Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Απώλειες


Οι άνθρωποι έχασαν τον Θεό μέσα στις εκκλησιές,
έχασαν την αλήθεια μες στα εκπαιδευτήρια.
Έννομα η φύση τους εκδικείται.
Σαν δεν το γνωρίζουν,
το χαμόγελο τους θερίζει τη γη
με σκοπό τον ‘Χαμένο Παράδεισο’.
Μορφασμός αναγκαίος είναι,
ένας ρόλος στο μονόπρακτο της απάτης.

Τρίτη 28 Απριλίου 2015

Έλα / Μυριάνθη Παναγιώτου- Παπαονησιφόρου

Η νύχτα πήζει τώρα 
ώρα την ώρα τα σκοτάδια της 
άδεια της ειμαρμένης τα χαμόγελα
Έλα, μου γνέφουν οι ωραίοι αγαπημένοι 
Μένει το ναι στα χείλη μου να κρέμεται 
τεφρή κατάφαση 
ύστατο σέλας θανάτου.

Κυριακή 26 Απριλίου 2015

ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ


Ν'αντανακλούσαν τα μάτια σου
στων χεριών μου το χάδι
μετάξι απ τα μαλλιά
να πλέξω το δύχτι
που θα φυλάκιζε την καρδιά σου.
Δάκρυ αρμυρίκι μιας θάλασσα
που πνίγει το όνειρό μας
Θεριό ο πόνος στην άρνηση
μια φλόγα η αναζήτηση.
Μελαγχολεί η σκεψη
στην ανέλπιδη λύτρωση
Φαύλος ο κύκλος
στην αδυναμία της σιωπής .

Απόσταγμα / Κωνσταντίνου Μάτσιου Κατερίνα


Η Αρχόντισαα 
της απλότητας είσαι 
αγνή και λιτή

Ο πρόσφυγας


Ήμουν εκτός της ακολουθίας, εκείνη τη μέρα της Ανάστασης, βρίσκονταν όμως τα πρόσωπά τους σε μια μυστήρια αρμονία τόσο επιβλητική, που δεν μπορούσα να πάρω το βλέμμα μου. Ο ναός κατάμεστος και οι ομιλίες μπλεγμένες, Αγγλικά, Ελληνικά και κάτι μεταξύ τους. Ο ιερέας, στο σύντομο κήρυγμα του, καλούσε τους πιστούς σε ειρήνη κι αγάπη. Ρομαντική σκέψη σκέφτηκα… και χαμογέλασα. Έπειτα ξεκίνησε τα περί υποστηρίξεως της εκκλησίας, του πατριαρχείου, της παροικίας, της προσπάθειας αγιογράφησης του ναού, πάντα οικονομικής βέβαια, περί ηθικής ούτε λόγος.  Παρά το ότι αντιμετώπισα με μια πρώτη ειρωνεία μέσα μου την ανταλλαγή των ρόλων, σε σχέση πάντα με την υποστήριξη, δεν είχα διάθεση για κριτική, έτσι σώπασα μα δεν χαμογέλασα. Άλλωστε το μυστήριο μπροστά μου, δεν μου έδινε και πολλές επιλογές. Τα αθώα τους πρόσωπα κοίταζαν την φλόγα από το κερί με το Άγιο φως και σχεδόν το προστάτευαν με τη θαλπωρή του βλέμματός τους.
Οι άνθρωποι γύρω μου μετανάστες, σ’ ένα ξένο τόπο που έστησαν απ’ την αρχή τις ζωές τους, για κάποιους ήταν και η μοναδική αρχή. Άλλοι προ του πολέμου κι άλλοι μετά του πολέμου. Σειρές ολόκληρες με γκρίζα μαλλιά, μα εγώ στεναχωριόμουν περισσότερο για τα γκρίζα μυαλά. Η ευχή μαζί με το Χριστός Ανέστη, γνώριμη στ’ αυτιά μου… «Και του χρόνου στα σπίτια μας». Πρόσφυγες ή όχι, η επιθυμία κοινή, όλοι αγαπούσαν τούτο το κομμάτι του τόπου. Εγώ ανάμεσα σε τόσους πρόσφυγες, ένιωθα την αγάπη από την μια για τα παιδιά κάτω απ’ τα πόδια μου, τα οποία συνέχιζαν να περιεργάζονται το Άγιο φως κι από την άλλη τη νοσταλγία του σπιτιού μου και του κόσμου μου… ίσως και να τους ένιωθα. Έπειτα, πρόσφυγας και εγώ σκέφτηκα. Πρόσφυγας από τα παιδικά μου χρόνια, απομακρυσμένος ακόμα κι από τις αναμνήσεις τους, που επανέρχονταν μα τις σιωπούσα, γιατί κουβαλούσαν μια φλούδα πόνου. Τις τακτοποιούσα κι αυτές, σαν όλα τα υπάρχοντά μου, συνήθεια ανεξίτηλη. Ήταν το δεύτερο Πάσχα μακριά απ’ το σπίτι, ήταν το δεύτερο μετά το χαμό της γιαγιάς. Με αιχμαλώτισε για μια στιγμή η σκέψη της…

Προσευχήθηκα για την ψυχής της, προσευχήθηκα και για μένα και για τα παιδιά που ήταν δίπλα μου, για τα παιδιά όλου του κόσμου όπως έλεγε η γιαγιά, που είναι η γλυκιά μας ελπίδα. Πρόσφυγας λοιπόν, αυτό ήμουν εκείνη τη στιγμή… Ήξερα βέβαια, πως εγώ δεν θα μπορούσα να ευχηθώ με ειλικρίνεια και του χρόνου στο σπίτι μου. Το σπίτι μου, το σπίτι της γιαγιάς, είχε κλείσει μαζί της κι από τώρα πρόσφυγας θα δήλωνα κάθε Ανάσταση, χωρίς ελπίδα γυρισμού.

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

ΚΙΡΚΗ



Όταν σε τύλιξε το απρόσμενο σκοτάδι
όλα τα φίδια που στόλισαν κάποτε τα μαλλιά σου
ξύπνησαν μεθυσμένα
σε ανάρπασαν θυσία για τους μενεξελιούς ουρανούς
κι εσύ ταξιδεύοντας
διαμέλιζες το σώμα σου
χαμένη μέσα σε καπνούς και νυχτερινές ιαχές
ιέρεια μιας στοιχειωμένης μνήμης,
σ’ ακολουθώ εξόριστος αιώνες τώρα
σε ανατιναγμένα κρησφύγετα, ηφαίστεια, πολυβολεία
ανάπηρος
κουβαλώντας την κραυγή που διέρρηξε το στερέωμα
την ώρα που παραδόθηκες σπαράσσοντας στη σφαγή.

Ο ΛΟΓΟΣ



Κοίταξα την πρωινή χλόη
ένα ουράνιο αντιφέγγισμα να την περιχύνει.
Κι ευθύς
τα πόδια του Αγίου της σκήτης να γεμίζουν πληγές
αγκάθια να περπατούν στα δάχτυλα
νέφος ακρίδες να τον σκεπάζουν,μια φλόγα πυρός να ταξιδεύει
πίσω από τους βράχους των βουνών.
«Καιρός να σπείρουμε το λόγο σου, Κύριε», ψιθύρισε
πύρινες ανταύγειες να τον ντύνουν
μηχανές μαρτυρίου ν’ ακονίζουν το σώμα του
οιμωγές ανθρώπων ν’ ανηφορίζουν
το νυχτωμένο στερέωμα του θόλου.
Κι ο Άγιος της σκήτης
ένα δάκρυ λυτρωτικό
να του αυλακώνει το πρόσωπο
ανοιγμένες βρύσες εωθινού ύδατος
να τον περιχύνουν
κισσοί και πλατάνια να του ισκιώνουν το σώμα.

Κι εγώ διψασμένος γέμισα νερό τις φούχτες,
ένα σμήνος σπουργίτια
να συνοδεύουν τον όρθρο της μέρας

Τετάρτη 22 Απριλίου 2015

"Παιδαγωγική Αξιοποίηση του Παιδικού Βιβλίου " Διάλεξη στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στη Λάρνακα


"ΕΠΑΝΟΔΟΣ" (απόσπασμα) του Νίκου Πενταρά

του Νίκου Πενταρά

... Αφήνω κατά µέρος τις φωτογραφίες και συλλογίζοµαι ...
Φέρνω στη σκέψη µου την Ακανθού
τα δάση των βουνοπλαγιών της
τις δαντέλες των ακρογιαλιών της
και τα τρεχούµενα νερά της.
Φέρνω στη σκέψη µου τους Αχαιούς
τ’ αγκυροβόληµα των καραβιών τους στ’ Αφροδίσιον
την πιο ψηλή βουνοκορφή της λατρείας τους
και τα ερείπια του µεγαλείου τους.
Κατόπι σκέφτοµαι τους εν δουλεία
που θάψαν την οργή και την οδύνη τους στην έρηµο
που κρύψανε τον ήλιο µε ψηλά οικοδοµήµατα
και ζουν υπό σκιάν
οργίζοµαι, µα πάλιν ηµερεύω, γιατί στο νου µου φέρνω
όλους τους άλλους εν δουλεία τους αγνούς κι αθώους.
«Στο κάτω - κάτω της γραφής αυτοί σε τίποτα δε φταίξανε,
γιατί να µην µπορούν να δουν την Ακανθού;
Γιατί να ζούνε στη δουλεία;»
Μονολογώ κι ορθώνω το κορµί µου
κτυπώ το πόδι µου στη γη κι αρχίζω να χορεύω την πυρρίχη
µαζί µε τις ηρωικές µορφές των κάδρων
που κοσµούν το σπίτι µου και µου θυµίζουν
όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες της Φυλής.
Μετά το ρίχνω στους διθύραµβους
µέχρι που παίρνω τη µεγάλη απόφαση
να πειθαρχήσω δίχως καθυστέρηση
στα λόγια του προγόνου µου,
του πρώτου εκ των Μυκηναίων που κατοικήσανε την Κύπρο
τη Β' χιλιετηρίδα π.Χ.
«Εσένα θέλω αποστείλει, Ποιητή, στους εν δουλεία
απογόνους µου
για να τους απαλλάξεις απ’ αυτή και να τους οδηγήσεις
πάλιν πίσω
στην Αχαιών Ακτή».

Τρίτη 21 Απριλίου 2015

ΤΙ Ν’ ΑΠΟΓΙΝΕ; / Ζαφείρης Μιχάλης



Η μορφή του εκτοπλάσματος
παραληρεί.
Όχι πια άλλα σχήματα και μορφές
ο Ηλιοπότης Ελύτης
ένας μύθος για αδαείς.
Για πέστε μου, τι θα γενώ;
Όλα τα δάκτυλα ξεθωριασμένα
οστέινες πλάκες, ακτίνες Χ.

Κι η αγάπη, ο Μεσσίας Θεός
τι ν απόγινε;

Δευτέρα 20 Απριλίου 2015

Ένας αγνοούμενος (Ποίημα Μαθητών της τάξεως Γ΄2 του Α΄ΔημοτικούΣχολείου Τσερίου)

Οι μαθητές της τάξεως Γ’2 
εμπνευστήκανε από το ποίημα 
«Ένας αγνοούμενος» του Άντη Κανάκη 
και φτιάξανε ένα δικό τους. 
Το Ποίημα είναι αναδημοσίευση 
από την Εφημερίδα του Σχολείου

Εμένα μη με γυρεύετε με τη φωτογραφία.
Πολλούς έτσι γυρεύουν.
Μα κανένα δε βρίσκουν.
Είμαι ένα κυκλάμινο,
που φύτρωσε σ ‘ ένα βράχο,
σε μια βουνοκορφή στον Πενταδάχτυλο.
Μη με κόψετε όμως.
Αφήστε με να μεγαλώσω.
Είμαι η χρυσή αμμουδιά
και το γαλανό κύμα της Αμμοχώστου.
Είμαι το αρχαίο καράβι της Κερύνειας
που ταξιδεύει στην καταγάλανη θάλασσα
και περιμένει τη λευτεριά.
Είμαι νερό απ’ την αγιασμένη πηγή στο μοναστήρι του Αποστόλου Αντρέα.
Είμαι ένα πορτοκάλι στην πανέμορφη Μόρφου.
Είμαι ένα κατάλευκο σπίτι στο Λευκόνοικο, στην Άσσια, στη Λάπηθο…
Ένα περιστέρι στον Άγιο Αμβρόσιο,
ένα δεντράκι στην Πεντάγυια.
Μη με κόψετε. Αφήστε με να μεγαλώσω.
Είμαι τα έρημα σπίτια,
που με λαχτάρα περιμένουν την επιστροφή.
Είμαι μια ακτίνα του ήλιου φωτεινή,
ένα άστρο κι απ’ τον ουρανό σάς κοιτάω.
Είμαι ένας αγνοούμενος, από τους 1619,
και περιμένω την λευτεριά της αγαπημένης μας πατρίδας…


Α΄Δημοτικό Σχολείο Τσερίου (Σχολική Χρονιά 2013-1014)

ΡιζοΚάρπασον (Ποιήματα για την Κατεχόμενη Κύπρο)

του Ιωάννη Ν. Νέστορος


www.rizokarpason.com/pdf/nestorosY.pdf

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

ΕΙΔΑ Τ ΑΣΤΕΡΙΑ ΝΑ ΓΕΛΟΥΝ


Σήκωσα τα χερια μου ψηλά,
Να φτάσω το φεγγάρι,
Κι΄ένοιωσα μέσα στην ψυχή,
Πως ήρθε να με πάρει,

Ο έρωτας ο φτερωτός,
Που μ΄έχει σαιτέψει,
Και νοιώθω ότι καίγομαι,
Αφού μ΄έχει μαγέψει,

Κι΄είδα τ΄αστέρια να γελούν,
Και να με κοροιδεύουν,
Να λένε πως την πάτησα,
Θαρρώ πως με ζηλεύουν...

Ζηλεύουν την αγάπη μου,
Τον έρωτα που νοιώθω,
Γιατί αυτά δεν το μπορούν,
Να νοιώσουνε τον πόθο,

Στέκουν εκεί ακινητα,
Και φως μόνο χαρίζουν,
Μα στις ψυχές μας δεν μπορούν,
Δεν φτάνουν να αγγίζουν. 

Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Πόσες άνοιξες ακόμα δίχως Ανάσταση; / Ανδρέου Ειρήνη


Στολίστηκε η Κύπρος μας ξανά
οι πεταλούδες ξαναστήσαν τον χορό τους
πλημμύρισε μ' ελπίδα η καρδιά
ψάλλουν τ' αηδόνια τον ολόγλυκο σκοπό τους

Ξεχύνονται στους κάμπους τα παιδιά
με παπαρούνες τα χεράκια να γεμίσουν
και μαργαρίτες να μαδήσουνε ξανά
αν στα χωριά τους πίσω θα γυρίσουν..

Κι ο Πενταδάχτυλος με λύπη τα κοιτά
με όμορφα κυκλάμινα στο χέρι
της Λευτεριάς την άνοιξη αποζητά
σε ξέγνοιαστα παιδιά να τα προσφέρει.

Ντροπής φορτίο χρόοοονια κουβαλά
π' αναβοσβήνει και καίει τα σωθικά του
γίνανε γέροι από τότε τα παιδιά
αχ πόσες άνοιξες ακόμα μακριά του;

ΠΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΚΟΜΑ ΘΑ ΚΑΡΤΕΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΜΑΣ;

Ανδρέου Ειρήνη
Κύπρος βασανισμένη μου
νησί μου μοιρασμένο
από μνηστήρες, μαστροπούς
πάντα κυνηγημένο

σαράντα χρόνια καρτεράς
να κλείσει η πληγή σου
κι αλί , σ αποτελειώνουνε
οι ίδιοι οι δικοί σου...

Ξυπνήστε αρνιά! Μας σφάζουνε!
Σηκώστε τα κεφάλια!
κοράκια ολούθε κράζουνε
και μείς αγάλια, αγάλια.

Εδέμ σε έπλασε ο Θεός
Κύπρος μου , μα που πάμε
που χρόνια ο κάθε Μανωλιός
"φάτε ωρέεεε να φάμεεεεεε"

Σε μια βραδιά σε πούλησαν
κρυφά μελετημένα
στον ύπνο σου σ' αρπάξανε
τα' χαν σχεδιασμένα.

Κανόνισαν την πάρτη τους
και κουρελού σ' αφήσαν
Κύπρος που 'σουν αρχόντισσα
σκλάβα σε καταντήσαν..

Η ΓΑΛΗΝΗ ΜΙΑΣ ΣΥΓΝΩΜΗΣ / Ανδρέου Ειρήνη

Μόνο μια λέξη μαγική
θα σ' οδηγήσει στην γαλήνη...
βάλσαμο θ 'αλοίψει την πληγή
και η καρδιά χαλί θα γίνει
για να περάσει ο εγωισμός
η έχθρα πιά να σβήσει......
σαν δαμαστεί ο εγωισμός
το μίσος θα σιγήσει!

Μεγάλο πράγμα η συγγνώμη
μα ο άνθρωπος τόσο μικρός
που και στον θάνατο ακόμη
δεν ξυπνά! Φεύγει τυφλός.

Τέρας αδάμαστο ο εγωισμός
μες στην καρδιά σαράκι
μας διαλύει σαν σεισμός
και μας αφήνει ράκη.
Της μοχθηρίας προαγωγός
του μίσους και της λάσπης..
με δηλητήριο ζυμωτός
Νέρωνας της αγάπης.

Στάχτες αφήνει κι αποκαίδια
της ευτυχίας κόβει το νήμα..
κούφιες ελπίδες, όνειρα ίδια...

πές μια ΣΥΓΓΝΩΜΗ, κι είναι ΚΡΙΜΑ!!!!

Τρίτη 14 Απριλίου 2015

Ο Θησέας και η Αριάδνη (απόσπασμα) / Αγαθοκλέους Μάριος



Όμως
ένα αγκάθι
ξεφουσκώνει τον ουράνιο θόλο
και βρίσκομαι ακάλυπτος
στο άγνωστο και σκοτεινό Σύμπαν.

Ας με οδηγήσει λοιπόν κοντά σου
η μαγική σειρά των λέξεων.

[Εκεί που ήμουνα έτοιμος να ξανοιχτώ] / Αγαθοκλέους Μάριος

Εκεί που ήμουνα έτοιμος να ξανοιχτώ
σε ουράνια ρεύματα,
παρασυρόμενος για πάντα μακριά,
ατμοσφαιρικές ιδιοτροπίες
μου συμπυκνώνουν τα συναισθήματα,
μου στερεοποιούν τις εκλάμψεις,
και σαν ανύμφευτη νιφάδα ξαπλώνω
στα κατάλευκα στήθη των σκοτεινών ορέων.

Δευτέρα 13 Απριλίου 2015

ΤΡΙΣΔΙΑΣΤΑΤΗ ΘΛΙΨΗ Ή ΕΝ ΤΗ ΣΑΡΚΙ ΤΟ ΗΓΕΜΟΝΙΚΟΝ





Αν είναι να μιλούμε
την αλήθεια
ας είμαστε πραγματιστές

είπε το σώμα
με την αυτοπεποίθηση
του περιέχοντος
τον νου και την ψυχή
εννοώντας προφανώς
κάτι ευτελή δικά του
σαρκικά.

Οι άλλοι όμως
αιθεροβάμονες
πλασμένοι λες από ευγενή υλικά
δεν καταλάβαιναν
πόσο ανήκανε στο σώμα
και στο χώμα
πόσο τους κατάτρεχε
η υλική υπόσταση τους

κρατούσαν αποστάσεις
αξιοπρέπειας
κύρους
γινατιού

Ώσπου αποδείχτηκαν το ξένο σώμα
ανεπίκαιροι
κακήν κακώς διωγμένοι
κατηραμένοι

μη βρίσκοντας εφεξής
νόημα κανένα
έξω απ' αυτό.

Πέμπτη 9 Απριλίου 2015

[Παίξε φκιολάρη μουσικήν ] / Κυπριανού Ντίνος

Παίξε φκιολάρη μουσικήν
που εν για πεθαμμένους
πέρκι ξυπνήσουν τζαί σταθούν
πάνω στον λάκκον να θωρούν
τους ζωντανούς θαμμένους .

Τρίτη 7 Απριλίου 2015

ανάσαινες από τις ΑΝΑΣΕΣ ΑΛΗΘΙΝΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ / Τουμαζή Έλενα – Ρεμπελίνα

Κείνο το καίριο κι ένα, που το βρίσκεις σε μια πρώτη σελίδα
κοριτσιού κι ώσπου να το ξηγήσεις χάνεται.

Θυμάσαι που ήσουνα πουλί
θυμάσαι που ήσουν πουλί

ερωτευμένο με τον καθρέφτη του τη θάλασσα

και κάτω από μια λεμονιά με φύλλα μαλαματένια βλέπει 
μια κοπέλα πλαγιασμένη και πάνω στην ποδιά της 

ήταν καθισμένο το πουλί τ΄ αηδόνι και κελαηδούσε
και τη νανούριζε.


Ο ύπνος σε τύλιξε, 
σαν ένα δένδρο, 
με πράσινα φύλλα, 
ανάσαινες, 
σαν ένα δένδρο, 

μέσα 
στο ήσυχο φως, 
μέσα 
στη διάφανη πηγή
κοίταξα
τη μορφή σου


κοντά στο πηγάδι 

στεκόταν ένα αρχαίο πλατάνι με κάτι μεγάλους κλώνους

την ανέβασε απάνω την έβαλε να καθήση ανάμεσα

στις φυλλωσιές και της είπε να μην έχη  καμιά ανησυχία

και να έρθη γρήγορα


Ίσως γυρεύουν
ο Κύκνος
να μιλήσουν 
ο Τοξότης
τ΄ άστρα
ο Σκορπιός
που πάτησαν 
ίσως εκείνα
την τόση 

γύμνια σου 

μια νύχτα




Επισήμανση: Η ποιήτρια  στο έργο της : ΑΝΑΣΕΣ ΑΛΗΘΙΝΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ συνθέτει χρησιμοποιώντας αποσπάσματα από έργα των: Οδυσσέα Ελύτη, Σαπφώ, Νίκου Γκάτσου, Γεωργίου Σεφέρη, Βιτζέντζου Κορνάρου, Ελληνικών Παρμυθιών, Φεδερίκου Γκαρθία Λόρκα, της Βίβλου κ.α

Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ του Νίκου Πενταρά


Σάββατο του Λαζάρου
κι ακόμα περιμένουμε ανθρώπους
να σηκώσουν την πλάκα του τάφου
να βρεθεί ένας φίλος του Μεσσίας
την κοινή ανάσταση
πριν από το δικό του πάθος
να πιστώσει
και να φωνάξει «δεύρο»
Σάββατο του Λαζάρου
χρόνια τώρα
πορεύομαι στα κοιμητήρια
με τις απαρηγόρητες αδελφές του
και τ' αδέλφια μου
να περιμένω.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ του Νίκου Πενταρά


Tον υποδέχτηκαν με βάγια και ζητωκραυγές
μέσα στην απαστράπτουσα λιμουζίνα του
και μετά τους σταύρωσε

ο Μεσσίας
είχε περάσει χρόνια πριν
καβάλα σε γαϊδούρι.

ΙΔΟΥ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ ΕΡΧΕΤΑΙ του Νίκου Πενταρά


«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…»
αμέτρητες φωνές
χιλιάδες μεσάνυχτα χρόνια
μη ως μωραί παρθέναι
ανύποπτοι κι αμέριμνοι
σβηστά λυχνάρια
δίχως ένδυμα κατάλληλο
μείνουμε εκτός νυμφώνος
Γρηγορείτε!

Τέσσερις πράξεις για την ημέρα.


Πρωινό
Να και πάλι εκείνη η μορφή. 
Σκιά από την καρδιά μας που ξύπνησε και περπατά.
Μέσα από τους ατσάλινους τοίχους
αναζητά εκείνο τον πέτρινο τάφο
όπου οι συνθήκες Ανάστασης θα είναι τόσο προσφιλείς.
Μεσημέρι
Δι ευχών των Αγίων …
Στα ανώγεια των πράξεών μας,
φύονται τα μίση και τα πάθη στεγνά
Η μορφή φορά τους μανδύες της φτώχειας.
Ταπεινά εκλιπαρούμε στεφάνια χρυσοκέντητα.
Απόγευμα
Νωρίς το απόγευμα οι σκαπανείς ανοίγουν νέους τάφους.
Να κουρνιάσει στα βάθη της γης το φεγγάρι.
Ήλιος ζεστός συνεχίζει να πλάθει ένα νέο κόσμο.
Τον απλώνει, τον στεγνώνει, τον διπλώνει
τον βάζει στο χρονοντούλαπο.
Βράδυ
Αγόρασε τις κλειδωνιές κανείς δεν θα αναστηθεί.
Εκείνος πλέκεται με τις λέξεις σταυροβελονιά
Μεσάνυχτα θα φανεί ο νικητής του θανάτου
κρατώντας στο χέρι τη σκιά του. 
Τις σκιές όλων μας.

ΑΝΟΙΞΗ ΚΑΙ ΠΑΣΧΑ


Οι μικρές εκκλησίες  χωμένες σε έναν ήχο καμπάνας
 με μια βελούδινη έκρηξη να τις περικυκλώνει
στολίζοντας τις πόρτες τους με αγκάθινα στεφάνια
και ρόδα από αναστημένους επιτάφιους
περαστικός ένας άνεμος δειλός
με χούφτες γεμάτες λιωμένο χιόνι
στάζει πάνω στις μαργαρίτες και στις φωνές χελιδονιών
τις πιο κρύες ανάσες  του κόσμου
για να γενούνε άνοιξη και Πάσχα



Κυριακή 5 Απριλίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ του Νίκου Πενταρά


Tον υποδέχτηκαν με βάγια και ζητωκραυγές
μέσα στην απαστράπτουσα λιμουζίνα του
και μετά τους σταύρωσε

ο Μεσσίας
είχε περάσει χρόνια πριν
καβάλα σε γαϊδούρι.

Πάσχα στο νησί / Άντρια Γαριβάλδη


Αφιερωμένο σ’ αυτούς που έφυγαν
Κι αυτούς που περιμένουν να γυρίσουν

Καλή Ανάσταση
Χέρι χεράκι λέμε
Στο δρόμο για τον Καλό Λόγο
Κρατώντας λαμπάδα από μέλισσας κερί μυρωδάτο
Σκιές αθόρυβες συναντιόμαστε στους δρόμους προς την εκκλησιά

Τόσο παλιά
Τόσο παλιά ανάμνηση
Στο πέρασμα των χρόνων…
Οι γειτονιές μας ζωντανεύουν
Γεμίζουν με παιδιά που τρέχουν να μαζέψουν κούτσουρα
Για τη χαρά της λαμπρατζιάς
Έξω απ’ την εκκλησιά μας του Τιμίου Σταυρού
Γεμίζουν οι καφενέδες με άντρες μεστωμένους
Μαντήλι φορώντας της εργατιάς
Συζητώντας για τα παλιά και τα καινούργια
Για τα φυντάνια τους, τα δέντρα τους, τον αγώνα
Kόκκινες κατακόκκινες οι παπαρούνες στους αγρούς
Λαλέδες πολύχρωμοι
Κρινάκια της Παναγιάς
Γύρη από κίτρινες μαργαρίτες του Λαζάρου
Σε στρώματα από αγνό χαμομήλι
Λουλούδια φύλλα σχήματα
Κάτω από την καμάρα του δίχωρου σπιτιού
Στο πέτρινο σκαλί
Στολίζουν κόκκινα τ’ αυγά οι κοπέλες

Καλή Ανάσταση
Ανασκουμπωμένες οι νοικοκυρές
Ετοιμάζουν προζύμι
Βουτούν τις γροθιές στο κριθαρένιο ζυμάρι
Στη ξύλινη σκάφη
«Έλα κυρά Γιαννούλα να πλάσεις τα παξιμάδια…»
Οι γλισταρκές έτοιμες να μπουν
Στον πυρωμένο φούρνο
Η φλαούνα ροδοκόκκινη
Αντίδωρο χαράς
Μοσχομυρίζει καλώντας μας
Το ζυμωτό στο φουρνέθκιο έτοιμο να πέσει στο πανέρι
Με την υφαντή πετσέτα
Σουσαμένιο ψωμί στην ποδιά της θειας μας
Ψωμί κι ελιά και λιόλαδο
Κουλούρια ξεροψημένα αχνίζουν στα χέρια
Ανθόνερο φτιαγμένο από τριαντάφυλλα
Και λεμονανθούς της Επισκοπής
Νίβει το πρόσωπο
Γεμίζει άρωμα το σπίτι
Έρχεται ο θείος απ’ το Βαρώσι «του-του-του» στο διθέσιο  αυτοκινητάκι
Ανάσταση να κάμει με τους δικούς
«Παιδιά, ποιος θα μας δείξει το τετράδιό του;»
Ρωτάει ο άλλος θείος όλο ενδιαφέρον
«Φλαούνα με σταφίδες ή χωρίς;»
Αναρωτιέται η μικρότερη απ’ τις θειες

Καλή Ανάσταση
Δυο δυο
Χέρι χεράκι λέμε
Στο δρόμο για τον Λόγο τον Καλό

Χριστός Ανέστη ακούγεται και πάλι
Το νοτισμένο χώμα
Ξυπνάει με τη δροσιά της αυγής
Την ανθισμένη πνοή της Άνοιξης
Ανθός που σκάει χαμόγελο στην πρώτη ηλιαχτίδα
Σκορπώντας Απριλιάτικη ομορφιά
Μυρωδιά νέας ζωής
Σταυρός υψωμένος πάνω απ’ το καμπαναριό
Στην ράχη του βουνού
Στο πετρόχτιστο χωριό του Τροόδους
Βοτσαλάκι πρασινο-κοκκινο-καφεδί
Στην αμμουδιά της Πάφου
Βελούδινο χνούδι σε πέτρα γυαλιστερή στο Ακρωτήρι
Μπουμπούκι στο περβόλι του Ζωδιάτικου κάμπου
Δαντέλα στην ποδιά της πλουμισμένης Μόρφου
Μια ανατολή μοναδική πίσω απ’ το κορμί του Πενταδάκτυλου
Και πέρα πέρα η θάλασσα αστράφτει ολόλευκη
Ανάστασης καμπάνα ακούγεται
Στη γειτονιά της Αμμοχώστου
Ηχώ πηγαινοέρχεται
Πίσω απ’ το γύψινο τοιχάκι στο λιμάνι της Κερύνειας μας
Κρυμμένα κλειδιά στο πήλινο πιθάρι στο μοναστήρι τ’ Αγίου Νεοφύτου
Βασιλιτζιά ψιντρή
Στη γλάστρα τ’ Αγίου Γεωργίου τ’ Αλαμάνου
Εικόνα σκαλιστή
Σε μαρμαρένια πλάκα στον Άγιο Λάζαρο
Ανταύγεια εσπερινού ουρανού
Στις φοινικούδες της Λάρνακας
Ρόδινο συννεφάκι
Γιρλάντα πουπουλένια
Φιλημένη ακρογιαλιά της όμορφης νύφης της Λεμεσού
Άγριο κυκλάμινο που ξεφυτρώνει μέσ’ την παλιά κολόνα
Στ’ αρχαίο θέατρο του Κουρίου
Κύμα κυματάκι αλμυρό
Φιλά το μοναστήρι τ’ Αποστόλου Ανδρέα

Χριστός Ανέστη
λέμε γι άλλη μια φορά
Στην αυλή της ψυχής μας
Χριστός Ανέστη
Παπα-Πολύβιε
Παπα-Χαράλαμπε
Οι σκάμνοι τακκουρούν ακόμα
κράζοντας το χαρμόσυνο μήνυμα
Η πίσω πόρτα της εκκλησιάς σιέται
Χριστός Ανέστη
Παππού Μιχάλη
Γιαγιά Χρυσταλλού
Χριστός Ανέστη
Αδέρφια
Ξαδέρφια
Συγγενείς
Το τραπέζι μας περιμένει
Μέλισσες στο μεθύσι της δουλειάς
Ψέλνουν ακούραστα ύμνους πασχαλινούς
Τραγούδια της ζωής
Σ’ ένα νησί τόσο μικρό
Τόσο μικρό και διάφανο
Φυλλαράκι χρυσοπράσινο
Σκαρί παλιό
Πλεούμενο
Ξεχασμένο στη μεσόγειο
Κοχύλια
Μικροί ναυτίλοι κάτω απ’ το γυαλί
Χτενίζουν τον βυθό
Διαβάζοντας κουκκίδες άθικτες της ιστορίας
Αυτού τ’ αδάμαστου λαού
Που αναγεννιέται κάθε Ανάσταση
Νοσταλγώντας
Λαχταρώντας
Πάσχα λαμπρό
Δοξαστικό
Πάσχα δικό μας
Στο νησί!

Άντρια Γαριβάλδη
4/2015