Τετάρτη 25 Ιουλίου 2018

Το άλογο, ο αμαξάς κι εγώ / Χαραλαμπίδης Κυριάκος

Ένα παιδί, περίπου σαν τη Δάφνη,
στο δυο φτεράκια του είχε «Θέλω τον πατέρα μου».
Αλλο παιδί κουτσαίνοντας ή σκουντουφλώντας
σε σκαλοπάτι - μάλλον σε λακκούβα –
στη φτέρνα του πατέρα του καλύτερα.
Γυναίκες ήρθανε γι’ ανταλλαγή δακρύων·
στο μέτωπό τους ίδρωτας σε κόμπους.
Ο ουλαμός, ας πούμε την ομάδα,
έφτασε το πρωί από την Ελλάδα
μαζί με πόλεις ξακουστές από τον πέμπτο
αιώνα στο νησί για μια πορεία
εφτά χιλιάδων χρόνων τετρακόσιων
μέτρων χωρίς εμπόδια - προηγείτο
αμάξι των Σωμάτων Ασφαλείας.
Σαν ξόδιν έμοιαζε, σαν λογική της μοναξιάς,
εικόνα του Λουΐτζι Πιραντέλο,
που ζήτησε να είναι στην κηδεία του
μονάχα τ’ άλογο, ο αμαξάς και αυτός.
Ας πούμε πως κι εμείς «παραβρεθήκαμε»
στο πεζοδρόμιο την ώρα που περνούσαν.
Εγώ, η αλήθεια συγκινήθηκα, πλην όμως
ο πλαϊνός μου κύριος χασκογέλασε.
Αμήχανα κι ο τρίτος κοντοστάθηκε-
η περιέργεια λίγη, τι να κάνεις
μια τέτοια φτωχική πορεία…
Χάσαμε τον καιρό και τα λεπτά μας.
Καλύτερα λοιπόν που δεν επήγα.
Ποτέ η διαίσθησίς μου δεν με πρόδωσε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου