτρώνην, Πανούργων, Διάκον και Παπαφλέσαν,
πιστοί στον όρκον της τιμής για χάρην της εππέσαν.
Και ο Τυρταίος Ρήγας της, ο μέγας ποιητής της,
κοκκίνισεν το χώμαν της για χάρην της τιμής της.
Είσαι εσύ, Ελλάδα μας, ω φίλτατη μητέρα,
που τ' όνομάν σου έχομεν στον νουν μας νύκτα μέρα.
Η σκλάβα Κύπρος μας θρηνά που βρίσκεται μακρά σου
και έχει πόθον φλογερό να μπει στην αγκαλιά σου.
Πο' 'χει λαχτάρα περισσή, να ενωθεί μαζί σου,
να της γλυκάνει τες πληγές το μητρικό φιλί σου.
Οστούν εκ των οστέων σου και σαρξ εκ της σαρκός σου,
η Κύπρος είναι γνήσιον κομμάτιν ιδικόν σου.
Μες στων Κυπρίων τες καρδιές ανάβει σαν την λάβα,
που φίλοι σου και Σύμμαχοι βαστούν την κόμα σκλάβα.
Χρονάκια εβδομήκοντα ακόμα κι άλλα πέντε,
ακρίβειαν, οι Κύπριοι που σκλαβωθήκαμέντε.
Κλαίομεν και στενάζομεν απ' της καρδιάς τα βάθη,
βάζομεν δυνατήν φωνήν ο κόσμος να το μάθει.
Έγινεν ανυπόφερτος ο βίος μας που ζούμεν,
οι ξένοι τρων τον πλούτον μας κι από μακρά θωρούμεν.
Κόμα η γεωργία μας τελείως κατεστράφην,
κτυπήθην η παιδεία μας, σχεδόν κι αυτή εχάθην.
Γι' αυτό της Κύπρου ο λαός κλαίουν κι αναστενάζουν