Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

Λειτουργία του νεκρού παρόντος: Ποιητική Συλλογή που εκδίδεται το 1974. Τουμαζή Έλενα – Ρεμπελίνα (μικρό απόσπασμα)

Το προϊόν πουλιέται δέκα σελίνια
το προϊόν είναι ένα βιβλίο ματωμένων ποιημάτων
το προϊόν στοιχίζει δυό λίρες
το προϊόν είναι μια απελπισμένη συνομιλία με το ψυχίατρο (μια ηλίθια
συνομιλία)
σου προσφέρω την αγάπη μου διαλυμένη και συμπυκνωμένη
σ ένα γυαλιστερό νόμισμα
Σ αυτό το χώρο έχουνε στραγγαλίσει ύπουλα
το αντίκρισμα του φωτός

...
Στη πόλη των προβάτων κανείς δε ξεχωρίζει
οι ποιητές θα γεννηθούν στο μέλλον
το ίδιο κι η ζωή
αργότερα ακόμη πολύ αργότερα
δε θα το πίστευε κανείς: πόσες γωνιές πόσες ατσάλινες αιχμές
υπάρχουν σ ένα βρέφος !

...
Ανθρώπινο δέρμα
λουλούδι του φωτός και του αίματος
Γυμνώνοντας τον άνθρωπό για να τον εξαγνίσεις
πρέπει να σταματάς στην επαφή με το τρυφερό του δέρμα
πιο κάτω βρίσκεται ο παγωμένος θάνατος των οστών
...
Είσαι άντρα μου το κερί που κρατά το άδειο κάθισμα του ήλιοι
είσαι άντρα μου ασήμι των χορδών που κλαίνε
αστέρι πληγιασμένο από δάχτυλα πολλά
αυτός που δε θυμάται αυτός που δε ξεχνά
αυτός που δε κλαίει και δεν αγαπά
κι αυτός που τραγουδά
...
Είναι ακόμη μέρα
τα χρώματα καθαρά
κι όμως η σελήνη λάμπει
όπως και τα φώτα των δρόμων
Πλάι σ ένα πελώριο χρυσό δίσκο
που καθρεφτίζεται στα τζάμια μιας πολυκατοικίας
ένα χρυσό δίσκο που στάζει αίμα
...
Μια φορά κάθε έξη χρόνια η σελήνη κατεβαίνει βόλτα
στα σοκκάκια
είναι τότε οι εποχές των λιμών των καταποντισμών και της διάλυσης
όταν επιστρέψει πίσω πάλι, εμείς
έχουμε ήδη γνωρίσει τη γεύση της… Παρ όλα αυτά είμαστε πάντα οι ίδιοι

μόνο που ο καθένας μας τότε αρχίζει να ονειρεύεται τη σελήνη
είμαστε όμως πάντα οι ίδιοι
...
οι αμφορείς κατέρχονται στο βυθό
η τριήρης καταποντίζεται γαλήνια..,
ύστερα από τέσσερεις χιλιάδες χρόνια; Ίσως…
Ίσως ποτέ. Μάλλον ποτέ.
Οι αρχαιολόγοι θα εκφέρουν υποθέσεις για βίαια σταματημένα ταξίδια
μελετώντας σάπια κομμάτια ιστών και καρίνας
κάποτε όμως σώζονται οι αμφορείς με λίγους ξηρούς καρπούς
προφυλαγμένους στον πάτο
άθικτους από το μακρυνό ταξίδι

Τραγούδι για ένα σκοτεινό παραμυθάκι της Τουμαζή Έλενα – Ρεμπελίνα



Και πέφτει ό ήλιος•
κι έπεσε
και το φεγγάρι αντάμα
και κατέβηκαν κουτρουβάλα ψάχνοντας
στα όνειρα κάποιου παιδιού το θάμα

Κι εκεί στην κάτω θάλασσα την τρελλοδιάφανη
την μυρωδάτη
τους καρτερούσε ρωτευμένο μες τα κύματα
το μαύρο το χιλιόχρονο το άτι

Πηδάει ό ήλιος στα νερά και πνίγεται
το κοιμισμένο σώμα του παιδιού ματώνει
το χαλινάρι στο χεράκι σφίγγεται
ξυπνά το άλογο
φτερά στον ουρανό απλώνει

Σέρνει παιδί στην πλάτη το άλογο
κόκκινο, νηστικό παιδί, πνιγμένο
το φεγγαράκι πρόφτασε και κάθισε
στ’ άλογου ανάμεσα τ’ αυτιά, θαλασσοποτισμένο

Κλαίει, γελά πάνω στο σώμα το άφτιαχτο
χορεύει τραγουδά του και δακρύζει
Λύχνο ζεστό στα όνειρα του στέκεται
παρατηρά το, το γροικά και το φροντίζει

Ο μικρός τυφλοπόντικας και ο ήλιος: Ποιητική Συλλογή της Τουμαζή Έλενα – Ρεμπελίνα. Εκδόθηκε το 1972. (μικρό απόσπασμα)

Ι
Σταυρωμένε άνεμε
πληρωμένε ληστή του Θεού
πόνε μου
Πληγή που περπατάς στον ίσκιο
Εξαρτάται από το πόσο έρημοι και γυμνοί
θα κατέβουμε
να ντύσουμε με τις λέξεις μας
τον σπαραγμό της μέρας.

II
Κουράστηκαν οι ήλιοι
κουράστηκαν τα πέταλα,
το καθαρό μέτωπο της αυγής
και τα χέρια της’
τα χέρια της, για δες αυτά τα σκουληκάκια
αιώνες βαίνουν προς τη θάλασσα
Κουραστήκαμε σύντροφε.

III
Τραυματισμένη θάλασσα
πέτρινη ελευθέρια
στάσου
Θα χορέψουμε
Στάζοντας δηλητήριο στα παραγεμισμένα τους κεφάλια
Θα χορέψουμε
Απλώνοντας τους υδάτινους χώρους μας
στις τρύπες των ματιών τους
θα χορέψουμε.

...

Κοσμήματα από άχρηστες λέξεις βαραίνουν το κορμί σου περπατώντας’
ντύνεσαι προκλητικά το θάνατο σου και
φοβάσαι
αυτό   αυτό   αυτό
            το λουλούδι


τα πέταλα του έχουν τις παραστάσεις
των πολλών του θανάτων
ίσως και
του δικού σου
Να περπατήσεις


να φύγεις γυρεύοντας πιο δακρυσμένες πεδιάδες
να ψηλώσεις
να πνίγεις στο ουράνιο ποτάμι
να περπατήσεις
ξυπόλητος να περπατήσεις χωρίς
ξεκούραση
χωρίς ξεκούραση
προς τα δάση των κομμένων χεριών
προς τις λίμνες των σκισμένων ματιών
εκεί πού κυβερνούν οι άσπροι γλάροι

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

Ματωμένα κοράλλια: Ποιητική Συλλογή του Λεωνίδα Γαλάζη. Εκδόθηκε το 1979. (μικρό απόσπασμα)

Ι

Ω ήλιε πέτρινε που χρόνια σε λατρεύαμε
και στις σπονδές,
όπου χίλιους και χίλιους χρόνους κάναμε για σένα,
πάντα «καλοδεχούμενες» ήταν ο μηνυμός σου,
ώ ήλιε που χρόνια σ’ ονειρευόμαστε
— άντρακλα ίσαμε κει πάνω —
λαμπερό σημάδι του ονείρατου
που αφυπνίζει τ’ αστέρια,
ώ ήλιε αναίστητε, φτιαχτέ
τρέχα και κρύψου στα βουνά
να σκοτεινιάσει ο κόσμος
κι άσε τη γη στον πόνο της μονάχη να βρυχιέται
σ’ ένα πικρό – βουβό σκοπό μοιρολογιού που σβήνει.

...

III

Καμένα τα δέντρα• η γη ρημαγμένη.
Το νιαούρισμα γάτας φανερώνει ζωή.
Η φωτιά αποτεφρώνει τις ματωμένες σάρκες.
Τα τσεκούρια πέφτουν κοφτερά
σαν χάρου δόντια στα σβέρκα των ανθρώπων
το αίμα ξεπετιέται ακράτητο
και ρουφάει τους μαύρους σκελετούς των ανθρώπων.
...

VII

Σ’ ένα πέτρινο λουλούδι
ένιωσα τη μυρουδιά της γης μου που την πρόδωσαν.
Σ’ ένα σπασμένο κοχύλι
άκουσα ξεθωριασμένη τη φωνή της Σαπφώς
να θρηνεί την Περσεφόνη.
Σ’ ένα δρόμο με φόντο το μαύρο ουρανό
έγραψα τα πάθη της γενιάς μου με γαίμα.

...

Χ

Πέτρα, τσεκούρι κι ήλιος
σμίξαν τις ώρες τ’ άπογέματου
και φτιάξαν την παντγιέρα μας.
Πέτρα, τσεκούρι κι ήλιος
δέθηκαν με τα μπράτσα μας•
δώσαν φωτιά στα μάτια μας
να φοβηθούν οι άνομοι
και νά σκιαχτούν οί οχτροί μας.

ΠΟΙΗΣΗ Ευαγόρα Παλληκαρίδη: Παρουσίαση του βιβλίου της Γεωργίας Παλληκαρίδου - Ποσπορή


Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

Τα άνθη του Φωτός: Ποιητική Συλλογή του Ανδρέα Τιμοθέου. Εκδόθηκε το 2015 (πέντε ποιήματα)


Απολογισμός
Πότε συννέφιασε μάτια μου, π
ότε πέρασε η ζωή
κάτω απ’ τα μάτια μας και δεν το καταλάβαμε;
Ακόμα δεν κατάφερα
να σωπάσω τις φωνές μέσα μου.
Ακόμα ψάχνω για ροδοπέταλα γαλήνης.
Ίσως ο ήλιος μου χάρισε πολλά.
Ίσως ήρθε η ώρα να με κάψει.




Μακρινό παρελθόν
Θυμήθηκα το σπίτι με τις κούνιες.
Τη μηλιά, τη λεμονιά, το γιασεμί στην πόρτα,
τη μικρή μας κουζίνα
που χωρούσε τότε όλα μου τα όνειρα.
Την πέτρινή μας αυλή και το μικρό κάγκελο
που δεν κατάλαβα ποτέ
γιατί και πώς έκλεισε.
Ίσως να ‘ναι και παρήγορο
που δε θυμάμαι τον ξεριζωμό,
που δεν ακουμπά τη μνήμη μου
ο κρότος απ’ το κλείσιμο της πόρτας
για τελευταία φορά.

Divina
Με κοιτάζεις και με καθοδηγείς,
με μεταφέρεις σ’ άλλους κόσμους, κόσμους θεϊκούς,
κόσμους που μονάχα εσύ έζησες.
Με παρασέρνεις στα βασίλεια της φωνής σου,
αφήνεις την ψυχή μου να γεμίσει με άρωμα Θεού.
Κλείνεις τα μάτια και είσαι το ίδιο γοητευτική,
εξακολουθείς να είσαι θεά.
Πίσω απ’ τα χείλη σου
συναντώ τους άδοξους έρωτές σου,
αυτούς που η ζωή δε θέλησε να σου χαρίσει.
Φέρνεις τα χέρια στο πρόσωπο
και νιώθει η γη να την αγκαλιάζεις,
δοξάζει η φύση το δημιούργημά της.
Και είσαι Εσύ, ναι εσύ!
Η τόσο ευαίσθητη, τόσο περήφανη
μα και τόσο εύθραυστη,
δική μου θεά.

Περαστικοί
Σε ζηλεύω θάλασσα
που ‘σαι γαλήνια σήμερα,
παρασέρνεις μαζί σου τα πάντα,
για όλα έχεις μια στεριά.
Είναι κι αυτά που τα βυθίζεις
και το σκοτάδι σου τα κρύβει
μην τα θυμηθεί κανείς,
μην τύχει και τα ψάξει ποτέ.
Μα εγώ χάνομαι μες στην επιφάνειά μου,
μες στους ανθρώπους που με ξέχασαν
διότι ήθελε κόπο ν’ απλώσουν το χέρι,
μες στις ψυχές που ‘ρθαν μονάχα
να καρπωθούν την αγάπη μου
και μετά έφυγαν.
Λεηλάτησαν τους κόσμους που χτίζαμε,
μ’ άφησαν να χαθώ σαν το χρόνο που τους χάρισα
και τώρα μαρτυρώ τον κόπο της αγάπης.
 Η αγάπη των φαναριών
Βλέπω τ’ όνειρό μου να περνά
βίαια απ’ το παράθυρό μου
αγκαλιασμένο σ’ ένα μηχανάκι.
Κρατά τα χρόνια μου στην αγκαλιά του,
αυτά που πέρασαν βιαστικά,
αυτά που χάθηκαν γιατί δεν είχαν χρόνο.
Κλεισμένος κι ασφαλής στο άδειο τροχοφόρο μου
μετακινούμαι γρήγορα.
Μην αντέξω και δω την αγάπη τους.
Μην καταλάβω πως μου έλειψαν δυο χέρια…

Για μια στιγμή και μία αιωνιότητα : Ποιητική Συλλογή του Ανδρέα Τιμοθέου. Εκδόθηκε το 2011. (τέσσερα ποιήματα)

Καιόμενη πόλη
Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι!
Έλεγε κι ο ποιητής.
Ψάχνω να βρω την αλήθεια μέσα στο ψέμα.
Ψάχνω να βρω το δίκιο μέσα στην αδικία.
Ψάχνω να βρω το φως μέσα στο σκοτάδι.
Ψάχνω να βρω την ειλικρίνεια μέσα στην υποκρισία.
Ψάχνω να βρω τον έρωτα
μέσα στις παγωμένες καρδιές των ανθρώπων.
Κι όσο ψάχνω, καίγομαι.
Μα ο καθένας το βραχνά του ξέρει.
Και γέρνω και φεύγω διψασμένος…

Το παιχνίδι του χρόνου
Χαμόγελα, χειροκροτήματα, μπράβο!
Όλα ωραία φαίνονται.
Ψάξε όμως να δεις, τι άφησες πίσω για όλ’ αυτά…
Μήπως αυτά που άφησες, καταλαβαίνεις τώρα πως άξιζαν περισσότερο;
Αν ναι, τότε δεν είναι αργά.
Πάντα μπορούμε να γυρίσουμε από κει που αρχίσαμε
φτάνει να βλέπουμε πως υπάρχει χρόνος,
φτάνει η πορεία που διανύσαμε να μη μας κρατά πίσω…
Τώρα βέβαια θα μου πεις,
γιατί δε γύρισες και συ από κει που άρχισες;
Και θα ‘χεις δίκιο.
Δε γύρισα γιατί μαγεύτηκα απ’ αυτά τα πρόσκαιρα,
γιατί δε γνώρισα αυτά που ήθελα
και έκανα το λάθος να πιστέψω πως ζωή είναι μόνο αυτά.
Αυτό με ησύχαζε.
Ίσως εμένα να με κρατά και η πορεία μου μπροστά.
Τελικά δεν ήταν εύκολο να επιστρέψω,
να νιώσω και πάλι παιδί.
Θέλει κουράγιο.
Θέλει ψυχή…και γω δεν έχω!
Ίσως και να την έχω υποθηκεύσει…


Γη αλωμένη
Αμμόχωστος.
Γη που έδινες ζωή.
Γη που χάριζες χαρά.
Γη του έρωτα και γη της ομορφιάς.
Ευλογημένη γη.
Γη που κατακτήθηκες απ’ των εχθρών τα σύνεργα.
Γη που βεβηλώθηκες σαν δε σου πρέπει.
Γη πολιορκημένη.
Ελληνική γη.
Γη που σ’ αγάπησα και σ’ ερωτεύτηκα
από τις μνήμες του παππού και της γιαγιάς.
Γη που σε γνώρισα σαν δε σου πρέπει.
Το φοβερό της μνήμης θα με ακολουθεί
ώσπου η Ρωμιοσύνη ν’ αναστηθεί
και τότε θα ‘μαστέ μαζί.
Γη, δική μου γη.
 Μια ζωή για τα ρόδα
Ένας κήπος γεμάτος ρόδα ήταν το πέρασμά σου.
Τα πότιζες ζωή.
Τα χάιδευες γλυκά.
Τα γέμιζες αρώματα.
Τα έσταζες δροσιά.
Στα ρόδα της αυλής σου αγκάθι δε θα βρεις,
γιατί απ’ την ψυχή σου τους χάριζες ψυχή.
Γέρνει ο ήλιος σου, αν κι ακόμα χαρίζει φως.
Σκοτεινιάζει ο ήλιος σου, αν κι ακόμα φωτεινός.
Σβήνει ο ήλιος σου, αν και φωτίζει εμάς.
Δύει ο ήλιος σου, ανατέλλει όμως για ‘μας.

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

ΕΝΙΑ:Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη. Εκδώθηκε το 1996. Για τη Συλλογή αυτή τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Νέου Λογοτέχνη. (τρία ποιήματα)

Εκπομπές για ποιητές


Μ’ αρέσουν οι σπάνιες εκπομπές της τηλεόρασης
για τους ποιητές, όταν μ’ ένα τσιγάρο στο χέρι,
με φόντο στοίβες βιβλία
τριγυρισμένοι από ασήμαντα σουβενίρ και μπιχλιμπίδια
θυμούνται, διαλογίζονται, στιγματίζουν.
Το ξέρουν πώς όλα τούτα είναι του κάκου.
Πάντα το ‘ξέραν , με τον πρώτο στίχο το ‘χαν νιώσει –
η απόσταση του σύμπαντος τεράστια,
τα όνειρα είχαν πάντα σαν σπίτι τους τα σύννεφα.
Ο χρόνος, ο θλιβερός αυτός δήμιος,
να συνθλίβει τα πρόσωπα, τα πράγματα,
να παρασέρνει στο διάβολο τις αναμνήσεις.
Σαν παλιά σαπιοκάραβα τραβηγμένα στην άκτη
πού ‘ναι γραφτό να μην ξανασαλπάρουν
μοιάζουν οι ποιητές σ’ αυτές τις εκπομπές.
Ό θησαυρός δεν βρέθηκε ποτές,
ενώ απ’ το ταξίδι έμεινε μόνο η αλμύρα της θάλασσας
κι ο ηλίθιος απολογισμός
για ό,τι αξίζει να χαίρεσαι και για ό,τι να λυπάσαι.

***

Ένια


Δεν είναι απελπισία
να ξέρεις ότι το ποίημα τούτο
ποτέ δεν θα διαβάσεις.
Παρηγοριά είναι.
Γιατί τα ποιήματα δεν γίνονται
για να διαβάζονται.
Για να πεθαίνουν γίνονται,
μέσα στην ομορφιά που αναπέμπει
ένας ασύλληπτος χρησμός.
Μελωδική μουσική τα συνοδεύει
κατά την ανάληψη
και οι άγγελοι ανοίγουν τις φτερούγες,
να τα υποδεχτούν.
Ουράνιες γυναίκες
με τα στήθη έξω
περιμένουν να τα βυζάξουν
αγνότατα βρέφη
σε μια ανύποπτη δικαίωση.

***

Μεταλλαγή


Της φόρεσε το δακτυλίδι απαλά
με μια λεπτότητα που πρώτη φορά
παρατηρούσε στις κινήσεις του.
Ύστερα πήρε απ’ τη συγκατάβαση του φεγγαριού
όλη τη φαντασία που πρόσφερε ή στιγμή
κι έφτιαξε τα μεγάλα λόγια.
Εκείνη δάκρυσε.
Πέρασαν πολλές ώρες έτσι μαζί,
ώσπου ο άνεμος έσβησε τα κεριά
και τραβήχτηκαν μέσα.
Αυτός ακόμα θυμάται
πως ξαφνικά σκλήρυναν τα χέρια του
πως όλη τη νύχτα δεν την άγγιξε διόλου
μην και νιώσει τον αφέντη
που γεννήθηκε μέσα του.

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

ΔΡΟΜΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΑΙ ΓΗΣ: Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη. Κυκλοφόρησε το 2013 από τις εκδ. Φαρφουλάς. Πέντε (5) ποιήματα

ΝΑΥΜΑΧΙΕΣ


Θα υπάρχουν πάντοτε
καράβια που πάνε και καράβια που έρχονται
Μαραθώνες και Σαλαμίνες
γι’ αυτό
θα προκύπτει πάντοτε
κάποιος Κυναίγειρος
με τα πελώρια χέρια του
ν’ αρπάζει το περσικό πολεμικό
να το κρατά ακίνητο
και όταν του κόβουν τα χέρια
να το συγκρατεί με τα δόντια του
και όταν του συνθλίβουν το σβέρκο
(για να ξαπολήσει επιτέλους)
τα δόντια του να βυθίζονται
στο ξύλο της πλώρης
και να μένουν εκεί βυθισμένα
μέχρι να λιώσει πρώτα το ξύλο
και μετά τα δόντια του.

ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΕΡΥΝΕΙΕΣ

Ποιοι είναι αυτοί που λένε ότι χάθηκε η Κερύνεια;
Είναι οι γνωστικοί.
Αυτοί ξέρουν καλύτερα πως ό,τι χάνεται
δεν επιστρέφεται
πως των αδυνάμων τα λάθη
πληρώνονται με απώλεια
και με των ισχυρών το κέρδος.
Βλέπουν σήμερα αυτό που δεν μπορεί να γίνει αύριο.
Πώς χάθηκε αφού ακόμη είναι εκεί;
Κάποτε την ακούω σε αλλόφρον τραγούδι επιστροφής
αυτό που στα σχολεία οι γνωστικοί
δεν τους αρέσει να διδάσκεται
κάποτε νομίζω ότι θα ανέβω στο βαγόνι
αυτού του σκουριασμένου τρένου
που συρίζοντας διστακτικά με πλησιάζει
να βρεθώ πρώτη φορά
εκεί που αναρριγούν οι ακτές της
να δω αν λαμπυρίζει το ίδιο
η θάλασσα της με τις θάλασσες που ξέρω.
Ναι, είναι εκεί
τοποθετημένη πάνω στο τραπέζι των μεσολαβητών
για να επικυρωθεί οριστικά η απώλειά της
θα μπορείς, φυσικά, να την επισκέπτεσαι
τα τοπία της θα μένουν τα ίδια
δεν αλλάζουν τα βουνά και οι πλαγιές τους
ο παγερός αέρας που τα δέρνει τους χειμώνες
δεν ανήκει σε κανέναν.
Ίσως να έχουν δίκαιο οι γνωστικοί
ίσως να λένε πράγματα σωστά, της εποχής
ίσως μάλιστα να τους ακολουθούσα κι εγώ
σε αυτήν τους τη βεβαιότητα
αν δεν με κρατούσε
η ανεξήγητη εμμονή
να βλέπω ίσκιο
μέχρι σώμα να συμβεί
να μαζεύω κονιορτό
μέχρι γη να επιστρέψει
κι όλα να μεταμορφώνονται
σε αυτά που οι γνωστικοί
βεβαιώνουν ότι είναι αδύνατον
να γίνουν.


ΑΝΑΚΤΟΡΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΕΤΡΟΥ


Από τ’ ανάκτορα του Μεγάλου Πέτρου
θυμάμαι τον κουτσό Αζέρο
να λογοφέρνει με τη γυναίκα του
και να εγκαταλείπει τα τρία παιδιά του
ανεβαίνοντας αλαφιασμένος τα σκαλιά
που κάποτε ανέβαιναν
ο Μεγάλος Πέτρος και οι αυλικοί του.
Από τ’ ανάκτορα του Μεγάλου Πέτρου
θυμάμαι το μικρότερο παιδί του Αζέρου
να γαντζώνεται από το σακατεμένο πόδι
του πατέρα του
να τον ικετεύει μάταια να μη φύγει
να κλαίει πάνω στα σκαλοπάτια.
Από τότε φαντάζομαι το μικρό αγόρι
να μεγαλώνει με ιλιγγιώδη ταχύτητα
να απομακρύνεται από τ’ ανάκτορα
να γίνεται πατέρας που δεν φεύγει.
Μα το αγόρι δεν μεγάλωσε ποτέ
το αγόρι έμεινε για πάντα ασάλευτο
στα σκαλιά των Ανακτόρων
να περιμένει
τον πατέρα του να επιστρέψει
αυτά ακριβώς θυμάμαι
από τα ανάκτορα του Μεγάλου Πέτρου.


ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ


Αν το καλοσκεφτείς
ένας παλμός μάς διατηρεί
και μαζί του
χιλιάδες άλλες λεπτομέρειες
που η μια από την άλλη
χωρίς να δίνουν λογαριασμό
εξαρτάται και διαπλέκεται.
Έτσι λοιπόν
οι αυτόχειρες είχανε πάντοτε
ένα πλεονέκτημα:
Έζησαν όσο ήθελαν
οι υπόλοιποι
όσο μπορούσαν.


ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΣΠΙΤΙΩΝ


Αν τα σπίτια μάς ανήκουν
τα γεγονότα των σπιτιών
δεν τα ορίζουμε
τα μυστικά, οι γογγυσμοί
οι άοπλες συγκρούσεις
αλλά και συμβάντα πιο τραγικά
εκείνων που μέσα απ’ τον ύπνο τους
ποτέ τους δεν θα σηκωθούν
να μάθουν ότι πέθαναν
ενώ ήταν για να πάνε όπως κάθε μέρα
στη δουλειά.
Σαν αναρριχητικά φυτά
διεισδύουν μες τα χρόνια μας
τα γεγονότα των σπιτιών
καταλαμβάνοντας κάθε τους στρωμνή,
υψιτενείς σκιές που περιφέρονται
σε πεδίο ακήρυχτου πολέμου,
κανείς δεν τα καρφώνει πάνω σε τοίχους
κανείς δεν τα σταυρώνει σε σταυρούς
όμως δεν φεύγουν.

Παρουσίαση του βιβλίου του Γεώργιου Χαριτωνίδη «ανέβας και κατέβας»



Η Πολιτιστική Κίνηση «Φίλοι της Λογοτεχνίας και του Πολιτισμού» και η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Λάρνακας σας προσκαλούν στην παρουσίαση του βιβλίου του Γεώργιου Χαριτωνίδη «ανέβας και κατέβας» την Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016 και ώρα 7:00 μ.μ. στην αίθουσα της Στέγης (Πλατεία Βασιλέως Παύλου).
Στην εκδήλωση θα απευθύνει χαιρετισμό ο Δρ Κώστας Κατσώνης, Πρόεδρος της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Λάρνακας.
Τη συλλογή θα παρουσιάσουν:
Αλεξάνδρα Γαλανού, ποιήτρια
Αθηνά Τέμβριου, ποιήτρια
Αποσπάσματα από το βιβλίο θα διαβάσει ο συγγραφέας.
Την εκδήλωση συντονίζει ο Αντρέας Τιμοθέου

ΣΥΝΕΔΡΙΟ 'ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ' : ΔΙΟΡΓΑΝΩΤΕΣ: ΕΘΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΥΠΡΟΥ

'ΟΙ ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ' ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΛΟΜΟΥ ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΥ ΣΤΟΧΑΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΡΑ ΑΝΝΑ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ.
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ρ.Μ. ΡΙΛΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΡΑ ΑΝΤΡΕΑ ΠΕΤΡΙΔΗ.
Η ΤΟΠΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ Μ. ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ ΑΠΟ ΤΗΝ Κ. ΤΖΕΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ.
ΤΟ 'ΠΕΡΙ ΥΨΟΥΣ' ΤΟΥ ΛΟΓΓΙΝΟΥ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ Κ. ΑΝΔΡΕΑΝΗ ΗΛΙΟΦΩΤΟΥ.
Ο ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΩΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΡΑ ΚΛΕΙΤΟ ΙΩΑΝΝΙΔΗ.
ΘΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ ΣΥΖΗΤΗΣΗ.




θέατρο ένα
Leoforos Athinas, 1016 Λευκωσία

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

ΤΟ ΑΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΤΟ: Ποιητική Συλλογή του Γιώργου Χριστοδουλίδη. Εκδόθηκε το 2010 (Εκδόσεις Γαβριηλίδης) (Απόσπασμα)


ΤΟ ΑΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΤΟ


Πόση βροχή δεν έπεσε
από τους δισταγμούς των σύννεφων
μαύρος ήταν ο ουρανός
κοιλοπονούσε
νερό πολύ να βρέξει ήθελε
δεν έβρεξε.
Αόρατος τοίχος ο δισταγμός
όσο τον ανεβαίνεις
τόσο πιο πολύ ψηλώνει
πάνω του σπάνε
κύματα ψηλά
έρωτα έγκλειστου
στο ανομολόγητο
εξίσου επιδέξια αποτρέπει
ζωές στεγνές να βρέξουν
που τρεκλίζουν στη μεθόριο
της στεριάς με τη θάλασσα.
Τι γίνονται όλα αυτά
που δεν έγιναν;
με ρώτησες.
Σε ονειροφράγματα υποθέτω αποθηκεύονται
και από εκεί διοχετεύονται
σε μέλλον διψασμένο
με παραπόταμους που εκτείνονται
και χάνονται πέρα από τους χάρτες
σταγόνα σταγόνα να ποτίζουν
το απραγματοποίητο.
***
Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ

Όταν πέθανε ο δύστροπος παπάς
αγωνιστής της ΕΟΚΑ πρώην
κακόθυμος με τα χρόνια
και ακριβός στις κηδείες και τα βαφτίσια,
την παράλυτη παπαδιά
την κουβαλούσαν για μέρες
στα χέρια δυο λιγνές Φιλιππινέζες.
Σύντομα την έθαψαν κι αυτή
στιν ίδιο τάφο
ίσως μαζί με τις Φιλιππινέζες.
τώρα τα αυτοκίνητα σταθμεύουν ελεύθερα
μπροστά στο έρημο σπίτι,
λίγο ακόμη να τα βάλουν να κάθονται
μέσα στον κήπο οι παλιάνθρωποι.
Όμως μια άγνωστη γυναίκα τούς εμποδίζει
διαβάζει το όνομά της
και σηκώνεται
από κρυφό ημερολόγιο
φροντίζει με επιμέλεια τα πράγματα
ανάβει τα κλιματιστικά να μη μαγκώσουν
σκουπίζει, σφουγγαρίζει,
ξεσκονίζει τις τριανταφυλλιές
μαζεύει τα ξεραμένα φύλλα
ανοίγει αυλάκια, κλαδεύει
ύστερα προχωρά
και χάνεται μέσα στο χώμα.

***

ΚΑΠΟΤΕ ΗΜΟΥΝ ΠΟΤΑΜΟΣ 

Το τραγούδι μας, ψιθύρισες
το θυμάσαι;
Δεν θυμάμαι τίποτα πια
εδώ και πολύ καιρό
έχω λιμνάσει
με γέννησε ένας καταρράκτης
που τρέχει χωρίς μνήμη αδιάκοπα
που τρέχει πολύ νερό αδιάκοπα
δεν σταματά
αποκομμένος από την πηγή του
ενσωμάτωσε όλο το μήκος της αποδημίας του
και το πλάτος της έλλειψής του
βάθος μού ζητάς
αλλά σε λίγο ρηχό ρυάκι θ’ απομείνω
και μετά θα ξεραθώ
σε μακρύ αποτύπωμα
μόνο να κελαρύζω μπορώ
την επικείμενη αφυδάτωσή μου.

***

ΣΕ ΠΕΛΑΓΗ ΕΥΤΥΧΙΑΣ 

Τελευταία
όλο συχνότερα αποδράς
περνώντας τη γραμμή του ανεπίστρεπτου.
Χλωμή κουκκίδα γίνεσαι
όχι σε ορίζοντα
αλλά σε πέλαγος πλατύ
της ευτυχίας.
Βρεγμένη επιστρέφεις
απόμακρο κι αλλόκοτο
προσπαθώ να σε σκουπίσω
με άπειρο στεγνό και σίγουρο
που ελευθερώνω
μετατοπίζοντας ένα βουνό
όμως λιγότερη κάθε φορά σε βρίσκω
θολή η χαρά σου
έχει πια
το χρώμα του νερού
και η αφή σου
είναι το άυλο
που με χαιδεύει
όταν δεν νιώθω τίποτα.
Επίμονα σε ρωτώ:
Έχω ένα δικό μου ήλιο
κρυμμένο σε ασημάδευτη θάλασσα
τώρα που οι πάγοι λιώνουν
να τον ανάψω;
Διψά πολύ να φέξει ξηρασία.
Δεν απαντάς;
Τότε γιατί επιμένεις να επιστρέφεις;
Είδες ζωντανό στους νεκρούς να επανέρχεται;
Γιατί επιμένεις να επιστρέφεις;
Κάθε φορά
πιο ξένη πλησιάζεις
κάθε φορά
σαν άλλη διαρκώς απομακρύνεσαι.

***
ΚΛΑΔΟΣ ΕΛΑΙΑΣ

Έφτιαξαν προσεκτικά τον κλάδο ελαίας
ξέχασαν μόνο να αφαιρέσουν τις ελιές,
βαριές ελιές
σαν μυλόπετρες
του λυγίζουν το σβέρκο
κάνει να τις κόψει
να τις ξεζουμίσει μες τα χέρια του
τα χέρια του γεμίζουν λάδια και αίματα
τα στραγγίζει σε τενεκεδένιο δοχείο
το αίμα επιπλέει του λαδιού,
έρχεται σοδειά καλή
νεκρών, είπε.
***

ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ

Θα έρθουνε οι παλιοί του φίλοι
θα εγκαταλείψουν τις κρυψώνες τους
και θα εμφανιστούν στη γειτονιά
όπως τριάντα χρόνια πριν.
Θα έρθουνε οι παλιοί φίλοι,
ο Γιώργος πίσω από το μεγάλο δέντρο
ο Νικήτας μέσα από τη μισοχτισμένη πολυκατοικία
ο Νίκος από παλιό κρησφύγετο του χρόνου
η Μαίρη ως παλινδρόμηση ονείρου
αλλά κι ο Γιαννάκης ο αφανέρωτος
κρυμμένος καλύτερα απ’ όλους
μέσα στο μνήμα του.

***

ΔΟΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΝ


Δέρμα ανθεκτικό σε καύσωνες
με απορροφημένα τα εγκαύματα του
για περιπτώσεις βαριές
σε όσους έλιωσαν
μέσα σε βραδυφλεγείς ήλιους
προσωπικής μόνο χρήσης.
Πνεύμονες που νόμιζαν
ότι ήταν βράγχια
αφού συνήθως
ρουφούσαν θάλασσα.
Ήπαρ έμπειρο
σε καταχρηστικές οινοποσίες
στίχων με υψηλή περιεκτικότητα άλκοόλης.
Καρδιά σε άριστη κατάσταση
επαρκούς χωρητικότητας
και με διαφορά ώρας
στα ημισφαίρια της
να μην συναντούν
οι νυν
τούς πρώην.

***

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΧΑΛΑΖΙ


Εκείνο το απόγευμα
έριξε θυμάμαι
πολύ χαλάζι
σε πήρα τηλέφωνο
για να σου πω
ότι δεν έχω ξαναδεί τέτοιο πράγμα.
Η μπουγάδα είναι μέσα;
με ρώτησες
Ναι, είναι μέσα,
όμως εμείς
για μια στιγμή
μου φάνηκε ^
ότι ήμασταν έξω στην αυλή
αγκαλιασμένοι
και χορεύαμε.

***

ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΟ


Όταν έρχονται οι λέξεις, είπε
πρέπει να τις τακτοποιείς αμέσως
όπως μπορείς κι όπως ξέρεις,
αν δεν το κάνεις
οι λέξεις
θα μείνουν παγωμένες
σαν το μέτωπο
της γιαγιάς
μες στον ηλιόλουστο Απρίλη.
Η πνοή που φέρνει τέτοια πράγματα
είναι πάντα βιαστική.
Εξαντλεί το απόθεμα της
σε μεταφορές
όχι σε διατηρήσεις
δεν είναι για να περιμένεις
είναι μόνο για να προλαβαίνεις.

***

ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΥ


Όχι, δεν είναι εκείνος
που χάθηκε πριν τόσα χρόνια.
Μικρό παιδί
επιμένει
να περιφέρεται στη μνήμη μου
πέφτοντας πάντα
στο κενό
μιας συμπαγούς
απώλειας.
Με το κοντοπαντέλονο
το άγουρο δέρμα
το βλέμμα το ασκοτείνιαστο
πήγαινε στον πόλεμο
και πιο πέρα από τον πόλεμο
σε χώρο και χρόνο
αγνοούμενο.
Εκείνον θέλω να μου επιστρέψετε
όχι αυτόν τον άγνωστο
που φέρνει μαζί του
γένια σκληρά
από φυλακή μακρινή
και κατασκότεινη.