Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κριναίος Παύλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κριναίος Παύλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

Παύλος Κριναίος (Χαρίλαος Νεοφύτου Μιχαηλίδης) (βιογραφία)

Ο Παύλος Κριναίος (Χαρίλαος Νεοφύτου Μιχαηλίδης), γεννήθηκε στην Πάφο το στις 17 Ιουνίου 1902  και πέθανε στην Αθήνα το 1986. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής υπέστη διώξεις τόσο  από τις ιταλικές όσο και από τις γερμανικές αρχές. Εμφανίστηκε στα γράμ­ματα δημοσιεύοντας κείμενα και ποιήματα στην εφημερίδα «Πάφος» το 1921, και λίγο αργότερα στην εφημερίδα της Λεμεσού «Αλήθεια».
Στην Αθήνα φοίτησε για τρία χρόνια στη Φιλοσοφική Σχολή και στην συνέχεια αναγκάστηκε να εργάζεται σε διάφορες δουλειές και αργότερα στην αθλητική δημοσιογραφία, προκειμένου να εξασφαλίσει τα προς ζην.  Δημοσιεύει τα πρώτα ώριμα έργα του στη «Νέα Εστία» του Γρηγόρη Ξενόπουλου.
Εργάστηκε ως συντάκτης της εφημερίδας «Βραδυ­νή» για αρκετά χρόνια.
 
Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές:

«Φρυγικοί αυλοί» (1932),
«Μωσαϊκά και επιγράμματα» (1934)
«Τετράδια των αγγέλων» (1970)
«Το χρυσό δισκοπότηρο» (1972)
«Το μανουάλι με τα 63 κεριά» (1974) και άλλα.

Εξέδωσε, επίσης, δύο ποιητικές συλλογές για παιδιά, οι οποίες και βραβεύτηκαν.


περισσότερα: http://krinaios.eu/?page_id=35
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%85%CE%B6%CE%AE%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7:%CE%A0%CE%B1%CF%8D%CE%BB%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CF%81%CE%B9%CE%BD%CE%B1%CE%AF%CE%BF%CF%82

Χάι- Κάι (απόσπασμα) / Κριναίος Παύλος


«Ολιόγομο φεγγάρι»

Σαν ασημένιο ένα φλουρί
που στον λαιμό της το φορεί
και καμαρών’ η νύχτα.


«Μέρες»

Χάντρες στου Χρόνου τ’ ασκητή
το κομπολόι, που στη σιγή
της μοναξιάς του παίζει.


«Γαλαξίας»

Σαν καταρράχτης γιασεμιών
που σπάει στον άνθινο γιαλό
των Ηλυσίων, και των ψυχών.


«Παπαρούνες στα στάχυα»

Στο χρυσοπέλαο των σταχυών
σα σημαδούρες πορφυρές,
κι οι πεταλούδες βάρκες.

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Ο εισαγγελέας του 1967 διατάσσει... /Κριναίος Παύλος

Να συλληφθεί ο αναρχικός σκορδαλός·
διακηρύσσει τη λευτεριά τ’ ουρανού του·
 εναντιώνεται στη βία του ανέμου.

Ν’ απελαθούνε στον Αη-Στράτη ή στη Μακρόνησο
 οι ανυπότακτοι προλετάριοι σπουργίτες,
 συνωμοτούνε στα πεύκα, διαδηλώνουν στο ύπαιθρο·
 είναι πολύ επικίνδυνοι…

Να σταματήσει ο Τυρταίος καταρράχτης
 ν’ αφροκρεμάει από βράχο σε βράχο
 τα λαοκρατικά του εμβατήρια.

Να φυλακισθεί ο θεσσαλικός πελαργός·
 περιπολεί σε λιβάδια, χαμοπετάει σε βάλτους,
 καμακίζει τα φίδια.
 Είναι θρασύς και παράνομος…

Ν’ απαγορευθεί η αποδημία κι η έξοδος
στον μελισσουργό, στο ψαρόνι, στον κούκο·
 προαναγγέλλουν την άνοιξη,
 προετοιμάζουν την ώρα του ήλιου!

Και τέλος, στο τελευταίον εδάφιον:
 Να σφαγεί, ν’ ανασκολοπισθεί το κοκόρι·
 σαλπίζει εγερθείτε!
 Ποδοπατεί το σκοτάδι,
 αναγγέλλει ένα νέο ξημέρωμα…

Σάββατο 12 Απριλίου 2014

[Σα σημαιούλες πορφυρές] / Κριναίος Παύλος

Σα σημαιούλες πορφυρές
στων λουλουδιών τη σύναξη
τ’ αγρού τη μυροφόρα

Θα γιομίσουν ρυτίδες τ ’ αγάλματα / Κριναίος Παύλος

Αν είναι μοιραίον να χειραγωγήσει τον Δον-Κιχώτη ο Σάντζος
θα γυρίσουνε πίσω οι πηγές,
θ’ απαρνηθούνε τον ύπνο τα όνειρα,
θ’ αναζητήσουνε οι θάλασσες μια χούφτα αλάτι,
θα λησμονήσουν τον ευαγγελισμό τ’ ουρανού οι εντάφιοι σπόροι
θα γιομίσουν ρυτίδες τ’ αγάλματα.

Ό ύπνος μιας μικρής εταίρας / Κριναίος Παύλος


Ώ μη χτυπάτε πειά, εραστές, την πόρτα της Ροδής, την ώρ ‘
αύτη πού στην γλυκειάν αγκάλη του ερωμένου του ωραίου
της “Υπνου έδόθηκε—στη μέθη της σιωπής .
Ω μη χτυπάτε πειά, εραστές, την πόρτα της Ροδής.
Κοιμάται τόσο ανάλαφρα και τόσον απαλά,
με μια ιλαρή στην δψη της πικρία φωτολουσμένη,
πού ή πεταλούδα ή ντροπαλή της παρθενίας γλυκά
στο άκροανοιγμένο των χειλιών μπουμπούκι, απατημένη
θάρτή να πάρει τ’άρωμα της παιδικής πνοής.
“Ω μη χτυπάτε πειά, εραστές, την πόρτα της Ροδής.
Κοιμάται τόσο ανάλαφρα και τόσο τρυφερά
π’ αργά και μόλις το άγουρο τρεμοανασαίνει στήθος
στα χάδια του “Υπνου ! και τα ωχρά τα βλέφαρα κλειστά
σαν μαραμένα πέταλα 8 υακίνθων, στα γλαρά
τα ωραία της μάτια, που τραβούν των εραστών το πλήθος…
Ω μη χτυπάτε πειά, εραστές, την πόρτα της Ροδής.