Σάββατο 23 Ιουνίου 2018

ΑΝΗΦΟΡΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΕΝΤΑΔΑΚΤΥΛΟ (1) / Νικηφόρου- Θεοκλή Αντρούλλα


Ανηφορίζοντας τον Πενταδάκτυλο με βήματα βαριά,
σκέψεις στριφογυρίζουν και σφίγγουν την καρδιά!
Σαν ξένοι περιφερόμαστε σε γή αγαπημένη,
σαν ξένοι επισκεπτόμαστε το σπίτι που μας προσμένει!
Πόση δύναμη ψυχής χρειάζεται να έχεις,
να περιπλανιέσαι,να κοιτάς κι ακόμα ν´αντέχεις;
Δεν είναι λίγα δεν είναι ένα,δυό,τρία,τέσσερα,
τα χρόνια που μας έδιωξαν,είναι σχεδόν σαράντα τέσσερα!
Στα πιό όμορφα χρόνια μας,στην πιό όμορφη νιότη,
σαν δένδρα μας ξερίζωσαν,μας σκόρπισαν,
σ´άλλη γή,του νησιού μας γή,
μα όμως δεν είναι σαν την πρώτη!
Ανηφορίζοντας τον Πενταδάκτυλο,γυρνώντας πίσω πάλι,
σκέψεις συνωστίζονται και πάλι στό κεφάλι!
Ακόμη μιά στάση,και πίσω να κοιτούμε,
το μάτι δεν χορταίνει,μας πλημμυρίζει το παράπονο,
τί είχαμε,τι χάσαμε και τι μας περιμένει.
Βουρκώνουνε τα μάτια μας,θαμπώνεται η θωριά μας,
βλέποντας τόσες ομορφιές που έχουν τα χωριά μας!
Κοιτάζοντας από ψηλά μιά θάλασσα γαλάζια,
με τ´άσπρα της τα κύματα,να κάνουν όλο νάζια!
Άκου!!!άκου!!!Αν αφουγκραστείς,βαθιά την σκέψη βάλεις,
είναι σαν κάτι θέλει να σου πεί και σιγομουρμουρίζει,
πώς την αφήσαμε έρμαιο,του Τούρκου ν´αλωνίζει!
Τα άσπρα της τα κύματα,να χοροπαιχνιδίζουν,
στις δαντελωτές ακρογιαλιές,να σβήνουν και ν´αφρίζουν!
Μόλις τελειώνει η θάλασσα,αρχίζει η πρασινάδα,
και σκέφτεσαι Δόξα νάχει ο Θεός πού δωσε τέτοια ομορφάδα!
Έριξε χρώματα πολλά,για να τα ζωγραφίσει,
κι έφτιαξε τόση ομορφιά,σ´ολόκληρη τη φύση!
Πεύκα ψηλά.καμαρωτά,στούς βράχους σκαρφαλωμένα,
στέκεις και βλέπεις ,χωρίς μιλιά,με μάτια καρφωμένα!
Βουρκώνουνε τα μάτια μας,δακρύζουνε ακόμα,
σαν βλέπεις τόσες ομορφιές,και η μιλιά χάνεται απ´το στόμα!
Κόμπος γίνεται στον λαιμό κι ανεβοκατεβαίνει,
λέξη να βγάλεις,δεν μπορείς,αυτό είναι που συμβαίνει!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου