Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Το Τέρας της Κυκλοφορίας

Στην απαρχή της ιστορίας
το τέρας της κυκλοφορίας
ήταν μικρό ξανθό παιδάκι
με ένα αυτοκινητάκι

Η μάνα του, η οικονομία
του’ δινε γάλα με μανία
ώσπου σε λίγα μόνο χρόνια
του κόντυναν τα παντελόνια

Κι άρχισε να ζητάει με βία
σταθμούς βενζίνης, συνεργεία,
ασφαλιστές και τροχονόμους
γεφύρια και μεγάλους δρόμους

Έβγαλε ουρές και παρακλάδια
το μπάνιο γέμιζε με λάδια
καπνούς κι αέρια ξεφυσούσε
και τα ποδήλατα μασούσε !

Και στο κατόπιν δίχως όρους
μας καταπλάκωσε με φόρους
έτρωγε όλο το χρυσάφι
κι έφτυνε μόλυβδο και θειάφι

Και πριν τελειώσει η ιστορία
ρουφάει και την οικονομία
βρε που να πάμε να κρυφτούμε
απ’ το μικρό το τέρας μας για να σωθούμε.


ερνημεία : Μανώλης Πάππος

Για τα πα τα

Για τα πα τα
για τα πα τα
για τα πα τα τα πατα
για τα πα τα τα πατα
για τα πατα

Για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα

για τα πα τα τα πα
τα πα τα

Μια πατάτα χοντρούλα,
άσπρη και νοστιμούλα
στου μανάβη τον πάγκο
αγκαλιά μ’ ένα μάνγκο.

Κάποια μέρα κινάει
στο παζάρι να πάει
υλικά για να ψάξει
νυφικό για να ράψει

Για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα

Για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα ταπα
τα πα τα

Μια πατάτα χοντρούλα
Άσπρη και νοστιμούλα
Κάποια μέρα κινάει
Στο παζάρι να πάει

Παίρνει άσπρη κορδέλα
Μεταξένια δαντέλα
Ασημένια γοβάκια
Και ροζέ κουφετάκια

Μια πατάτα χοντρούλα
Άσπρη και νοστιμούλα
Υλικά πάει να ψάξει
Νυφικό για να ράψει

Κι είναι τόση η χαρά της
Που δεν βλέπει μπροστά της
Την κατεύθυνση χάνει
Και γλιστράει στο τηγάνι

Για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα τα πα τα
για τα πα τα.


Ελεφαντάκι

Έχω ένα μικράκι, ελεφαντάκι
τετρακόσια είκοσι κιλά
τρώει εφτά κασόνια, μακαρόνια
κι όλο κάνει τούμπες και γελά

Όταν ανεβαίνει στην τραμπάλα
με πετάει ψηλά, στον ουρανό
κι όποτε βουτάει στην πισίνα
φεύγει από μέσα το νερό !

Έχω ένα μικράκι, ελεφαντάκι
τετρακόσια είκοσι κιλά
πίνει εφτά κουβάδες, λεμονάδες
κι όλο κάνει τούμπες και γελά

Παίζουμε τ’ απόγευμα στον κήπο
τρέξιμο και μπάλα και κρυφτό
κι ύστερα στο μπάνιο μου πετάει
με την προβοσκίδα το νερό

Έχω ένα μικράκι, ελεφαντάκι
τετρακόσια είκοσι κιλά
θέλει κόπο μα, θα βρω τον τρόπο
να το πάρω κάποτε αγκαλιά.




τραγουδά ο Φοίβος Δεληβοριάς

Το Σκουλουκούιν

Έβρεξεν μες την αυλή μου
τζιε έπαιζα με τα πηλά,
τζι είδα μέσα που το χώμα θκιο ματούθκια γελαστά.
Ήταν ένα σκουλουκούι τζι ήταν όπως την κλωστήν,
ήβρεν μιαν μιτσιάν τρυπούαν
τζιε επροσπάθαν να χωστεί

Σκουλουκούιν,σκουλουκούιν πού πάεις χωρίς βρακούιν
Έμπα μέσα στη φουλιά σου
μεν πονήσεις τα λαιμά σου.

Έπιασα το που το νούρο το φιλούι το μιτσί
έπαιξα λλίο μητά του τζι έκλεισα το στο ποτσί.
Τζι ήρτεν έσσο η αρφή μου τζι
έμπηξεν τες παουρκές.
Είπεν το τζιε του τζιρού μου
τζι έδωκεν μου πατσαρκές.

Σκουλουκούιν, σκουλουκούιν
εν να σγάψω ένα λουκκούιν
μες τη λάντα να σε χώσω τον πελάν
για να γλιτώσω



ερμνηνεύει η Ελευθερία Αρβανιτάκη 

Δέκα καβουράκια

Δέκα καβουράκια
βρήκαν δέκα καραμέλες
και καθίσανε στο βράχο να τις φάνε
Μα ήρθαν τα χταπόδια τα τραβήξαν απ’ τα πόδια
και τους πήραν τα γλυκά, και στο φινάλε
έμειναν μονάχα να κοιτάν το κύμα
αχ τα καβουράκια είναι κρίμα
κι έμειναν μονάχα να κοιτάν το κύμα
αχ τα καβουράκια είναι κρίμα !!

Τρια λα ρι λα ρι λα ρι λα λοο
τρια λα ρι λα λεο
Τρια λα ρι λα ρι λα ρι λα λοο
τρια λα ρι λα ρι λα λοο

Να και μια χελώνα
που τα βλέπει να’ ναι μόνα
και τα παίρνει στη σπηλιά μες στη φωλιά της
Βγάζει απ΄τις ντουλάπες γλειφιτζούρια σοκολάτες
παγωτά γρανίτες φράουλες και τάρτες
και τα καβουράκια μας θα κάνουν πάρτι
κάτω απ’ το σπασμένο το κατάρτι
και τα καβουράκια μας θα κάνουν πάρτι
κάτω απ’ το σπασμένο το κατάρτι.



τραγουδά: Δώρος Δημοσθένους

Ένας τεμπέλης δράκος

Ένας τεμπέλης δράκος
σε σκοτεινή σπηλιά
κοιμόταν όλη μέρα
σε περσικά χαλιά

Κι έβγαινε στην κοιλάδα
μονάχα για φαΐ
εξηνταπέντε βόδια
τα τρωε στη στιγμή

Και για να ξεδιψάσει
σερνόταν στο βουνό
έπινε δέκα λίμνες
και έναν ποταμό

Κι ερχόντουσαν ιππότες
και μπαίναν στη σπηλιά
το δράκο να σκοτώσουν
με όπλα και σπαθιά

Γι΄ αυτό έτσι ξαπλωμένος
πετούσε τις φωτιές
ν’ ανάψουνε τα ξύλα
και να ψηθεί ο καφές

Έστρωνε το τραπέζι
άναβε τα κεριά
κι έλεγε παραμύθια
για δράκους και θεριά.



Τραγουδά: Σωκράτης Μάλαμας

Γιώργος Χατζηπιερής (Βιογραφικό σημείωμα)

Ο Γιώργος Χατζηπιερής γεννήθηκε στις 17-02-1960 στο χωριό Ακανθού Αμμοχώστου. Ζει και εργάζεται στη Λευκωσία. 
Το 1993 κυκλοφόρησε τον πρώτο του δίσκο, τη"Μικρή Γαλέρα", με ενορχήστρωση και επιμέλεια παραγωγής Νίκου Παπάζογλου
Το 1995 ηχογράφησε στην Αθήνα τους "Θαμώνες". 
Το 2000, άλλα δώδεκα τραγούδια περιλήφθηκαν στο δίσκο "Αν είναι μπλε θα ταξιδέψω". 
 Έχει γράψει μουσική και τραγούδια για θέατρο και επιμελήθηκε τη μουσική σε διάφορες εκδηλώσεις. 
Το 2005 κυκλοφόρησε το αλμπουμ : Ο Τεμπέλης Δράκος και άλλες Ιστορίες.  
Το 2009 ηχογράφησε τον δίσκο: Η επιστροφή του Τεμπέλη Δράκου

Μιχάλης Χατζηπιερής (βιογραφικό )

 Γεννήθηκε το  1955  στην  Αθηαίνου.  
Αγωνίστηκε  ως ποδοσφαιριστή του  Οθέλλου,  του  ΑΠΟΕΛ  και  της  Εθνικής  Κύπρου.

Ποιητικές Συλλογές: 

  • Στην  προκυμαία  της  σκέψης (1993)
  • Σου  φωνάζω Λευκωσία (1995) 21 ποιήματά του σε ομαδική δουλειά  Ελληνοκυπρίων  και  Τουρκοκυπρίων   συγγραφέων και  
καλλιτεχνών

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Το καλόν πο’ ‘σιεις να κάμεις

Ζαπίτης Γεώργιος 


«Το καλόν πο’ ‘σιεις να κάμεις
 για να πνίξεις τον καμόν σου,
πον ιβκαίννει ούτε ώραν
 που τον συλλοϊσμόν σου,

να λαλείς πως έχουν τζι άλλοι 
τον πόνον το δικόν σου,

να βκαριστάς τζιαι 
να δοξάζεις μόνον τον Θεόν σου».

Γεώργιος Κασάπης (μικρό βιογραφικό σημείωμα)


Γεννήθηκε στην Κοινότητα της Ξυλοτύμβου στις 8 Φεβρουαρίου 1903 και πέθανε το 1990. Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο. Τα πρώτα του ποιήματα ήταν ερωτικά στιχάκια. Τα ποιήματά του είναι κυρίως πατριωτικά, κοινωνικά, φυσιολατρικά. Τα περισσότερα γραμμένα στη Δημοτική Γλώσσα. Έγραψε και στη Κυπριακή διάλεκτο. 

ΓΙΑ ΤΟΥΤΑ ΑΓΩΝΙΖΟΥΜΑΙ

Τα φκιόρα που βλαστήσασιν πόσσω που την αυλήν μου,
για τούτα αγωνίζουμαι,
να κόβκω να μυρίζουμαι,
ώσπου να βκ’ η ψυσιή μου.
Φιλικουτούνια πλουμιστά, ‘νός τ’ άλλου ν’ αγαπάτε
τζι έκαμα την καρκιάν φουλιάν τζι έχω σας τζιαι τζιοιδκιάτε,
χαλάλιν σας σιίλιες φορές, να πιείτε τζιαι να φάτε,
στους τελευταίους γρόνους μου
να ‘ρκεστε πα’ στους κλώνους μου
τζιαι να μου τζιελαδάτε.
Εν θέλω να με κλάψετε άρκον εις το θαφκειόν μου,
ούτε μαυροφορήματα μετά τον θάνατόν μου,
μιαν χάρην μόνον ιζητώ, νά ‘σιετε προκοπάες,
αγαπημένους θέλω σας, όι με τους καβκάες,
τζι έν’ στράτα που την παραπατούν
όσοι αμέτρητα κρατούν,
φτωσιοί τζιαι βασιλιάες.
Εννά βλαστήσω λεμονιά, μετά τον θάνατόν μου,
τέλεια μες στο κατώβλιον τους, στα σπίδκια των παιδκιών μου,
πάλε να μ’έχουν συντροφκιάν, να ζιουν εις τον γυρόν μου
αντάμαν με τ’ αγγόνια μου,
νά ‘χουν τζιαι τα λεμόνια μου
τζιαι τον πασιύν οσσιόν μου.


Κόκος Μυνάς

ΕΙΜΑΙ


Είμ αγράμματος κουλούτζ ιν, έν θωρώ τα δκυό μου νύσ ια
τζ εις τήν γήν γοιόν το σκουλούτζ ιν πασπατεύκω ίσ ια ίσ ια.
Είμαι όπως μνιά κουζούλα, είμαι γέρημος πό ούλα,
πόν έσ ει ποτζ εί τζ αι τζ εί είς τον κόσμον παραπάνω.
Τζ η δουλειά μόν βοσσ ιτζ ή τζ αί βοσκός εννά πεθάνω,
γιατί ο τζ ύρης μ ο φτωχός άφησέν με δίχα φώς.


Κυριάκος Καρνέρας

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2015

Πώς να ξεχάσει κανείς... / Άντρια Γαριβάλδη

Πώς να ξεχάσει κανείς... 
Καρφί στη ραγισμένη καρδιά
της μικρής μας πατρίδας... 
Πώς να ξεχάσει κανείς...
Τόσοι πολλοί θαμμένοι 
σε μια χούφτα χώμα...

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

"Επικοινωνία" / Πενταράς Νίκος

Τα δάχτυλα που χαϊδεύουν απαλά
απόψε της κιθάρας τις χορδές
και τη φθινοπωριάτικη βραδιά
γιομίζουν με χαρούμενες αγάπης μελωδίες
είναι γιατί τα λόγια σου σαν φωταψία
πήγαν και δώσανε ζωή
στα φύλλα τα νεκρά.
Είναι γιατί τα χείλη σου σαν βάλσαμο
αγγίξαν και ξυπνήσανε
τα ναρκωμένα κρίνα.
Η μουσική π’ απόψε αντιλαλεί
στο παγωμένο μέχρι τώρα σπίτι της σιωπής
και τη θλιμμένη μου ψυχή
γιομίζει με χαρούμενες αγάπης μελωδίες
είναι για τη χαρμόσυνη
την ιερή στιγμή της ε π ι κ ο ι ν ω ν ί α ς.



 - (Aπό την ποιητική  συλλογή "H ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΦΑΣΗ", 1988)