Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σταυρίδης Φοίβος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σταυρίδης Φοίβος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 5 Ιουλίου 2023

Φοίβος Σταυρίδης (1938-2012) :ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ


Έχουμε ξεπεράσει το όριο της υπομονής
τώρα πλέουμε καθώς καράβια σε ανοιχτές
θάλασσες
μόνοι μέσα στην απλωσιά βόηθα καρδία
αν πρέπει να οροθετήσουμε τη μοναξιά-μας
χωρίς τη γη, χωρίς τα σπίτια-μας
που δεν ακολουθούν το δεδομένο σχήμα,
βόηθα να κρατήσουμε το μάτι καθαρό
για τον εχθρό και για το φίλο,
για την επιβουλή της νύχτας
τη χούφτα τρυφερή φωλιά για το μαχαίρι.

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2016

ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΔΙΑΤΑΓΗ / Σταυρίδης Φοίβος


Να φοβάστε την άλλη σκιά
που δεν σας ακολουθεί
που δεν κρατιέται
στον επιμελημένο περίγυρο της παρουσίας σας
Παίρνει κάποτε το προβάδισμα και
με την ανάλογη κλίση του φωτός
προδίδει το αληθινό παράστημά σας∙
τη συναντάτε κάποτε να περπατά
αντίθετα με σας
και διερωτάστε ποιο  παιγνίδι παίζεται
αναθυμούμενοι
ίσως με κάποια διάθεση να συγχωρήσετε
ίσως με κάποια υπαναχώρηση  από τις αρχές σας
πρόσωπα που θα ’ταν καλύτερα να τα είχατε ξεχάσει.
Κι ακόμα
πιο πολύ να φοβάστε την άλλη σκιά
όταν στ’ αστεία μπλεχτεί με την απλή σκιά που σας ακολουθεί
και σας στερήσει την δυνατότητα
ν’ αναζητήσετε
πιθανότερο σύνορο ελευθερίας.

ΠΑΛΙΟ ΣΠΙΤΙ / Σταυρίδης Φοίβος


Κάποτε αφήνεις το σπίτι όπου γεννήθηκες
όπου έζησες δέκα χρόνια, είκοσι χρόνια,
ολόκληρη ζωή.
Ένα, ένα σηκώνουν τα έπιπλα.
Μένει το κρύο βλέμμα των γυμνών τοίχων
να σε συντροφιάζει.
Δένεις τις μνήμες κόμπο στο μαντήλι σου
και φεύγεις…
Όμως, πριν περάσει το βλέμμα σου
τελευταία φορά τα δωμάτια,
πριν κλείσεις πίσω σου στερνά την πόρτα
μη ξεχάσεις τα  σημάδια των βημάτων
π ου άφησες.
Σκούπισε  τη σκόνη τους σε μια γωνιά
να μην την ταράξουν
τα πατήματα εκείνων που έρχονται.

In perspective / Σταυρίδης Φοίβος


Σα μια σταγόνα διαλυμένη
μέσα στην κάψα του μεσημεριού
φέρνεις στα χείλη τη μακάρια
γεύση από πρώιμο καλοκαίρι∙
κι’ έτσι ως γυρνάς το πρόσωπο
απ’ τη ζωή, μακριά που δίνεται
διάφανη μες στο φως του βάθους
μοιάζεις αλήθεια κι όνειρο —
το χτες, το σήμερα, τ’ αύριο: ένα.

Φοίβος Σταυρίδης (βιογραφικά στοιχεία)

(Λάρνακα, 1938 - 2012) υπήρξε ποιητής, εκδότης, ερευνητής, μελετητής. Σπούδασε φαρμακευτική στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού. Ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου (1978) και της Εταιρείας Συγγραφέων. Πρωτοεμ­φανίστηκε στα γράμματα  το 1958 με διήγημα που βραβεύτηκε από τον Ελληνικό Πνευματικό Όμιλο Κύπρου. Εξέδωσε στη Λάρνακα σε συνεργασία με ολιγάριθμη εκδοτική επιτροπή (1980-1986) το λογοτεχνικό περιοδικό Κύκλος. Με τους Λευτέρη Παπαλεοντίου και Σάββα Παύλου ίδρυσε το περιοδικό Μικροφιλολογικά (Λευκωσία, 1997-κ.ε.).

Έργα ποιητικά:  
  • Ποιήματα, Λάρνακα, 1972.  
  • Απομυθοποίηση, 1978.  
  • Τρίτο πρό­σωπο, 1992.
Επίσης, δημοσίευσε μελετήματα και βι­βλιογραφίες για ελλαδικούς και κύπριους λογοτέχνες. 

Ενδεικτικά:

  • Ο ποιητής ως αγαλματοποιός. Δέκα χρόνιο, από τον θάνατο του Π. Μηχανικού (1990).   
  • Βιβλιογραφία Κυπριακής Λογοτεχνίας από τον Λεόντιο Μαχαιρά έως τις μέρες μας (2001), με τους Λευτέρη Παπαλεοντίου και Σάββα Παύλου.  
  • Βιβλιογραφία Κυπριακής λαϊκής ποίησης. Φυλ­λάδες και αυτοτελείς εκδόσεις (1884 - 1960) (2002).
Τιμήθηκε το 1972 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης της Κύ­πρου.

Συνεργασίες του δημοσιεύτηκαν στα περιοδικά Κυπριακά Χρονικά, Πνευματική Κύπρος, Φιλολογική Κύπρος, Ακτή, Επτά Ημέρες (Καθημερινής) , Αντί, Διαβάζω, Η λέξη, Νέα Εστία,  Νέα Εποχή, Άνευ, Κυπριακή Βιβλιοφιλία, Η Παρέμβαση.

ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟΝΤΟΣ / Σταυρίδης Φοίβος


Τότε έμπαινε το ποτάμι μέσα στο σπίτι,
κυλούσε κάτω από τα έπιπλα,
σήκωνε το μπαούλο με τις φωτογραφίες.
Ο Γιάννης δεν μπορούσε να φωνάξει.
Οι σκέψεις του έμεναν στα χειρόγραφα
που δεν πρόλαβε να κάψει.
Κι όταν ήλθε το ποτάμι και τον πήρε.
το θερμόμετρο επέμενε να δείχνει
την τελευταία θερμοκρασία του κορμιού του.

πρώτη τ’ Απρίλη 1975 / Σταυρίδης Φοίβος


Περνά ο κουτσός λαός-σου φορτωμένος
παράσημα
και τα παράσημα δε χορταίνουνε ψωμί, μονάχα
σημαδέβουν μ’ αίμα και θάνατο τους όπου γης
μικρούς
τους όπου γης πνιγμένους που ούτε καν
επιπλέουν.
Τα δεκανίκια-τους ξύνουν το χώμα της οργής,
σα ξυλοκάρφια μπήγονται στη σίγουρη καρδιά-μας.

Θερμοπύλες / Σταυρίδης Φοίβος


Δεν είναι πως όλα ετούτα τάχτηκαν
πως τώρα γνωρίσουμε εκ των ένδον
ότι κανένας δεν επιστρέφει —
ονόματα που αρνούνταν να περάσουν
παραχώθηκαν και κανένας πια. δεν τα θυμάται.
Λένε είσαι μικρός για να σηκώσεις τ’ άδικο,
λένε γι’ αυτούς που κράτησαν τον ήλιο
πως κέρδισαν μονάχα διατεταγμένη σιωπή.
— Παραμύθια για γριές ξεδοντιασμένες.
Μη φοβηθείς
το λόγο, έστω τσαλακωμένο, έστω άσκημο
εδώ σκάζει το ρόδι της υπομονής κι εσύ μιλάς
για ποίηση;
Λοιπόν, όσο κρατούν τα δόντια, όσο έχουμε
νύχια,
κοντά σύνθημα και παρασύνθημα,
κι ορθοί ως το τέλος
να χτενιζόμαστε με φαγωμένα νύχια.

υστερόγραφο / Σταυρίδης Φοίβος


Μεγεθύνοντας την πράξη προδίνουμε το όραμα.
Οι ήρωές μας ήταν άνθρωποι, ανεπιτήδευτοι
στη μάταιη θυσία τους∙ δε θα μολύνουμε τη
μνήμη τους
με παρελάσεις, λόγους ηχηρούς
και τη σημαία μπροστά να κρύβει βολικά
τη γύμνια-μας.
Θα τους τιμήσουμε ανθρώπινα, με δάκρυα πολλά
και την καρδία ξεκούμπωτη στον ήλιο.

ΠΟΙΗΜΑ / Σταυρίδης Φοίβος


Ποίημα είναι το κενό
πέρα από την τελεία
της τελευταίας προτάσεως
τα περιθώρια,
ό,τι χωρίζει τον
ένα στίχο από τον άλλο
πάρτε τα για προδιάθεση·
ο ποιητής θ’ αρχίσει να μιλά
ύστερα από την τελευταία
τελεία.

ΣΕ ΕΠΙΤΥΜΒΙΑ ΠΛΑΚΑ / Σταυρίδης Φοίβος


Διαβάτη, η μικρή Μυρτώ,
από τη μακρινή αιολική Ελαία,
κατηγορεί την τύχη της γιατί
εδώ στην Κύπρο την ευρήκε ο θάνατος.
Επιγραφή του τρίτου αιώνα προ Χριστού
σε πλάκα σπαραγμένη από το χρόνο
αδέξια χαραγμένη, βιαστικά,
λες και ο Χάρος άλλο δε μπορούσε ν’ αναμένει
τ’ άγουρο σώμα της Μυρτώς.

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΜΕ ΦΥΤΟ / Σταυρίδης Φοίβος


Αυτοί που μοιάζουν με φυτό
κυκλοφορούν σχεδόν ακίνητοι στον ίδιο τόπο
αδιάφοροι σε υπολογισμούς
ξένοι σε πάθη από την τριβή του πλήθους
φορούν παπούτσια μαλακά που δεν χαράζουν
το χώμα όπου πατούν∙
αυτοί που μοιάζουν με φυτό
δεν υπογράφουν στίχους ούτε ζωγραφίζουν,
ποτέ δεν τραγουδάνε με φωνή που ακούεται.

ΧΡΟΝΙΚΟ / Σταυρίδης Φοίβος


Η πολιτεία έμενε άγρυπνη το βράδυ
από τις οιμωγές των πληγωμένων.
Κάθε πρωί ανέβαινε ο ήλιος
πάνω στις στέγες, μέσα σε δέντρα
που ακόμη στάζαν δρόσο και βροχή,
ανέβαινε ένας ήλιος κουρασμένος από αγρύπνια,
με χέρια μουδιασμένα.
Πάσχιζε όλη μέρα,
το αίμα να στεγνώσει από τις πληγές·
κι όταν ξανάπεφτε το βράδυ
κάτω από τ’ αμέτοχο νέο φεγγάρι
ξανάρχιζαν οι οιμωγές κι οι χθόνιοι κρότοι.
Μιλώ για αδικαίωτα πάθη
που ενεδρεύουν
κάτω από την επιφάνεια καθημερινών πραγμάτων.

ΑΝΟΙΞΕ Η ΠΟΡΤΑ / Σταυρίδης Φοίβος


Άνοιξε η πόρτα και μπήκε ο Αλεξανδρινός
με αργή πατημασιά αιωνόβιου γέρου.
Ώρα πολλή κάθισε σιωπηλός
στη σκιά, όπου γυαλίζαν τα υγρά του μάτια.
Κάποια στιγμή, ανεπαισθήτως
τράβηξε το λουρί του πεθαμένου λόγου.
Χάνεται η Σμύρνη, χάνεται η Ιωνία,
χάνονται οι Θεοί…
Για ποιους Θεούς μιλούσε,
ποια Σμύρνη και ποια Ιωνία;
Ή μήπως ήταν παραλήρημα της άρρωστης
ψυχής του;

Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2015

Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΔΙΑΤΑΓΗ / Σταυρίδης Φοίβος


Να φοβάστε την άλλη σκιά
που δεν σας ακολουθεί
που δεν κρατιέται
στον επιμελημένο περίγυρο της παρουσίας σας
Παίρνει κάποτε το προβάδισμα και
με την ανάλογη κλίση του φωτός
προδίδει το αληθινό παράστημά σας∙
τη συναντάτε κάποτε να περπατά
αντίθετα με σας
και διερωτάστε ποιο  παιγνίδι παίζεται
αναθυμούμενοι
ίσως με κάποια διάθεση να συγχωρήσετε
ίσως με κάποια υπαναχώρηση  από τις αρχές σας
πρόσωπα που θα ’ταν καλύτερα να τα είχατε ξεχάσει.
Κι ακόμα
πιο πολύ να φοβάστε την άλλη σκιά
όταν στ’ αστεία μπλεχτεί με την απλή σκιά που σας ακολουθεί
και σας στερήσει την δυνατότητα
ν’ αναζητήσετε
πιθανότερο σύνορο ελευθερίας.

ΠΟΡΕΙΑ / Σταυρίδης Φοίβος


Πετάξτε το χαμόγελο   και προχωρείτε.
Έν, δυο. Το τέλος έρχεται μ’ ένα κουδουνάκι
όπως τον παλιάτσο που ακούτε να ’ρχεται, να ’ρχεται
και περιμένετε το κωμικό του πρόσωπο
και φοβάστε το πληγωμένο του πρόσωπο.
Ποιος σας έπεισε να φορέσετε
τούτο το αστείο σκουφί της βεβαιότητας;
Πετάξτε,   είπα, το  χαμόγελο και προχωρείτε.
Έν, δυο. Το τέλος έρχεται με την οδύνη της βεβαιότητας
ένα μερμήγκι που γλίστρησε μέσα στον κόρφο
κι όπου νάναι θα το πιάσουν τα δάχτυλα
να το λιώσουν  με βεβαιότητα. Έν, δυο.
Ποιος σας γέλασε μ’ ένα αγκάθι ξεγνοιασιάς
με μιαν αναδρομική υπόσχεση καλοσύνης;
Έν, δυο. Το τέλος έρχεται
όνειρο δίχως αρχή
νύχτα δίχως τέλος.

προσφυγικό α / Σταυρίδης Φοίβος


Έχουμε ξεπεράσει το όριο της υπομονής
τώρα πλέουμε καθώς καράβια σε ανοιχτές
θάλασσες
μόνοι μέσα στην απλωσιά∙ βόηθα καρδία
αν πρέπει να οροθετήσουμε τη μοναξιά-μας
χωρίς τη γη, χωρίς τα σπίτια-μας
που δεν ακολουθούν το δεδομένο σχήμα,
βόηθα να κρατήσουμε το μάτι καθαρό
για τον εχθρό και για το φίλο,
για την επιβουλή της νύχτας
τη χούφτα τρυφερή φωλιά για το μαχαίρι.

ΟΤΑΝ ΠΕΡΝΟΥΣΕ Η ΣΚΙΑ ΤΟΥ W.W. / Σταυρίδης Φοίβος


Στον Νάσο Βαγενά

Τόσοι πολλοί μαζεύτηκαν να σε καλωσορίσουν
και το δωμάτιο δε χωρεί-
Οπλοστάτες κυνηγοί
αδρανείς οικόσιτοι
μεταξουργοί, φανοποιοί, επικοντιστές
καλόγηροι πυρομανείς με τη σφραγίδα
νεκρού ιχθύος στο μέτωπο
αυτοσχέδιοι ονειροσυλλέκτες
διαλογείς συννέφων
μελαχρινά κατοικίδια και άλλα πτηνά
του κάτω κόσμου
περιστασιακοί εκδρομείς
μεταπράτες αισθημάτων
φίλοι παλιοί της ανατολής κι άλλοι
επίστρατοι του δρόμου
- άκουσα κι άλλοτε τα βήματά τους.

ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΜΕ ΦΥΤΟ / Σταυρίδης Φοίβος


Αυτοί που μοιάζουν με φυτό
κυκλοφορούν σχεδόν ακίνητοι στον ίδιο τόπο
αδιάφοροι σε υπολογισμούς
ξένοι σε πάθη από την τριβή του πλήθους
φορούν παπούτσια μαλακά που δεν χαράζουν
το χώμα όπου πατούν∙
αυτοί που μοιάζουν με φυτό
δεν υπογράφουν στίχους ούτε ζωγραφίζουν,
ποτέ δεν τραγουδάνε με φωνή που ακούεται.